Θεόδωρος Δ. Λυμπεράκης
Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2025
ΝΤΟΜΑΣΛΙ (DOMESLU Ή DOMASLI), Ο ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΣ ΜΟΥ ΕΡΗΜΟΤΟΠΟΣ: ΑΛΛΟΣ ΕΝΑΣ ΜΕΓΆΛΟΣ, ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ, ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΕΛΑΦΟΧΩΡΙ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ, ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΉΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΒΑΛΑΣ
Σε αμέσως προηγούμενη ανάρτησή μου:
https://www.facebook.com/theodoros.lymperakis?__cft__[0]=AZUbH_NfNd22D5z120eMgaYBwEO0aXrX462HnbJ1GoQkj_3hTV4STRGJuWnHvEVq80t3r1qygwsiByqY1WqucWnXYYEsz7mDQME0dx0yrqU2p_8-0Pt0bbmjrLOCnmQHBIGoE7s6Y8j5CzhTKPTgBSq4sjsvz8laN1wjH_fqseJB8w&__tn__=-UC%2CP-R που ήταν αφιερωμένη στον άγνωστο οικισμό ΓΕΝΙΚΙΟΪ (YENIKÖY), ο οποίος βρισκόταν πολύ κοντά στο Ελαφοχώρι, του Δήμου Νέστου, υποσχέθηκα ότι θα περιγράψω και τον γειτονικό προς το ΓΕΝΙΚΙΟΪ, μεγάλο, μουσουλμανικό οικισμό ΝΤΟΜΑΣΛΙ (DOMESLU Ή DOMASLI) της οθωμανικής περιόδου, που βρίσκεται κοντά στους οικισμούς Ελαφοχωρίου και Μακρυχωρίου, του Δήμου Νέστου.
Ο οικισμός αυτός, που σήμερα είναι ολότελα έρημος κι ερειπωμένος, ήταν κτισμένος σε μια από τις πιο ψηλές κορυφές των νότιων υπωρειών των βουνών της Λεκάνης, (άλλοτε, Τσάλ –νταγ), σε υψόμετρο μεγαλύτερο των 800 μέτρων, (μόνο το Βουνοχώρι του Δήμου Καβάλας είναι τοποθετημένο σ’ ελάχιστα μεγαλύτερο ύψος). Η θέα από τον οικισμό αυτόν είναι υπέροχη, αφού το μάτι εκτείνεται, απεριόριστα, προς την μεγάλη πεδιάδα του ποταμού Νέστου και, πέρα απ’ αυτήν, προς το Αιγαίο πέλαγος, με την Θάσο και την Θασοπούλα, σε πρώτο πλάνο.
Ιδιαίτερη εντύπωση, αλλά και προβληματισμό προκαλούν, τόσο σε μένα, όσο και στον επισκέπτη του έρημου χωριού, έξι (6) παλαιότατοι, (αναγόμενοι τουλάχιστον στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας) δρόμοι, που έφθαναν στο χωριό αυτό ή, αν θέλετε, ξεκινούσαν απ’ αυτό και οι τρεις εκ των οποίων διατηρούνται, σε πολύ κατάσταση, μέχρι σήμερα. Και λέω ότι μου προκαλούν εντύπωση και προβληματισμό αυτοί οι δρόμοι, διότι δεν γνωρίζω, με βεβαιότητα, τους λόγους, για τους οποίους, τόσοι πολλοί, ορεινοί δρόμοι, με τεράστιο, για τα οικονομικά δεδομένα της περιοχής, το κόστος κατασκευής τους, κατά τον 19ο αιώνα και προηγούμενα, οδηγούσαν στο συγκεκριμένο χωριό, υποψιάζομαι, όμως, βάσιμα, ότι οι λόγοι αυτοί ήταν: α) η γειτνίαση του οικισμού με το τεράστιο ορυχείο χρυσού του Μακρυχωρίου, που βρισκόταν σε κοντινό λόφο, ο οποίος, μέχρι σήμερα, ονομάζεται «μεταλλείο», β) η παραγωγή, μετά το 1945, καπνού εκλεκτής ποιότητας, γ) η ύπαρξη, στον οικισμό, ενός μουσουλμανικού τεκέ και δ) η ενασχόληση των κατοίκων με την μεταφορά ξυλείας και κάρβουνου, από το μεγάλο και πυκνό, γειτονικό καστανεοδάσος, που λεγόταν Κεστενέ, κατά την οθωμανική περίοδο, (αγωγιάτες).
Το χωριό αυτό το επισκεφθήκαμε δύο φορές.
Την πρώτη φορά, (ήταν Φεβρουάριος του 2022), ξεκινήσαμε από το χωριό «Άνω Ποντολίβαδο» (άλλοτε, «κάτω» Ντομασλί), παίρνοντας έναν εξαιρετικά καλοφτιαγμένο, λιθόστρωτο δρόμο, (τον οποίο βλέπετε στις φωτογραφίες 1η, 3η, 5η, 6η, 8η, 9η, 13η και 14η). Ο δρόμος αυτός ήταν σοφά φτιαγμένος, έτσι ώστε, μολονότι ανηφορικός, να μην κουράζει ανθρώπους και ζώα, που τον χρησιμοποιούσαν, ενώ, συνάμα, είχε απεριόριστη θέα προς το Αιγαίο πέλαγος, (φωτογραφίες 2η, 4η, 7η και 10η έως και 12η). Ακολουθώντας τον, μια και μέχρι σήμερα διατηρείται σε αρκετά καλή κατάσταση, μπήκαμε στο έρημο χωριό, από τη νότια πλευρά του, όπου συναντήσαμε έναν δεύτερο, άριστα διατηρημένο, λιθόστρωτο δρόμο, (φωτογραφίες 15η έως και 17η), ο οποίος οδηγούσε στο Μακρυχώρι. Από τον δρόμο αυτόν κατεβήκαμε, πράγματι, κι εμείς στο Μακρυχώρι.
