Παρασκευή 7 Ιουλίου 2023

Η ΥΠΕΡΟΧΗ ΑΝΟΙΞΗ ΣΤΑ ΟΡΗ ΛΕΚΑΝΗΣ, ΔΕΜΕΝΗ ΑΞΕΠΕΡΑΣΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΜΑΚΡΑΙΩΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ



Την περασμένη Κυριακή, με τον Φίλιππο Πάχτα, φίλο και αχώριστο συνοδοιπόρο στις περιηγήσεις μου στην τοπική ιστορία, θελήσαμε να επισκεφθούμε μια ακόμη, (νομίζω, την 67η κατά σειρά), αρχαία οχύρωση, από αυτές του λεγόμενου, συμβατικά, «θρακικού τύπου», στις οποίες αφιέρωσα αρκετές από τις μέχρι τώρα αναρτήσεις μου και οι οποίες βρίσκονται, όλες, στα όρη της Λεκάνης, που λέγονταν Τσάλ-νταγ, στα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας κι αποτελούν, ουσιαστικά, την δυτικότερη απόληξη της οροσειράς της Ροδόπης.

Η συγκεκριμένη οχύρωση βρίσκεται σε λόφο που δεσπόζει του οικισμού της Λεκάνης και η πρόσβαση προς αυτήν είναι δυνατή, μέσα από πυκνό δάσος οξιάς, όμοιο με τα δάση οξιάς του Παγγαίου όρους. Στο δάσος αυτό, επειδή βρίσκεται σε υψόμετρο χιλίων περίπου μέτρων, κυριαρχεί ακόμη, αυτή την εποχή, μια υπέροχη άνοιξη, γεμάτη αγριολούλουδα και κάθε λογής ευωδιές!

Η διάσχιση του σχεδόν απάτητου δάσους ήταν πραγματική απόλαυση! Μια πανδαισία χρωμάτων, στα οποία κυριαρχούσε το πράσινο, μια απόλυτη γαλήνη, που την διέκοπταν μόνο κάποια κελαϊδίσματα πουλιών και τίποτε άλλο!

Στο τέλος της διαδρομής μας, υψώθηκε μπροστά μας ο απότομος, ο επιβλητικός όγκος του λόφου, που έχει την κορυφή του στεφανωμένη με το αρχαίο, θρακικό κάστρο, φτιαγμένο, όπως όλα τα όμοιά του, από ξερολιθιά, (ακανόνιστους ασβεστόλιθους), χωρίς την παραμικρή, συγκολλητική ουσία!

Το μεγαλύτερο μέρος της πανάρχαιας αυτής οχύρωσης, στις απόκρημνες, δυτική και νότια, πλευρές της, έχει κυλήσει στους γκρεμούς, αλλά στις υπόλοιπες πλευρές της διατηρείται στην θέση της, γκρεμισμένη, φυσικά, από τους άγριους καιρούς, κύρια, όμως, από την δράση των αρχαιοκαπήλων. 

Ίχνη κτισμάτων διακρίνονται στο εσωτερικό της οχύρωσης, ενώ η θέα απ’ αυτήν είναι εξαιρετική, (όπως, άλλωστε, είναι η θέα κι από καθεμιά από τις υπόλοιπες, όμοιες, αρχαίες οχυρώσεις).

Η αξεπέραστη, ανοιξιάτικη φύση των βουνών της Λεκάνης, λοιπόν, δεμένη άρρηκτα με την πανάρχαια ιστορία τους, που την συναντά κανείς σε κάθε του βήμα, συνθέτουν ένα απαράμιλλο, αλλά, δυστυχώς, ολότελα άγνωστο στους Έλληνες, φυσικό και πολιτισμικό περιβάλλον, που αξίζει να μελετηθεί και ν’ αναδειχθεί, προς όφελος της ίδιας της ιστορίας, αλλά και της τοπικής οικονομίας!

Στις φωτογραφίες που αναρτώ, βλέπετε:

Στις εννέα πρώτες, (1-9), το υπέροχο δάσος, μέσω του οποίου φθάνει κάποιος στην αρχαία οχύρωση.

Στην 10η και την 11η, δύο μόνο δείγματα από την πλούσια χλωρίδα του δάσους της Λεκάνης, (ορχιδέα και άγριος κρίνος της Ροδόπης, αντίστοιχα).

Στην 12η και 13η, την θέα, από την αρχαία οχύρωση, του λεκανοπεδίου της Λεκάνης και του ομώνυμου οικισμού.

