Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2024



ΤΟ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΟ ΧΩΡΙΟ «ΜΠΑΪΡΑΚΛΙ» («BAYRAKLI») ΤΟΥ ΚΑΖΆ ΣΑΡΗΣΑΜΠΑΝ – ΣΗΜΕΡΑ ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ ΣΤΕΝΩΠΟΣ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΑΚΑΤΟΙΚΗΤΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ, ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ, ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΒΑΛΑΣ


Μια μελαγχολία γεμίζει την ψυχή μου, κάθε φορά που τριγυρίζω σ’ εγκαταλειμμένα, ερειπωμένα, ακατοίκητα χωριά. Διαβαίνοντας μέσα από τα χορταριασμένα δρομάκια τους, βλέποντας τους τοίχους των σπιτιών, που στέκουν ακόμη όρθιοι, τους μισογκρεμισμένους φούρνους, τα ξεραμένα πηγάδια και τα παρατημένα περιβόλια, θαρρώ πως θ’ ακούσω τις φωνές και τα γέλια όλων εκείνων των ανθρώπων, Μουσουλμάνων και Χριστιανών, που ζούσαν κι έδιναν ζωή σ’ αυτόν τον όμορφο τόπο. Μάταια, όμως! Ο τόπος αυτός, όπως κι αναρίθμητοι άλλοι, έχει εγκαταλειφθεί και η φύση αρχίζει να καλύπτει και να κρύβει τα έργα των ανθρώπων!

Το άλλοτε μουσουλμανικό χωριό «Μπαϊρακλί», κτισμένο στα όρη της Λεκάνης, (άλλοτε Τσάλ-νταγ) και σε μικρή απόσταση από τους οικισμούς Μακρυχωρίου, Στεγνού και Ζαρκαδιάς, (συντεταγμένες: 41°2'51"N 24°38'39"E), το οποίο σήμερα είναι ακατοίκητο και ερειπωμένο, είχε, σ’ όλη την διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας, μουσουλμανικό πληθυσμό. Πιο συγκεκριμένα, το έτος 1912 είχε 310 κατοίκους το 1913, 315 κατοίκους (160 άνδρες και 155 γυναίκες) και το 1920, 261 κατοίκους.

Στην διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας, το Μπαϊρακλί υπαγόταν στον καζά του Σαρή-σαμπάν, του σαντζακιού της Δράμας.

Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος - Τουρκίας, το 1922-1924, στο άλλοτε μουσουλμανικό χωριό εγκαταστάθηκαν 168 Έλληνες πρόσφυγες.

Το χωριό, αφότου, το έτος 1919, συστάθηκε η Κοινότητα Ουζούν – κιοϊ (σημερινού Μακρυχωρίου), με το Βασιλικό Διάταγμα της 13-11-1919, (ΦΕΚ Α 251/1919), ανήκε στην εν λόγω κοινότητα.

Με Διάταγμα της 15-11-1926, (ΦΕΚ Α 413/1926), το Μπαϊρακλί μετονομάστηκε σε Στενωπό.

Το 1928 το χωριό είχε 168 κατοίκους, το 1940, 270, το 1961, 140 κατοίκους και έκτοτε συνέχισε να μαραζώνει, έτσι ώστε, σήμερα, δεν έχει, πλέον, κανένα κάτοικο.

Η πρόσβαση προς το Σαρή-σαμπάν, (σημερινή Χρυσούπολη), γινόταν είτε από τον ορεινό δρόμο που κατέβαινε στον Άνω ή Παλιό Ξεριά (Κουρού ντερέ), είτε μέσω Ζαρκαδιάς (Καρατζιλάρ).

Στις φωτογραφίες που αναρτώ, βλέπετε διάφορες όψεις του χωριού, ενώ στις τέσσερις τελευταίες, το ερειπωμένο, ελληνικό, δημοτικό σχολείο του.