Την δεύτερη φορά, (ήταν Οκτώβριος του 2024), πήραμε τον καλοφτιαγμένο, χωμάτινο, δασικό δρόμο, που ξεκίνησε από το Ελαφοχώρι, αφήσαμε στα δεξιά μας τα ερείπια του Γενίκιοϊ, διασχίσαμε τον Κεστενέ - το μεγάλο καστανεοδάσος – (φωτογραφίες 18η έως και 22η), είδαμε, στ’ αριστερά του δρόμου μας, ένα παλαιότατο, μουσουλμανικό νεκροταφείο, (του οποίου ίχνη βλέπετε στις φωτογραφίες 23η έως 25η) και μπήκαμε στο χωριό, από το βορειοδυτικό άκρο του (26η φωτογραφία).
Τα ερείπια του χωριού, που είχε, όταν ήταν ζωντανό, απεριόριστη θέα, προς όλα τα σημεία του ορίζοντα, εκτείνονται και καλύπτουν ολόκληρο το οροπέδιο και φαίνονται στις φωτογραφίες 27η έως και 40ή.
Τα απομεινάρια του μουσουλμανικού τεμένους (τζαμιού) του χωριού τα βλέπετε στις φωτογραφίες 41η έως και 46η και δίπλα στο τέμενος βρίσκονται τα ίχνη του (δεύτερου και μεγαλύτερου), μουσουλμανικού νεκροταφείου, από το οποίο αναρτώ μερικές, επιλεγμένες φωτογραφίες επιτύμβιων στηλών, (φωτογραφίες 47η έως και 55η), ενώ στην 56η φωτογραφία, την οποία έλαβα από το site: https://elafohorikavalas.wordpress.com/2013/09/05/ (κι από το οποίο προέρχονται και μερικές από τις πληροφορίες, που σας παραθέτω στη συνέχεια), φαίνεται μια ενεπίγραφη, επιτύμβια στήλη, με την μετάφρασή της, τόσο στην τουρκική, όσο και στην ελληνική γλώσσα, η οποία βρέθηκε, όπως αναφέρεται στο site, στο μουσουλμανικό νεκροταφείο, που μόλις προηγούμενα περιέγραψα.
Τέλος, στις φωτογραφίες 57η έως και 61η βλέπετε γενικές όψεις του οροπεδίου, στο οποίο ήταν απλωμένο το χωριό.
Έρχομαι, τώρα, να παραθέσω πληροφορίες, για το σημαντικό, αυτό, μουσουλμανικό χωριό, επισημαίνοντας και στο σημείο αυτό, (όπως έκανα και στην προηγούμενη ανάρτησή μου για το Γενίκιοϊ), ότι υπό το ενιαίο όνομα «Ντομασλί» υπήρξαν δύο, ίσως και τρεις, κάποια στιγμή, διαφορετικοί οικισμοί, αφενός μεν το ερειπωμένο (άνω) Ντομασλί, που βρίσκεται σε υψόμετρο άνω των οκτακοσίων (800) μέτρων, στα όρη της Λεκάνης, νότια, αλλά σε ίση περίπου απόσταση από τα σημερινά χωριά Ελαφοχώρι και Μακρυχώρι και στο οποίο αναφέρεται η ανάρτησή μου, (αυτό αναφέρεται στους οθωμανικούς και παλαιότερους, ελληνικούς χάρτες ως «Ano Domasli ruins», αφετέρου δε ο σημερινός (προσφυγικός) οικισμός του Άνω Ποντολίβαδου, που βρίσκεται στις παρυφές της πεδιάδας του Νέστου, κοντά στον οικισμό της Νέας Κώμης και ονομάζεται σήμερα Άνω Ποντολίβαδο, (προς διάκριση από το «Κάτω Ποντολίβαδο», ένα προσφυγικό χωριό, κτισμένο επί της παλαιάς, εθνικής οδού Καβάλας – Ξάνθης), στους προαναφερθέντες, όμως χάρτες εμφανίζεται, αλλού μεν ως «Ano Domasli», αλλού δε ως «Kislak Domasli». Και στην ανάρτησή μου αυτή, επαναλαμβάνω ότι, αν σφάλλω, στην εκτίμησή μου αυτή, θα χαρώ, αν κάποιος φίλος με διορθώσει, παραθέτοντας σχετικά στοιχεία.
Το Ντομασλί, πριν τους βαλκανικούς πολέμους, (1912-1913), είχε 330 Μουσουλμάνους κατοίκους, Οθωμανούς υπηκόους, οι οποίοι τον Αύγουστο του 1915 είχαν γίνει 335, (197 άνδρες και 138 γυναίκες). ( ΦΕΚ α’ 112/28-3-1915) - «Στατιστικοί πίνακες του πληθυσμού, κατ’ εθνικότητας, των νομών Σερρών και Δράμας, ¨που συντάχθηκαν από την Επιτελική Υπηρεσία του Ελληνικού στρατού, το έτος 1919).