Στις υπόλοιπες φωτογραφίες, τμήματα της αρχαίας οχύρωσης.
























Παρασκευή 30 Ιουνίου 2023



ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΤΟΥ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΟΥ ΧΩΡΙΟΥ «ΛΥΚΟΣΤΟΜΟ» (ΑΛΛΟΤΕ, «ΚΟΥΡΤΛΟΥ»), ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΒΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ, ΣΤΑ ΟΡΗ ΛΕΚΑΝΗΣ (ΤΣΑΛ ΝΤΑΓ), ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΒΑΛΑΣ



Εδώ και χρόνια επισκέπτομαι, φωτογραφίζω και καταγράφω ότι απέμεινε, με την πάροδο του χρόνου, απ’ όλα τα ιστορικά μνημεία, τα χωριά, τα τεμένη και τα νεκροταφεία των Μουσουλμάνων, που γεννήθηκαν, έζησαν και πέθαναν μέσα στα όρια των Περιφερειακών Ενοτήτων Καβάλας και Δράμας, στην διάρκεια των πέντε αιώνων της Οθωμανικής κυριαρχίας.

Ειδικά όσον αφορά τα Μουσουλμανικά νεκροταφεία, που βρίσκονται σε ορεινά χωριά, αυτά είναι φτωχικά, (όπως ήταν, άλλωστε, και η ζωή των ανθρώπων που είναι θαμμένοι σ’ αυτά) και αδιάψευστοι μάρτυρες αυτής της φτώχειας αποτελούν οι απλές, ακανόνιστες, αδιακόσμητες και ανεπίγραφες, επιτύμβιες στήλες των τάφων, που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των ταφών. Ήταν, έτσι, πολύ μεγάλη η έκπληξή μου, όταν, την προπερασμένη Κυριακή, επισκέφθηκα το νεκροταφείο του ορεινού, Μουσουλμανικού χωριού «ΛΥΚΟΣΤΟΜΟ», το οποίο ονομαζόταν «ΚΟΥΡΤΛΟΥ» («KURTLU»), μέχρις ότου, πριν από εκατό χρόνια, οι 698 Μουσουλμάνοι κάτοικοί του αναχώρησαν για την Τουρκία και στην θέση τους ήρθαν κι εγκαταστάθηκαν 89 οικογένειες Χριστιανών προσφύγων από την Μικρά Ασία, σ’ εκτέλεση των όρων της Συνθήκης της Λωζάνης.

Το πρώτο στοιχείο που μ’ εντυπωσίασε ήταν το μέγεθος αυτού του νεκροταφείου, περίπου είκοσι – 20 – στρέμματα (!), πολύ περισσότερο, όμως, με συνάρπασε το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των επιτύμβιων στηλών, (που σώζονται ακέραιες ή σχεδόν ακέραιες), είναι διακοσμημένες και, κυρίως, ενεπίγραφες, κάποιες βγαλμένες ακόμη και από καλλιτεχνικά εργαστήρια κάποιας μεγάλης, Οθωμανικής πολιτείας. Αφού, λοιπόν, εκφράσω την χαρά μου, που η πλούσια βλάστηση των βουνών της Λεκάνης (Τσάλ νταγ – Tsal-dag) έκρυψε και διέσωσε, ανέπαφο, το μεγάλο, αυτό, ιστορικό και πολιτιστικό μνημείο, σας μεταφέρω την πεποίθησή μου πως, σ’ αυτόν τον σχεδόν έρημο σήμερα τόπο, πριν από ένα και πλέον αιώνα ζούσαν άνθρωποι, οι οποίοι, στην πλειοψηφία τους, είχαν την οικονομική δυνατότητα να διαθέτουν αρκετά χρήματα, για την καλλιτεχνική διαμόρφωση των επιτύμβιων στηλών των νεκρών συγγενών τους, μια δυνατότητα που, προφανώς, οφειλόταν, αφενός μεν στο γεγονός ότι οι αγροί του χωριού ήταν ιδανικοί για την καλλιέργεια εκλεκτών ποικιλιών καπνού κι αφετέρου στο γεγονός της ύπαρξης, από την απώτερη αρχαιότητα, ορυχείων, που δεν έδιναν πια χρυσό ή ασήμι, περιείχαν, όμως, σίδηρο, μαγγάνιο, ψευδάργυρο και άλλα μέταλλα, από τα οποία η Οθωμανική Διοίκηση, κυρίως με την μέθοδο της εκμίσθωσής τους σ’ επιχειρηματίες, προσποριζόταν πλούσια έσοδα.