THE MUSLIM VILLAGE OF «BAYRAKLI», OF KAZA SARISABAN - TODAY IT  IS CALLED STENOPOS AND IT IS AN UNINHABITED SETTLEMENT, WITHIN THE ADMINISTRATIVE BOUNDARIES OF THE MUNICIPALITY OF NESTOS, IN THE REGIONAL UNIT OF KAVALA



A melancholy fills my soul, every time I wander around abandoned, ruined, uninhabited villages. Walking through their grassy streets, seeing the walls of the houses still standing, the half-rotted ovens, the dried-up wells and abandoned orchards, I think I will hear the voices and laughter of all those people, Muslim and Christian, who lived and gave life to this beautiful place. But in vain! This place, like countless others, has been abandoned and nature is beginning to cover and hide the works of the humans!

The former Muslim village "Bayrakli", built on the mountains of the mountain of Lekani (formerly called "Tsal-dag") and in a short distance from the settlements of Makrychori, Stegno and Zarkadia (coordinates: 41°2'51 "N 24°38'39 "E), which today is uninhabited and ruined, had a Muslim population, throughout the Ottoman rule. More specifically, in 1912 it had 310 inhabitants, in 1913, 315 inhabitants (160 men and 155 women) and in 1920, 261 inhabitants.

During the Ottoman rule, Bayrakli belonged to the caza of Sari-saban, the sanjak of Drama.

After the exchange of populations between Greece and Turkey, in 1922-1924, 168 Greek refugees settled in the formerly Muslim village.

The village, after the establishment of the Community of Uzun-Kioi (today's Makrychori) in 1919, by the Royal Decree of 13-11-1919, (Government Gazette A 251/1919), belonged to this community.

By Decree of 15-11-1926, (Government Gazette A 413/1926), Bayrakli was renamed to Stenopos.

In 1928 the village had 168 inhabitants, in 1940, 270, in 1961, 140 inhabitants and since then it has continued to wither away, so that today it no longer has any inhabitants.

The access to Sari-saban, (today's Chrysoupoli), was either from the mountain road that descended to Ano or Old Xeria (Kurou dere), or via Zarkadia (Karatzilar).

In the photos I have posted, you can see various views of the village, and in the last four, the ruined Greek primary school.

































Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2024





ΜΙΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΟΧΥΡΩΣΗ (ΚΑΣΤΡΟ), ΒΥΘΙΣΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΛΗΘΗ, ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΟ ΒΟΡΕΙΟ ΑΚΡΟ ΤΩΝ ΒΟΥΝΩΝ ΤΗΒΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗΚΕ ,ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΦΙΛΙΠΠΟ Β’ ΚΑΙ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ Ν’ ΑΝΑΣΚΑΦΕΙ ΚΑΙ Ν’ ΑΝΑΔΕΙΧΘΕΙ!


Προ διμήνου επισκέφθηκα μια εξαιρετική οχύρωση (κάστρο), χαμένη στην πυκνή βλάστηση, η πρόσβαση προς την οποία μπορεί να γίνει μόνο με όχημα που έχει τετρακίνηση. Πρόκειται για το κάστρο (ή φρούριο) του Αερικού ή της Μυρτούσας, όπως συνηθίζεται ν’ αποκαλείται, το οποίο βρίσκεται στο βόρειο άκρο των βουνών της Λεκάνης, ανάμεσα στο έρημο χωριό Αερικό και στο χωριό Μυρτούσα, που κατοικείται ακόμη, απέχει, δε, 18 χιλιόμετρα από την Σταυρούπολη και ανήκει στην Περιφερειακή Ενότητα Ξάνθης, (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 1η και 2η). Το κάστρο αυτό κτίστηκε περίπου το 340 π.Χ., από τον βασιλέα της Μακεδονίας Φίλιππο Β’, (πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου), στην κορυφή ενός λόφου, σε υψόμετρο 614 μέτρων κι εποπτεύει μεγάλο μέρος της κοιλάδας του Παρανεστίου. Κατά την βυζαντινή εποχή πέρασαν απ’ αυτό τα στρατεύματα του Βασ. Βουλγαροκτόνου, του Αλεξίου Κομνηνού και άλλων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου.