Κατά το έτος 1919, με το από 13-11-1919 βασιλικό διάταγμα, (ΦΕΚ Α 251/1919), ιδρύθηκε η κοινότητα Ουζούν – κιοϊ (αργότερα, Μακρυχωρίου), της οποίας το Ντομασλί αποτέλεσε έναν από τους πρωταρχικούς οικισμούς, που την δημιούργησαν.
Το έτος 1920, στο Ντομασλί κατοικούσαν 318 Μουσουλμάνοι, από τους οποίους, οι 156 ήταν άνδρες και οι 162 γυναίκες. (ΦΕΚ 251 Α ,20-11-1919 - «Στοιχεία συστάσεως και εξελίξεως των Δήμων και Κοινοτήτων», που συνέταξε η Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος, το έτος 1962 – κεφάλαιο 20. ΝΟΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ, σελίδα 112).
Όταν, όμως, κατά το έτος 1922, στα πλαίσια της συνθήκης της Λωζάνης, που είχε συναφθεί μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας, έλαβε χώρα η γνωστή σε όλους ανταλλαγή των πληθυσμών, στο Ντομασλί, (στο οποίο αναφέρεται η ανάρτησή μου αυτή), εγκαταστάθηκαν μόνο 69 Έλληνες πρόσφυγες από την Μικρά Ασία, (37 άνδρες και 32 γυναίκες). (Απογραφή πληθυσμού στις 18-10-1923, από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία).
Με το από 15-11-1926 Διάταγμα, (ΦΕΚ Α 413/1926), το Ντομασλί μετονομάστηκε σε «Ποντολείβαδο», όνομα που αργότερα διορθώθηκε σε «Ποντολίβαδο», εξακολούθησε, όμως, ν’ αποτελεί συνοικισμό της Κοινότητας Ουζούν – κιοϊ, η οποία, με το ίδιο Διάταγμα, μετονομάστηκε σε κοινότητα Μακρυχωρίου.
Κατά το έτος 1927, το χωριό αποσπάστηκε από την κοινότητα Μακρυχωρίου και εντάχθηκε στη νέα κοινότητα Δουκαλίου, που συστάθηκε τότε, με το Διάταγμα της 2-8-1927 (ΦΕΚ Α 167/1927). (Η κοινότητα Δουκαλίου μετονομάστηκε σε κοινότητα Πετροπηγής, με το από 4-2-1954 Βασιλικό Διάταγμα, ΦΕΚ Α’ 25/1954).
Στην απογραφή της 15-16 Μαϊου 1928, στο χωριό «Ποντολίβαδο» φέρονται να κατοικούν 135 κάτοικοι, (65 άνδρες και 70 γυναίκες). Επρόκειτο, όμως, για το Ντομασλί, ή για το σημερινό, ζωντανό οικισμό «Άνω Ποντολίβαδο», στον οποίο είχαν ήδη εγκατασταθεί Πόντιοι πρόσφυγες;
Κατά το έτος 1929, με το από 18-10-1929 Διάταγμα, (ΦΕΚ Α 384/1929), συστάθηκε η Κοινότητα Νέας Κώμης, έκτοτε, όμως, αρχίζει η σύγχυση:
Οι συνοικισμοί που αποτέλεσαν τη νέα κοινότητα ήταν η Νέα Κώμη, το Άνω Ποντολίβαδον και το Ποντολίβαδον, πλην, όμως, με το από 20-3-1933 Διάταγμα, (ΦΕΚ Α’ 77/1933), από την κοινότητα Δουκαλίου αποσπάσθηκε ο οικισμός «Ποντολείβαδον» κι εντάχθηκε κι αυτός στην κοινότητα Νέας Κώμης, στην οποία, έτσι, το 1933 φαίνονται να υπάρχουν τρεις οικισμοί, με το όνομα Ποντολίβαδον (ή Ποντολείβαδον). ΗΤΑΝ, ΑΡΑΓΕ, ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΠ’ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟ ΝΤΟΜΑΣΛΙ, ΠΟΥ ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΜΟΥ; ΘΑ ΣΑΣ ΠΩ ΤΙ ΠΙΣΤΕΥΩ, ΕΥΧΟΜΑΙ, ΟΜΩΣ, ΑΝ ΣΦΑΛΛΩ, ΝΑ ΜΕ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙ ΟΠΟΙΟΣ ΓΝΩΡΊΖΕΙ:
Όπως προανέφερα, ήδη μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος – Τουρκίας και συγκεκριμένα το 1924, στο Ντομασλί, (το χωριό, σε υψόμετρο άνω των 800 μέτρων, που περιγράφω σήμερα), εγκαταστάθηκαν μόλις 69 Έλληνες πρόσφυγες. Αυτό σημαίνει, ότι το συγκεκριμένο χωριό δεν φαινόταν να έχει μέλλον, λόγω της μεγάλης απόστασής του από την πεδιάδα του ποταμού Νέστου και την εθνική οδό Καβάλας – Ξάνθης. Αντίθετα, το 1924 Πόντιοι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στο συνοικισμό Ποντολίβαδο, που βρίσκεται λίγο βορειότερα της προαναφερθείσας οδού και σήμερα ονομάζεται Άνω Ποντολίβαδο. Αργότερα, κάποιοι από τους πρόσφυγες αυτούς «κατέβηκαν» νοτιότερα, πιο κοντά στην εθνική οδό, πάνω στον άξονα της οποίας ίδρυσαν άλλον ένα συνοικισμό, που σήμερα ονομάζεται απλώς Ποντολίβαδο. Όταν, λοιπόν, στις