Στις φωτογραφίες που αναρτώ, βλέπετε λίγες μόνο από τις υπέροχες, επιτύμβιες στήλες του συγκεκριμένου νεκροταφείου, που αποδεικνύουν των λόγων μου το αληθές!





THE VASTE CEMETERY OF THE MUSLIM VILLAGE «LYKOSTOMO» (KURTLU, IN THE PAST), ON THE MOUNTAIN OF LEKAI (TSAL DAG), TO THE NORTH OF KAVALA, (PREFECTURE OF KAVALA - GREECE)

For years, I have been visiting, photographing and documenting what remains, over time, of all the historical monuments, villages, mosques and cemeteries of Muslims who were born, lived and died within the boundaries of the Kavala and Drama Regional Units (Prefectures), during the five centuries of the Ottoman rule.

Especially, with regard to the Muslim cemeteries, which are located in mountain villages, these were poor, (as was, after all, the life of the people who are buried in them) and irrefutable witnesses of this poverty are the simple, irregular, undecorated and uninscribed gravestones, which make up the vast majority of graves. It was, therefore, very great to my surprise when, last Sunday, I visited the cemetery of the mountainous, Muslim village "LYKOSTOMO", which was called "KURTLOU" ("KURTLU"), until, a hundred years ago, the 698 of its Muslim inhabitants left for Turkey and in their place came and settled 89 families of Christian refugees from Asia Minor, in fulfillment of the terms of the Treaty of Lausanne.

The first element that impressed me was the size of this cemetery, about 20.000 square meters (!), but, much more, I was fascinated by the fact that the vast majority of the tombstones, (which are preserved intact or almost intact), they are decorated and, above all, inscribed, some even taken from artistic workshops of a large, Ottoman town. After, therefore, expressing my joy, that the rich vegetation of the mountains of Lekani (Tsal-dag) hid and saved, intact, this great historical and cultural monument, for more than a century, I convey to you my conviction that in this, today almost deserted place, a century ago, there lived people who, in the majority of them, had the financial ability to dispose of enough money, for the artistic formation of the tombstones of their dead relatives, an ability which, apparently, was due, on the one hand, to the fact that the fields of the village were ideal for the cultivation of fine varieties of tobacco and on the other hand, to the fact of the existence, since ancient times, of mines that, no longer yielded gold or silver, but contained iron, manganese, zinc and other metals, of which the Ottoman Administration, mainly by the method of leasing them to businessmen, was taken a rich income.

In the photos I post, you see just a few of the wonderful tombstones of this particular cemetery, which prove my words to be true!
































Τρίτη 30 Μαΐου 2023

 

ΤΟ ΘΡΑΚΙΚΟ ΦΥΛΟ ΤΩΝ ΒΟΤΤΙΑΙΩΝ ΤΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ

Οι Βοττιαίοι ήταν ένα φύλο, η χώρα του οποίου θεωρείται πως εκτεινόταν βορειοανατολικά της Ημαθίας, σε όλη τη βαλτώδη, πεδινή περιοχή μεταξύ των ποταμών Λουδία, Αλιάκμονα και Αξιού, (άλλοτε, λίμνη των Γιαννιτσών). Ιστορικές πόλεις της Βοττιαίας ήταν η Άλωρος, η Πέλλα, (την οποία ο Αρχέλαος όρισε ως νέα πρωτεύουσα του μακεδονικού κράτους), οι Αιγές, (η πρώτη πρωτεύουσα του κράτους εκείνου), η Κύρρος, η Μίεζα, η Ευρωπός, η Έδεσσα κλπ. Ο Στράβων (Γεωγραφικά, 6.3.2. και 7.7.12) αναφέρει παράδοση της εποχής του, κατά την οποία Κρήτες, μ’ ενδιάμεσο σταθμό τη Σικελία, κατέλαβαν την παραπάνω περιοχή, που ονομάστηκε Βoττιαία από τον οικιστή τους, τον Βόττωνα.

Οι Βοττιαίοι, όταν οι Τημενίδες βασιλείς των Μακεδόνων άρχισαν να καταλαμβάνουν τη Δυτική και Κεντρική Μακεδονία, (6ο-5ο αιώνες π.Χ.), αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στη Χαλκιδική, στην περιοχή της Ολύνθου, η οποία ονομάστηκε Βοττική.