Η οχύρωση του Αερικού ή της Μυρτούσας είναι, κατά την γνώμη μου, η ωραιότερη απ’ όλες τις (άνω των εκατό) αρχαίες οχυρώσεις, που κοσμούν τα βουνά της Λεκάνης και γι’ αυτό θεωρώ αναγκαία την χρηματοδότηση, από το Υπουργείο Πολιτισμού, της άμεσης ανασκαφής της, ώστε αυτή, εν συνεχεία, να καταστεί προσιτή στους Έλληνες και σε όσους αγαπούν τον αρχαίο, ελληνικό πολιτισμό!

Αντιγράφω, τώρα, το περιεχόμενο μιας φθαρμένης πινακίδας της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ξάνθης, ((ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 3η έως και 5η), που βρίσκεται στην είσοδο του κάστρου, για να σας δώσω τις αναγκαίες πληροφορίες, για την σπουδαιότητα του άγνωστου αυτού, αρχαιολογικού θησαυρού του τόπου μας και της ανάγκης ανάδειξής του. (Δεν παρεμβαίνω καθόλου στο κείμενο της πινακίδας, παρά μόνο προκειμένου να το συσχετίσω με τις φωτογραφίες που αναρτώ):

«Το φρούριο της Μυρτούσας ή Αερικού βρίσκεται στο ύψωμα «φρούριο» (υψόμ. 614 μ.), στο βορειοδυτικό άκρο της Περιφ. Ενότητας Ξάνθης, δυτικά του ποταμού Νέστου. Απέχει 4 χλμ. από τον οικισμό Μυρτούσα και 800 μ. από τον εγκαταλελειμμένο σήμερα οικισμό Αερικό. Από την κορυφή του υψώματος ελέγχονται μεγάλα τμήματα της κοιλάδας του Νέστου, η οποία, για πολλούς αιώνες, από την προϊστορική (εποχή) έως και την κατασκευή της Εγνατίας οδού, στα ρωμαϊκά χρόνια, αποτελούσε τον βασικό άξονα επικοινωνίας, ανάμεσα στην Μακεδονία και την Θράκη. Η πρώτη επίσκεψη αρχαιολόγου στο φρούριο έγινε το 1973, από τον αρχαιολόγο Διαμαντή Τριαντάφυλλο.

Ο περίβολος είναι κατεστραμμένος σε πολλά σημεία, αλλά από τα σωζόμενα τμήματα συμπεραίνουμε ότι ήταν κυκλικός, με περίμετρο περίπου 200 μ. Περιέκλειε την επίπεδη κορυφή του υψώματος και τα πιο καλοδιατηρημένα του τμήματα είναι το βορειοδυτικό, με μήκος 8,15 μ., ορατό πάχος 1,45 μ. και ύψος 4,10 μ. (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 6η έως και 8η) και το βορειοανατολικό με μήκος 17,40 μ. και μέγιστο ύψος 3,30 μ. Σε μικρό ύψος σώζεται επίσης και το νοτιοδυτικό τμήμα του περιβόλου με μήκος 12,50 μ. και μέγιστο πάχος 2,26 μ. (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 9η έως και 16η).