απογραφές των ετών 1940 και 1951, αναφέρεται ότι ο οικισμός Ποντολίβαδο της κοινότητας Νέας Κώμης είχε, αντίστοιχα, 346 και 220 κατοίκους, στην δε απογραφή του 1961 αναφέρεται ότι ο μεν οικισμός Άνω Ποντολίβαδον είχε 348 κατοίκους, ο δε οικισμός Ποντολίβαδον, (που δεν υπήρχε στις προηγούμενες απογραφές), 126 κατοίκους, πρόκειται, προφανώς, στις μεν δύο πρώτες απογραφές για το σημερινό Άνω Ποντολίβαδο, στην δε απογραφή του 1961 τόσο το Άνω Πονρτολίβαδο, όσο, όμως και το (κάτω) Ποντολίβαδο, δηλαδή ο οικισμός επί της εθνικής οδού, που εμφανίζεται, για πρώτη φορά, με 126 κατοίκους. Νομίζω, κατόπιν αυτού, ότι το παλιό χωριό Ντομασλί είχε πάψει να κατοικείται, πολύ πριν τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο και δεν αναφερόταν, πια, στις απογραφές, αν δε τυχόν, είχε, για κάποιο, χρονικό διάστημα μετά το 1928, κάποιους, ελάχιστους κατοίκους, αυτοί υπολογίζονταν στον αριθμό των κατοίκων του Άνω Ποντολίβαδου (ή, εγώ θα το έλεγα, «κάτω» Ντομασλί). Πάντως, υπέρ της άποψής μου για την πλήρη ερήμωση του Ντομασλί, αρκετά πριν τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, συνηγορεί και η κατάσταση των ερειπίων του, που μαρτυρούν πολύχρονη και όχι πρόσφατη εγκατάλειψη.
Θα κλείσω την ανάρτηση αυτή με τα εξής, δύο ενδιαφέροντα, ιστορικά στοιχεία:
Στο Σαλναμέ του Βιλαετιού της Θεσσαλονίκης, του έτους 1902, που αναφέρεται στον Καζά (Επαρχία) του Σαρίσαμπαν, υπάρχει ένα κείμενο, το οποίο δημοσίευσαν: α) ο Εσάτ Χαλίλ Έγκελεν, στην «επετηρίδα της Θεσσαλονίκης του 1322 (1906), με τίτλο «ΣΑΡΙΣΑΜΠΑΝ (ΧΡΥΣΟΥΠΟΛΗ), που υπογράφει ο «Εσάτ Χαλίλ Έγκελεν – Σύλλογος ανταλλαγέντων Λοζάνης») και β) ο κ. Ιορδάνης Βλαχόπουλος, («ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΧΡΥΣΟΥΠΟΛΕΩΣ 3 – ΣΑΡΙΣΑΜΠΑΝ 1902»).
Στο εν λόγω, δημόσιο, Οθωμανικό έγγραφο και στο κεφάλαιο με τίτλο «βιγλάτορες του Σαρίσαμπαν», μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι στο Ντομασλί υπήρχε, στην διάρκεια της κατοίκησής του από Μουσουλμάνους, ένας μικρός τεκές, στον οποίο, όπως και στους τεκέδες άλλων, γειτονικών χωριών, κάθε χρόνο διοργανώνονταν μονοήμερα ή διήμερα πανηγύρια, που προσέλκυαν και τους κατοίκους των γύρω περιοχών.
Τέλος, θεωρώ ότι η ευημερία του Ντομασλί, μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος- Τουρκίας, οφειλόταν κυρίως στην καλλιέργεια εκλεκτών ποικιλιών καπνού. Αυτό μαρτυρείται από τα εξής, ιστορικά τεκμήρια:
Ο Γάλλος στρατιωτικός Tromelin, (στο σύγγραμμά του, με τίτλο «Itineraire d’ un voyage …. (Deuxieme et derniere partie»), διερχόμενος από την περιοχή του Νέστου το έτος 1807, ανέφερε ότι οι Τούρκοι κάτοικοι των πολλών χωριών, που ήταν κτισμένα στ’ αριστερά της πορείας του, ασχολούνταν κυρίως με την καλλιέργεια καπνού και τη βαμβακονηματουργία.
Ο Γάλλος πρόξενος Esprit Marie Couzinery, (στο σύγγραμμά του, με τίτλο «Voyage dans la Macedoine»), περιγράφοντας το ταξίδι του στην Μακεδονία, που έλαβε χώρα οπωσδήποτε προτού εκδώσει το σύγγραμμά του, το έτος 1831, επεσήμαινε ότι η πεδιάδα του Σαρίς – αμπάν, σε απόσταση μεν δύο λευγών από την Καβάλα καληυπτόταν από ελαιόδενδρα, στη συνέχεια δε αυτή γινόταν ολοένα και περισσότερο παραγωγική, καλλιεργούμενη με κάθε είδους σιτηρά και με τον καπνό ν’ αποτελεί ένα από τα πιο βασικά προϊόντα της.
Ο Βασίλειος Νικολαϊδης, στο έργο του «Les Turks et la Turquie contemporaine», που εκδόθηκε το έτος 1859, ανέφερε πως η πεδιάδα του Νέστου, η πιο εύφορη, ίσως, περιοχή της Θράκης σε σιτηρά, ρύζι, βαμβάκια και κυρίως καπνά, προσέφερε στα μάτια ένα θαυμάσιο τοπίο, το οποίο διέκοπταν συστάδες δένδρων, καλλιεργημένοι αγροί και ρυάκια νερού.
