(ΠΑΛΙΑ) ΑΥΛΗ. ΕΝΑΣ ΠΑΝΑΡΧΑΙΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ, ΣΚΑΡΦΑΛΩΜΕΝΟΣ ΣΤΙΣ ΝΟΤΙΕΣ ΠΛΑΓΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ, ΜΕ ΘΕΑ ΑΠΕΡΙΟΡΙΣΤΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΙΕΡΙΑ ΚΟΙΛΑΔΑ
Η Αυλή του Παγγαίου, (παλιά Αυλή, όπως συνηθίζεται να την αποκαλούν, σε αντιδιαστολή με το σημερινό χωριό Αυλή, που βρίσκεται πιο χαμηλά, στην Πιερία κοιλάδα), είναι ένα παλαιότατο, ελληνικό χωριό, κατοικημένο ήδη από την αρχαιότητα, από γηγενείς Μακεδόνες και βρίσκεται στις νότιες πλαγιές του Παγγαίου.
Στο όνομά του το ελληνικό αυτό χωριό διασώζει το όνομα μιας αρχαίας πόλης, της «Αυλώνος», από την οποία είχε λάβει το τοπικό όνομά του ο μεγάλος θεός των Θρακών, που κατοικούσαν κατά την αρχαιότητα σ’ όλες τις περιοχές που εκτείνονταν βόρεια και ανατολικά του Στρυμόνα ποταμού. Επρόκειτο για τον Θράκα Ήρωα ή Ήρωα – ιππέα, το ιερό του οποίου ανέσκαψε η ΙΗ’ Εφορεία προϊστορικών και κλασικών αρχαιοτήτων, υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου κ. Χάϊδως Κουκούλη – Χρυσανθάκη, δίπλα στο σημερινό χωριό Κηπιά και σε απόσταση ελαχίστων χιλιομέτρων από την Αυλή. Σ’ αυτό το ιερό του, ο Θράκας θεός έφερε το όνομα «Αυλωνείτης».
Η Αυλών, λοιπόν, η οποία έδωσε το όνομά της στον θεό των Θρακών του Παγγαίου, («Ήρωα - ιππέα Αυλωνίτη», θεό θεραπευτή, θεό κυνηγό και θεό που υποσχόταν στους πιστούς του τη μέλλουσα ζωή), ήταν κατ’ αρχήν το στενό πέρασμα, (αλλά, πολύ πιθανά και κάποιος οικισμός – πόλη - επί του περάσματος αυτού), το οποίο, από την Πιερία κοιλάδα οδηγούσε στην πόλη των Φιλίππων, μέσω της Ελευθερούπολης κι από το οποίο διερχόταν η περίφημη στην αρχαιότητα «αρχαία» ή «κάτω» οδός.
Για τις σημαντικές, μολονότι ανεξερεύνητες ακόμη, αρχαιότητες της περιοχής, αντιγράφω τα εξής, από το πόνημα του αλησμόνητου φίλου μου, αείμνηστου καθηγητή αρχαίας ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, με τίτλο «ΑΡΧΑΙΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΠΙΕΡΙΑΣ ΚΟΙΛΑΔΟΣ»: «1. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των χωρικών — πρβλ. και Αρχείο ΙΗ' ΕΠΚΑ — στη θέση Κερχανάς, σχεδόν 800 μ. ΒΔ από την Αυλή και δίπλα στον χωματόδρομο, που οδηγεί στο παλιό χωριό, «βρίσκουν σκουριές, κεραμίδια, κ.ά.». Στη θέση δεν έγινε αυτοψία. 2. Στην ανατολική είσοδο του χωρίου Μελισσοκομείο/Τσιτακλί και βόρεια/δεξιά από τον ασφαλτόδρομο, με άξονες 100Χ30μ., οι αγροί [κυρίως στου Γιαχουντή, Ψάλτη και Κατίγκως] είναι οστρακοβριθείς: Ελάχιστα, χειροποίητα νεολιθικά (;), κλασικά και ελληνιστικά (άβαφα και μελαμβαφή), λιγοστά εφυαλωμένα Τουρκοκρατίας. Ψηλότερα αναβλύζει ή πηγή Λιβαδούδια, η οποία κινούσε επτά μύλους, ενώ παράλληλα άρδευε τους κήπους των γύρω χωριών. Στην προνομιούχα θέση υπήρχε οικιστική εγκατάσταση. Ο Μητροπολίτης Σωφρόνιος τοποθετούσε εδώ (!) την Αυλώνα και ονόμαζε μάλιστα έτσι την Αυλή. (Πρβλ. για την Αυλώνα Μommsen, Eph. Epigr. 5(1884) 1436. Μερτζίδης, Χώραι 122. Γούσιος 5. Μερτζίδης, Φίλιπποι 31/2. Σαμσάρης, ΙΓΑΜ 192. Σκαλίδης 71. Κουκούλη, ΑΑΑ 2(1969)193 & ΑΕΜΘ 3(1989)553/4. Daux, Aρχαία Μακεδονία II 322.18. Μπακιρτζής, Επιγραφές 278.9. Μουτσόπουλος 7-20 [= Σκουπιδότοπος Σταυρού, αρ. 5]. Βλ. Παραρτήματα VI1)».