Στον 14ο τόμο (έτους 1874) της περιοχής έκδοσης με τίτλο: «The numismatic chronicle and journal of the Numismatic society», που εκδιδόταν στο Λονδίνο, υπάρχει πολυσέλιδο άρθρο, σχετικά μ’ ένα δίδραχμο της πόλης ΙΧΝΑΙ των Βοττιαίων, το οποίο υπογράφει ο νομισματολόγος H. Ferdinand Bompois. Στο άρθρο του αυτό ο συγγραφέας αναφέρεται λεπτομερώς στα κλασικά νομίσματα του φύλου των Βοττιαίων, τα οποία χωρίζει σε τρεις διαφορετικούς τύπους. Περιγράφοντας, λοιπόν, κάποια νομίσματα των Βοττιαίων, τα οποία δεν μπορεί να υπαγάγει, ούτε στο νομισματικό τύπο των Βοττιαίων της Χαλκιδικής, ούτε σ’ αυτόν των Βοττιαίων της Ημαθίας, αναφέρει τα εξής, εξόχως ενδιαφέροντα για την ιστορία του Παγγαίου:

Ο συγγραφέας του συγκεκριμένου κειμένου της προαναφερθείσας, περιοδικής έκδοσης αναφέρεται, κατ’ αρχάς, σε μια ομάδα ορειχάλκινων, αρχαϊκών νομισμάτων, δύο από τα οποία απεικονίζουν τα εξής:

Το πρώτο: Εμπρόσθια όψη: Κεφαλή γενειοφόρου Ηρακλή, φέροντος λεοντή, που βλέπει είτε προς τα δεξιά, είτε προς τ’ αριστερά.

Οπίσθια όψη: ΒΟΤΤΑΙΩΝ. Άλογο που καλπάζει προς τα δεξιά.

Το δεύτερο: Εμπρόσθια όψη: Κεφαλή Αθηνάς, φέρουσας κράνος, προς τα δεξιά. Το εμπρόσθιο μέρος του κράνους φέρει τέθριππο άρμα.

Οπίσθια όψη: ΒΟΤΤΑΙΩΝ. Βόδι που τρέχει προς τα δεξιά.

Αφήνω, όμως, τον διαπρεπή νομισματολόγο να συνεχίσει ο ίδιος:

«Εκτός του ότι οι τύποι και η υποκατηγορία αυτών των νομισμάτων δεν μοιάζουν καθόλου (με τις άλλες δύο κατηγορίες νομισμάτων των Βοττιαίων, που αποδίδονται χωρίς αμφιβολία στους Βοττιαίους της Χαλκιδικής και της Ημαθίας), ο συμπιεσμένος, γραμματικός τύπος ΒΟΤΤΑΙΩΝ (αντί αυτού των ΒΟΤΤΙΑΙΩΝ), που διαβάζει κανείς σ’ αυτά τα δύο ορειχάλκινα νομίσματα, εμφανίζει, σε σχέση με τα λοιπά νομίσματα (των Βοττιαίων) μια ορθογραφική διαφορά, η οποία είναι, ταυτόχρονα, τόσο υπερβολικά αισθητή και υπερβολικά σκόπιμη, ώστε να μας αναγκάζει να τολμούμε να συμπεράνουμε ότι αυτά τα ορειχάλκινα νομίσματα δεν κόπηκαν ούτε από τους Βοττιαίους της Χαλκιδικής, ούτε από εκείνους της Ημαθίας, αλλά από τα μέλη του τρίτου κλάδου της ίδιας, εθνικής οικογένειας, τα οποία, αντί να μεταναστεύσουν στην χερσόνησο της Χαλκιδικής, προτίμησαν ν’ ακολουθήσουν τους Πίερες, όταν αυτοί εκδιώχθηκαν από την αρχική κοιτίδα τους, την Πιερία του Ολύμπου, όπου ζούσαν από τα προϊστορικά χρόνια και να έλθουν να εγκατασταθούν κοντά τους, στους πρόποδες των τελευταίων, δυτικών πλαγιών του Παγγαίου όρους. Πράγματι, γνωρίζουμε από τον Πλίνιο, ότι μια κοινωνία (μια ομάδα) Βοττιαίων υπήρχε στην Πιερία Κοιλάδα, ανάμεσα στον ποταμό Στρυμόνα και στην χώρα των Ηδωνών: «Odrisarum gens fundit Hebrum, adcolentibus Cabyletis…. corpillis Bottiaeis, Edonis» (4ο βιβλίο, xviii, II) Αυτοί οι Βοττιαίοι είχαν υπό την κυριαρχία τους, κάτω από την Αμφίπολη, ένα τμήμα της ακτής, που εκτεινόταν από την Ηιόνα μέχρι την Απολλωνία. (Σημ. δική μου: Η Ηιών βρισκόταν εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η παραλία Οφρυνίου και η Απολλωνία ανατολικά από τα λουτρά των Ελευθερών). Οι Πίερες, διωγμένοι, όπως και οι Βοττιαίοι, από τις εστίες τους, προερχόμενοι από την ίδια (θρακική) φυλή και μιλώντας την ίδια γλώσσα, δεν ήταν δυνατόν να είναι εχθρικοί απέναντί τους. Η φυσική διαμόρφωση της νέας πατρίδας τους, (ενν. την Πιερία Κοιλάδα) είχε πολλές αναλογίες με την χώρα που είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν και αυτή η ομοιότητα πρέπει να συνετέλεσε αποφασιστικά, στο να τους κρατήσει σ’ αυτή τη (νέα) περιοχή. Από κοινού με τους Πίερες ίδρυσαν πολλές πόλεις, αρκετά ενδιαφέρουσες: Ανάμεσά τους, τον Φάγρη, το Πέργαμον και την Απολλωνία. Οι δύο πρώτες κατείχαν τα δύο άκρα της Πιερίας Κοιλάδας: Το Πέργαμον αντιστοιχεί στο σημερινό (ενν. στα 1874) Πράβι, (σημ. δική μου: Σήμερα είναι γενικά αποδεκτό ότι το Πέργαμον ταυτίζεται με το αρχαίο πόλισμα της Μουσθένης), ο Φάγρης στο σημερινό Ορφανό, ενώ την τρίτη, την Απολλωνία, η οποία, τα πάντα συνηγορούν στο να πιστέψουμε ότι ήταν η κύρια πόλη των Βοττιαίων αυτού του τόπου, ο Στράβων την τοποθετεί με ακρίβεια στα ανατολικά της Γαληψούς, αποικίας των Θασίων, (σημ. δική μου, η οποία βρισκόταν στο λόφο «Αρίκα» της παραλίας του Ακροποτάμου), ακριβώς στο άκρο του ακρωτηρίου που κλείνει τον Στρυμονικό κόλπο, του σημερινού (ενν. το 1874) «ακρωτηρίου Κάρκα» (;) ή ακρωτηρίου Ελευθερών. (Οι συγγραφείς αναφέρονταν στον «χάρτη της Ευρωπαϊκής Τουρκίας» του Kieper).