Ο Γάλλος έμπορος A. Viquesnel (στο σύγγραμμά του, με τίτλο «Voyage dans la Turquie d’ Europe») περιέγραφε ότι, το έτος 1868, στην περιοχή του Σαρή Σαμπάν είδε να καλλιεργούνται καπνός και καλαμπόκι. Παρέθεσε, μάλιστα, έναν πίνακα, στον οποίο περιέγραφε την παραγωγή καπνού της ποικιλίας «μπασμά», συσκευασμένου σε μπάλες βάρους, κατά μέσο όρο, 42,5 οκάδων, στα χωριά που αναφέρονται σ’ αυτόν, μεταξύ των οποίων δεν αναγράφονταν μεν το Ντομασλί, αναγράφονταν, όμως, άλλα, γειτονικά, ημιορεινά χωριά, όπως το Ουζούν – κουγιού (Μακρυχώρι), Καρατζά κουγιού (Ζαρκαδιά), Καρατζιλάρ (Ελαφοχώρι), καθώς και πολλά άλλα χωριά, κτισμένα σε χαμηλότερο υψόμετρο, όπως Καγιά μπουνάρ (Πετροπηγή), Μπουγιούκ Κεζέρ, Μπαϊρακλή (Στενωπός), Ντερενλή, Ντογράν, Κουρούντερέ (Ξεριάς), Μπεκτεμίς, Καρά Κετιρλί, Τσιομπανλή, Ιντζιές (Παράδεισος).
Η επίσημη εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας, (Journal officiel de la République française. Lois et décrets), έγραφε, στις 12-02-1873, ότι το λιμάνι της Καβάλας είχε γίνει μεν γνωστό στον εμπορικό κόσμο μόλις 25 χρόνια πριν, όταν απέκτησε ιδιαίτερη σημασία, ως ένα από τα κύρια σημεία διάθεσης (εξόδου) των προϊόντων της Μακεδονίας, ωφελήθηκε όμως ιδιαίτερα, αφότου άρχισε να καλλιεργείται στην περιοχή ο καπνός, ο οποίος διετίθετο στη Γερμανία, τη Ρωσία, την Ιταλία και την Αυστρία, στις Ηγεμονίες του Δούναβη και στην Αγγλία, χώρες που κατανάλωναν μεγάλο μέρος της παραγωγής αυτού του προϊόντος. «Παρόλο που αυτό το προϊόν παράγεται στο ίδιο έδαφος, έχει πολλές ποικιλίες. Οι Γερμανοί κι οι Αυστριακοί προτιμούν ιδιαίτερα τις ποικιλίες που καλλιεργούνται στις περιοχές της Δράμας και του Σαρί σαμπάν. Στην τελευταία, το έτος 1873 παράχθηκαν 1.900.000 λίβρες καπνού, (1 λίβρα = 450 περίπου γραμμάρια), 70.000 περισσότερες από την προηγούμενη χρονιά. Η ίδια περιοχή παράγει, επίσης, 500.000 λίβρες καπνού που καλλιεργείται σε λόφους και πεδιάδες κι ονομάζεται γκιουμπέκ. Πρόκειται για καπνό που πωλείται σε πολύ καλή τιμή στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και σ’ ολόκληρη γενικά την Τουρκία. Έχει χρυσαφένιο χρώμα και η τιμή του ποικίλλει από 3 έως 7 sh. (;;) η λίβρα. 50.000 λίβρες αυτής της ποικιλίας πωλούνται στην Αυστρία, 60.000 στην Ρωσία και 11.000 στις Ηγεμονίες του Δούναβη.
Στο Δελτίο στατιστικής και συγκριτικής νομοθεσίας, του Υπουργείου Οικονομικών της Γαλλίας, Ministère des finances. «Bulletin de statistique et de législation compare». (1877-07). (Πηγή: gallica.bnf.fr/Bibliothèque nationale de France). αναφέρονταν τα εξής ενδιαφέροντα:
Η Μακεδονία είναι το πραγματικό κέντρο της καλλιέργειας του καπνού στην Ευρωπαϊκή Τουρκία: Οι πλούσιες λεκάνες του Καρασού, του Βαρδάρη και του Στρούμα είναι αυτές που παράγουν εξαιρετικά και αρωματικά καπνά, τα οποία αγαπά πολύ ολόκληρος ο κόσμος. Τα προϊόντα αυτά είναι γνωστά με τα ονόματα της Δράμας, της Πράβιστας, του Ντεμιρλί, της Γενιτζέ και του Σαρίσαμπάν και διακρίνονται σε πεδινά και ορεινά καπνά. Τα καπνά της πεδιάδας χαίρουν πολύ μεγαλύτερης εκτίμησης και περιλαμβάνουν τις παραγωγές των ποικιλιών Κίρ και Περσιστάν στην περιοχή της Δράμας, το σύνολο της παραγωγής του Σαρί σαμπάν, ένα μέρος αυτής της Γενιτζέ και της Πράβιστα και, κυρίως, τα καπνά της ποικιλίας Γκιουμπέκ ή Γκιουμπέ, τα οποία μπορεί κάποιος να ονομάσει «σπουδαίες παραγωγές της Ανατολής».