Είναι κτισμένο με μαρμάρινους γωνιόλιθους, σύμφωνα με το ακανόνιστο τραπεζιόσχημο ή το ακανόνιστο ορθογώνιο σύστημα τοιχοδομίας. Εντυπωσιάζουν οι ανισοϋψείς γωνιόλιθοι με τις οδοντώσεις, τα λοξά λαξεύματα κοντά στους αρμούς και η φυσική ή σφυροκοπημένη επιφάνεια του λίθου.(ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 17η έως και 20ή). Σε μερικούς από τους λίθους σώζονται χαραγμένα γράμματα και σύμβολα (Ε, Λ, C, Γ και άλλα), που χάρασσαν οι τεχνίτες, για να καθορίζουν την ακριβή θέση τους. Σε λίθο του βορειοδυτικού σκέλους, που εντοιχίστηκε εκεί σε δεύτερη χρήση, διαβάζεται ανάστροφα και «επί τα λαιά», δηλαδή προς τα αριστερά, τμήμα επιγραφής με τέσσερα γράμματα (CΕΥΘ), πιθανότατα από το όνομα Σεύθης, γνωστό όνομα βασιλέων και δυναστών της βασιλικής οικογένειας των Οδρυσών (Θρακών).

Το φρούριο τράβηξε την προσοχή των χρυσοθήρων αρκετές φορές στο παρελθόν Στην προσπάθειά τους να ανακαλύψουν κάποιο θησαυρό, προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές. Η πρώτη έγινε το 1976, στο βορειοανατολικό τμήμα, όπου υπάρχει στον τοίχο στόμιο αγωγού (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 21η). Μία δεύτερη επέμβαση έγινε το 1987 στο βορειοδυτικό τμήμα, όπου έσπασαν και έριξαν στο έδαφος μερικούς γωνιόλιθους. Με βάση φωτογραφίες από προγενέστερες επισκέψεις στο μνημείο, τα κατεστραμμένα τμήματα του περιβόλου αποκαταστάθηκαν.

Συστηματική ανασκαφή δεν έχει γίνει ακόμη, αλλά η κατασκευή του συνδέθηκε με τη δραστηριότητα του βασιλιά Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας, όπως και το γειτονικό φρούριο της Καλύβας. Χρονολογείται, επομένως, στον 4ο αιώνα π.Χ.» (Στις ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 22η έως και 25η, βλέπετε θεμελιώσεις αρχαίων κτιρίων, κεραμεική, αρχιτεκτονικό μέλος , που βρίσκονται στην επιφάνεια του συγκεκριμένου, αρχαιολ. χώρου).

Στο παραπάνω περιεχόμενο της πινακίδας της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, εγώ περιορίζομαι να προσθέσω τα εξής:

Δυστυχώς, οι θησαυροθήρες εξακολουθούν το ολέθριο έργο τους! Έχουν, γι’ άλλη μια φορά επέμβει και σκάβουν στον αρχαιολογικό χώρο και ιδιαίτερα κοντά στα τείχη του, που κινδυνεύουν και πάλι, από την άγνοιά τους!

Όπως αναφέρει η πινακίδα της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ξάνθης, η κλασική (μακεδονική) οχύρωση στεφανώνει την κορυφή του συγκεκριμένου λόφου, πλην όμως τις πλαγιές αυτού περιβάλλει μια άλλη οχύρωση, (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 26ην έως και 30ή), που έχει τα εξής χαρακτηριστικά: Πρόκειται για οχύρωση πολύ πιο πρόχειρη από την προηγούμενη, κατασκευασμένη από αργούς λίθους, χωρίς συγκολλητικό κονίαμα (ξερολιθιά). Η ηλικία αυτής της οχύρωσης μοιάζει παλαιότερη της κλασικής, μακεδονικής, παραπέμποντας στις λεγόμενες «θρακικές» οχυρώσεις, που κατά κόρον στεφανώνουν πλήθος βουνοκορφών της υπό εξέταση περιοχής και ένα στοιχείο που συνηγορεί υπέρ αυτής της άποψης είναι ότι, σε κάποια σημεία της, αυτή η παλαιότερη (;) τοιχοποιία συμπληρώθηκε από αρχιτεκτονικά μέλη (δόμους) που είναι όμοιοι με αυτούς της κλασικής οχύρωσης της κορυφής του λόφου (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 31η και 32η).