Η διαίρεση σε τρία ξεχωριστά φύλα, την οποία εγώ προτείνω να γίνει στους Βοττιαίους, δεν θάπρεπε, όπως πιστεύω, να προκαλέσει σε κανέναν σοβαρές αντιρρήσεις, αρκεί να σκεφθεί ή να θυμηθεί ότι ένα απολύτως ανάλογο παράδειγμα υπήρξε ανάμεσα στην μεγάλη οικογένεια των Λοκρών, οικογένεια, η οποία περιλαμβάνει, όπως ξέρουμε όλοι, τους Οπουντίους Λοκρούς, τους Επικνημιδίους Λοκρούς και τους Οζολούς ή Εσπερίους Λοκρούς, χωρίς να αναφερθούμε σ’ εκείνους της Ιταλίας, που ονομάζονταν επίσης Επιζεφύριοι Λοκροί, οι οποίοι, όλοι τους, αναφέρονταν υπό το όνομα ΛΟΚΡΟΙ. Εφόσον έχουμε την απτή απόδειξη ότι οι Βοττιαίοι της Χαλκιδικής και οι Βοττιαίοι της Ημαθίας έκοψαν νομίσματα με το κοινό (εθνικό) τους όνομα, θα μπορούσε κάποιος λογικά να δεχθεί ότι οι Βοττιαίοι της Επικτήτου Θράκης ήταν οι μόνοι που, με την θέλησή τους, απέφυγαν να κόψουν τέτοια νομίσματα; Εν πάση περιπτώσει, πρόκειται για μια απολύτως προσωπική άποψη, την οποία αφήνω στην κρίση των ειδικών και την οποία ο καθένας είναι ελεύθερος να λάβει ή να μη λάβει υπόψη του».

Αυτά τα στοιχεία για τον ιστορικό τόπο μας, γράφτηκαν από επιφανή, γάλλο νομισματολόγο, πριν από εκατόν πενήντα χρόνια και δεν είδαν ποτέ το φως της ελληνικής δημοσιότητας! Μήπως θάπρεπε, άραγε, να σκύψουμε, επιτέλους, πάνω από την τοπική ιστορία μας;