Η συνολική παραγωγή της Μακεδονίας ανέρχεται περίπου σε 5.000.000 κιλά, από τα οποία τα 1.500.000 κιλά από την περιοχή της Δράμας, 900.000 κιλά από το Σαρίσαμπάν, 2.000.000 κιλά από την περιοχή της Γενιτζέ και τα υπόλοιπα από την περιοχή της Πράβιστα. Η συνολική ποσότητα καπνών της ποικιλίας Γκιουμπέκ που παράγεται ετησίως δεν ξεπερνά ποτέ τα 500.000 κιλά.
Αυτά είναι τα καπνά που παρέχουν (στο κράτος) τους πιο σημαντικούς δασμούς, είτε εξάγονται στις άλλες επαρχίες της αυτοκρατορίας, είτε σε ξένα κράτη: Η Ρωσία, η Ρουμανία, η Αυστρία, η Αγγλία, η Ιταλία και η Γαλλία παίρνουν από αυτά τα καπνά σημαντικές ποσότητες, οι οποίες δεν είναι λιγότερες από 3.000.000 κιλά ετησίως. Τα λιμάνια φόρτωσής τους είναι αυτά του Πόρτο Λάγος, της Καβάλλας και της Θεσσαλονίκης.
Αυτή, λοιπόν, η θέση του Ντομασλί, σε υψόμετρο στο οποίο ευδοκιμούσε η καλλιέργεια εκλεκτών ποικιλιών καπνού, σε συνδυασμό με τα προϊόντα του γειτονικού, μεγάλου καστανεοδάσους του και με τα πλούσια μεταλλεία του, εξηγεί την ευμάρεια των κατοίκων του, την οποία αποδεικνύουν, το πλήθος των καλοφτιαγμένων δρόμων, που οδηγούσαν σ’ αυτό και η ευμάρεια των κατοίκων του, οι οποίοι διατηρούσαν μεγάλο τέμενος, μικρό τεκέ, είχαν πολλές και μεγάλες κατοικίες και κοσμούσαν τους τάφους τους με περίτεχνες, πολλές φορές ενεπίγραφες, επιτύμβιες στήλες.
MY BELOVED DOMESLU OR DOMASLI, ANOTHER LARGE, UNKNOWN SETTLEMENT, NEAR THE ELAFOCHORI, OF THE MUNICIPALITY OF NESTOS, IN THE REGIONAL UNIT OF KAVALA
In my immediately previous post:
https://www.facebook.com/theodoros.lymperakis?__cft__[0]=AZUbH_NfNd22D5z120eMgaYBwEO0aXrX462HnbJ1GoQkj_3hTV4STRGJuWnHvEVq80t3r1qygwsiByqY1WqucWnXYYEsz7mDQME0dx0yrqU2p_8-0Pt0bbmjrLOCnmQHBIGoE7s6Y8j5CzhTKPTgBSq4sjsvz8laN1wjH_fqseJB8w&__tn__=-UC%2CP-R which was dedicated to the unknown settlement YENIKÖY, which was located very close to Elafochori, in the Municipality of Nestos, I promised that I would also describe the neighbouring, large Muslim settlement of DOMESLU or DOMASLI of the Ottoman period, which is located near the settlements of Elafochori and Makrichori, in the Municipality of Nestos.
This settlement, which today is completely deserted and ruined, was built on one of the highest peaks of the southern slopes of the mountains of Lekani, (formerly called Tsal-dag), at an altitude of more than 800 metres (only Vounochori, in the Municipality of Kavala, is situated at a slightly higher altitude). The view from this settlement is magnificent, since the eye extends, without limit, to the great plain of the river Nestos and, beyond it, to the Aegean Sea, with Thassos and Thassopoula in the foreground.
Particularly impressive, but also a cause for concern, both to me and to the visitor of the desert village, are six (6) very old roads, (dating back at least to the period of Ottoman rule), which reached this village or, if you wish, started from it and three of which are preserved, in a very good condition, until today. And I say that these roads cause me impression and concern, because I do not know, with certainty, the reasons, why so many mountain roads, with huge, for the economic standards of the region, the cost of their construction, in the 19th century and earlier, led to this village, but I suspect, however, that these reasons were: a) the proximity of the settlement to the huge gold mine of Makrychori, which was located on a nearby hill, which, until today, is called "The Mine", b) the production, after 1945, of tobacco, of fine quality, c) the existence of a Muslim “teke” in the settlement and (d) the occupation of the inhabitants with the transport of wood and coal, from the large and dense neighbouring chestnut forest, called Kestené during the Ottoman period (conductors).
We visited this village twice.
The first time, (it was February 2022), we started from the village of "Upper Pontolivado" (formerly "Lower Domasli"), taking an extremely well-made, paved road, (which you can see in photos 1, 3, 5, 6, 8, 9, 13 and 14). This road was wisely built so that, although it was uphill, it did not tire the people and animals using it, while, at the same time, it had an unlimited view of the Aegean Sea (photos 2, 4, 7 and 10 to 12). Following it, since it is still in a fairly good condition, we entered the deserted village from its southern side, where we met a second, well-preserved, cobbled road (photos 15th to 17th), which led to Makrichori (Uzun – koyu). It was from this road, that we also descended to Makrichori.
The second time, (it was October 2024), we took the well-built, dirt, forest road, which started from Elafochori, left the ruins of Yenikoy on our right, crossed Kestene - the large chestnut forest - (photos 18th to 22nd), saw, on the left of our road, an old Muslim cemetery (traces of which can be seen in photos 23rd to 25th) and entered the village from its north-western end (photo 26th).
The ruins of the village, which had, when it was alive, an unlimited view, to all points of the horizon, extend and cover the entire plateau and can be seen in photos 27th to 40th.
The remains of the Muslim mosque (cami) of the village can be seen in photos 41 to 46 and next to the mosque are the traces of the (second and larger) Muslim cemetery, from which I am posting some selected photos of tombstone columns (photos 47 to 55), while in the 56th photo, which I received from the site: https://elafohorikavalas. wordpress.com/2013/09/05/ (and from which are some of the information, that I quote below), shows an inscribed tombstone, with its translation, both in Turkish and in Greek language, which was found, as mentioned in the site, in the Muslim cemetery, which I have just described earlier.
Finally, in photos 57th to 61st, you can see general views of the plateau, on which the village was spread out.
I come now to quote some information, about this important Muslim village, pointing out (as I did in my previous post, about Yenikoy), that under the single name "Domasli" there were two, perhaps three, at one time, different settlements, on the one hand the ruined (upper) Domasli, located at an altitude of more than eight hundred (800) meters, in the mountains of Lekani, to the south but at about the same distance, from the present villages of Elafochori and Makrichori, and to which my post refers, (this is referred to, in Ottoman and older, Greek maps, as "Ano Domasli ruins", and the present (refugee) settlement of Ano Pontolivado, located on the edge of the Nestos plain, near the settlement of Nea Komi, which is now called Ano Pontolivado, (to distinguish it from 'Kato Pontolivado', a refugee village, built on the old Kavala - Xanthi national road), but in the above-mentioned maps it appears elsewhere as 'Ano Domasli' and elsewhere as 'Kislak Domasli'. And in this post, I repeat that, if I am wrong in my assessment, I will be glad, if a friend corrects me, by quoting relevant data.
Domasli, before the Balkan wars (1912-1913), had 330 Muslim inhabitants, Ottoman citizens, which, by August 1915, had become 335 (197 men and 138 women).
In the year 1919, the community of Uzun-Koy (later, Makrychori) was founded, of which Domasli was one of the primary settlements, that created it.
In the year 1920, Domasli was inhabited by 318 Muslims, of whom 156 were men and 162 women. But when, in 1922, in the framework of the Treaty of Lausanne, which had been concluded between Greece and Turkey, the well-known exchange of populations took place, in Domasli (to which this post refers), only 69 Greek refugees from Asia Minor (37 men and 32 women) settled.
On 15-11-1926, Domasli was renamed "Pontoleivado", a name later corrected to "Pontolivado", but it continued to be a settlement of the Community of Uzun-Koy, which was renamed “the community of Makrychori”.
In 1927, the village was detached from the community of Makrychori and joined the new community of Doukalion, (the community of Doukalion was renamed “the community of Petropigi”.
In the year 1928, the village 'Pontolivado' is said to have 135 inhabitants (65 men and 70 women). However, it was for Domasli, or for the current, living settlement of "Upper Pontolivado", where Pontian refugees had already settled?
In 1929, the Community of Nea Komi was established, but since then, confusion begins:
The settlements, that made up the new community, were Nea Komi, Upper Pontolivadon and Pontolivadon, except, however, in the year 1933, the settlement "Pontolivadon" was detached from the community of Doukalion and was also included in the community of Nea Komi, in which, thus, in 1933, there appear to be three settlements, with the name Pontolivadon (or Pontolivadon). I WONDER IF ANY OF THEM WAS THE DOMASLI VILLAGE, I DESCRIBE IN MY PRESENT POST? I WILL TELL YOU WHAT I BELIEVE, BUT I HOPE, IF I AM WRONG, THAT ANYONE, WHO KNOWS, WILL CORRECT ME:
As I mentioned above, already after the exchange of populations, between Greece and Turkey, and specifically in 1924, only 69 Greek refugees settled in Domasli (the village, at an altitude of over 800 meters, which I am describing today).
This means that this village did not seem to have a future, due to its great distance from the plain of the river Nestos and the Kavala-Xanthi national road. Instead, in 1924, refugees from Pontos settled in the settlement of Pontolivado, which is located a little north of the afore-mentioned road and is now called Ano (Upper) Pontolivado. Later, some of these refugees 'descended' further south, closer to the national road, on the axis of which they founded another settlement, today called simply Pontolivado. Thus, when, in the censuses of 1940 and 1951, it is stated that the settlement of Pontolivado, of the community of Nea Komi, had, respectively, 346 and 220 inhabitants, in the census of 1961 it is stated that the settlement of Ano Pontolivado had 348 inhabitants, and the settlement of Pontolivado (which did not exist in the previous censuses), 126 inhabitants, obviously, in the first two censuses it is about the present Upper Pontolivado, but in the 1961 census both Upper Pontolivado and (lower) Pontolivado, i.e. the settlement on the national road, which appears, for the first time, with 126 inhabitants. I think, then, that the old village of Domasli had ceased to be inhabited, long before the Second World War and was, no longer, mentioned in the censuses, and if it had, for some period of time after 1928, some few inhabitants, they were counted in the number of inhabitants of Upper Pontolivado (or, I would call it, "lower" Domasli). Anyway, in favour of my view of the complete desolation of Domasli, well before the Second World War, is the state of its ruins, which testify to long and not recent abandonment.
I will close this post with the following two interesting historical facts:
In the Salname of the Vilayet of Thessaloniki, of the year 1902, which refers to the Kaza (Province) of Sarisaban, there is a text, which was published by: (a) Eshat Khalil Egelen, in the "Yearbook of Thessaloniki of 1322 (1906), entitled "SHARISABAN (CHRISUBOLI), signed by "Eshat Khalil Egelen - Lausanne Exchange Association") and (b) Mr. Iordanis Vlahopoulos, ("HISTORICS OF CHRYSOOPOLEOS 3 - SARISABAN 1902")
In this public Ottoman document and in the chapter entitled "the villagers of Sarisaban", it is mentioned, among other things, that in Domasli, during its occupation by Muslims, there was a small “teke”, in which, as in the “tekes” of other, neighbouring villages, one-day or two-day festivals were organised every year, which attracted the inhabitants of the surrounding areas.
Finally, I believe that the prosperity of Domasli, until the exchange of populations between Greece and Turkey, was mainly due to the cultivation of fine varieties of tobacco. This is attested by the following historical evidence:
The French captain, called Tromelin, (in his book, entitled "Itineraire d' un voyage .... (Deuxieme et derniere partie"), passing through the region of Nestos, in the year 1807, reported that the Turkish inhabitants of the many villages, built on the left of his route, were mainly engaged in tobacco cultivation and the cotton industry.
The French consul, Esprit Marie Couzinery, (in his book "voyage dans la Macedoine"), describing his trip to Macedonia, which took place before he published his book in 1831, pointed out that the plain of “Saris-Aban”, at a distance of two leagues from Kavala, was covered with olive trees, and then it became more and more productive, cultivated with all kinds of cereals and with tobacco being one of its most basic products.
Vassilios Nicolaides, in his work 'Les Turks et la Turquie contemporaine', published in 1859, stated that the plain of Nestos, perhaps the most fertile area of Thrace , in terms of cereals, rice, cotton and, above all, tobacco, offered a magnificent landscape to the eye, interspersed with clumps of trees, cultivated fields and streams of water.
The French merchant A. Viquesnel (in his book Voyage dans la Turquie d'Europe) described that, in 1868, he saw tobacco and corn growing in the region of Sari Saban. He even provided a table, in which he described the production of tobacco of the 'basma' variety, packaged in bales weighing an average of 42,5 ounces, in the villages mentioned in the report. Although Domasli was not mentioned, other neighbouring, semi-mountainous villages, such as Uzun-Kuyu (Makrichori), Karaca-Kuyu (Zarkadia), Karajilar (Elafochori), as well as many other villages, built at lower altitudes, such as Karaca Koyun, Karajialar (Zarkadia), Kaya bunar (Petropigi), Buyuk Kezer, Bairakli (Stenopos), Derenli, Dogran, Kouroudere (Xerias), Bektemis, Kara Ketirli, Tsiobanli, Injies (Paradisos).
The official journal of the French Republic, (Journal officiel de la République française. Lois et décrets), reported on 12-02-1873, that the port of Kavala had become known, to the commercial world, only 25 years before, when it became particularly important, as one of the main points of distribution (exit) of the products of Macedonia, but that it benefited, particularly after tobacco began to be cultivated in the region, which was exported to Germany, Russia, Italy and Austria, the Danube Principalities and England, countries that consumed a large part of the production of this product. "Although this product is produced in the same territory, it has many varieties. The Germans and Austrians particularly prefer the varieties grown in the regions of Drama and Sarisaban. In the latter, in the year 1873, 1,900,000 pounds of tobacco were produced, (1 pound = about 450 grams), 70,000 more than in the preceding year. The same district also produces 500,000 pounds of tobacco, grown on hills and plains and called gubek. This tobacco is sold at a very good price, in Istanbul, Izmir and throughout Turkey, in general. It is of a golden colour, and its price varies from 3 to 7 sh. (???) a pound. 50,000 pounds of this variety are sold in Austria, 60,000 in Russia, and 11,000 in the Danube Dominions.
In the "Bulletin de statistique et de législation compare" (1877-07) (Source: gallica.bnf.fr/Bibliothèque nationale de France) is mentioned:
Macedonia is the real centre of tobacco cultivation in European Turkey: It is the rich basins of Karasu, Vardar and Strouma that produce excellent and aromatic tobaccos, which are much loved by the whole world. These products are known by the names of Drama, Pravista, Demirli, Yenice and Sarisaban and are divided into lowland and mountain tobaccos. Plain tobaccos are much more highly regarded and include the production of the Kir and Persistan varieties, in the Drama region, all of the production of Sari Saban, part of that of Yenice and Pravista and, above all, the tobaccos of the Gubeck or Gube variety, which can be called 'great Eastern productions'.
The total production of Macedonia is approximately 5 000 000 kg, of which 1 500 000 kg from the region of Drama, 900 000 kg from Sarisaban, 2 000 000 kg from the region of Yenice and the rest from the region of Pravista. The total quantity of tobacco of the Gubeck variety produced annually never exceeds 500 000 kg.
These are the tobaccos that provide (the state) with the most important duties, whether exported to the other provinces of the empire or to foreign states: Russia, Romania, Austria, Austria, England, Italy, and France take from these tobaccos considerable quantities, which are not less than 3,000,000 kilos per annum. Their ports of loading are those of Porto Lagos, Kavala and Thessaloniki.
This, therefore, the position of Domasli, at an altitude, at which the cultivation of fine varieties of tobacco flourished, together with the products of its neighbouring, large chestnut forest and its rich mines, explains the prosperity of its inhabitants, to which they give evidence, the multitude of well-built roads leading to it and the prosperity of its inhabitants, who maintained a large mosque, a small teke, had many large houses and adorned their tombs with elaborate, often inscribed, tombstones.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)