Η ζωή, στην κατοικούμενη διαρκώς από την αρχαιότητα (παλιά) Αυλή, στο σημερινό χωριό «Αυλή» του Δήμου Παγγαίου και στην γύρω περιοχή, συνεχίστηκε αδιάκοπη, στενά συνδεδεμένη με την μακραίωνη ιστορία της Μακεδονίας, μέχρι τις ημέρες μας.
Οι πληροφορίες μας για την (παλιά) Αυλή είναι σχεδόν ανύπαρκτες, όσον αφορά τους πριν από τον 19ο αιώνες, από τον 19ο όμως αιώνα και μετά είναι επαρκείς και μας επιτρέπουν να σχηματίσουμε μια σαφή εικόνα για την ζωή των Ελλήνων κατοίκων της.
Το έτος 1877, ο Νικόλαος Φιλιππίδης, περιηγούμενος την Μακεδονία, περνά κι από την Αυλή και αμέσως μετά, στο έργο του με τίτλο «περιήγησις των εν Μακεδονία επαρχιών Δράμας, Ζίχνης και Ελευθερουπόλεως», που δημοσιεύει στο φιλολογικό περιοδικό Παρνασσός, (τεύχος 1ον, έτος 1877), λέει γι’ αυτήν ότι είναι «ωραίον και υγιεινόν χωρίδιον, επί του όρους Παγγαίου κείμενον και υπό 400 περίπου ψυχών οικούμενον, το οποίον διατηρεί σχολείον, εν τω οποίω διδάσκονται τα κοινά λεγόμενα γράμματα, υπό του ιερέως του χωρίου τούτου».
Το έτος 1886, ο Νικόλαος Σχινάς, στο έργο του με τίτλο «Οδοιπορικαί σημειώσεις Μακεδονίας, Ηπείρου, νέας οροθετικής γραμμής και Θεσσαλίας», αναφέρει ότι η Αυλή κατοικείται από 270 Έλληνες.
Το έτος 1894, εκδίδεται στη Λειψία της Γερμανίας το έργο με τίτλο «η κατά το Πάγγαιον χώρα των Λακκοβικίων», από τον τότε Διευθυντή της Αστικής σχολής των Λακκοβικίων, Αστέριο Γούσιο. Ο ανωτέρω, αναφερόμενος στην Αυλή, γράφει ότι «η κώμη αύτη κείται επί μικρού οροπεδίου, εντός πληθύος διαφόρων δένδρων. Έχει κατοίκους Έλληνας περί τους 320, μίαν εκκλησίαν προς τιμήν του Προφήτου Ηλιού, οπότε και μικρά πανήγυρις τελείται και γραμματοδιδασκαλείον», στο οποίο, ο ίδιος λέει, σε άλλο σημείο του έργου του, ότι φοιτούν 20 μαθητές (και καμία μαθήτρια). Ο ίδιος αναφέρει, τέλος, ότι η Αυλή υπάγεται υπό την πνευματική δικαιοδοσία του Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως.
Για την ίδια αυτή εκκλησία, ο Αιμίλιος Μαυρουδής, στο έργο του με τίτλο «η ιστορία της Μητροπόλεως Ελευθερουπόλεως» που εκδόθηκε το 2006 στη Θεσσαλονίκη, αναφέρει πως η αρχική οικοδόμηση του ναού του Προφήτη Ηλία, σύμφωνα με την προφορική παράδοση των γηγενών κατοίκων του, ανάγεται στον 6ο αιώνα μ.Χ.
Στον εκδοθέντα το έτος 1902, στην Κωνσταντινούπολη, «πίνακα γενικόν των εν τη ευρωπαϊκή Τουρκία σχολείων», η Αυλή φαίνεται να έχει ένα δημοτικό («αστικόν») σχολείο, μ’ ένα δάσκαλο και 18 μαθητές.
Ο Γεώργιος Χατζηκυριακού, που περιηγείται την υπόδουλη, τότε ακόμη, στους Οθωμανούς Μακεδονία, κατά τα έτη 1905 – 1906, στο έργο του, με τίτλο «σκέψεις και εντυπώσεις εκ περιοδείας ανά την Μακεδονίαν (1905-1906)», περιγράφει ως εξής τον ερχομό του στην Αυλή: «Εκεί υψηλά, επί των κλιτύων του όρους (Παγγαίου) και επί εδάφους ανωμάλου και πετρώδους, έκτισται η κώμη Αυλή. Αύτη αποτελεί αμιγή Ελληνορθόδοξον κοινότητα εκ 50 περίπου οικογενειών, διατηρουσών τον φυσικόν των ορεινών Ελλήνων χαρακτήρα. Οι κάτοικοι αυτής, λιτοί, τον καθαρόν αέρα του βουνού έχουσιν ως το μάλλον προσοδοφόρον κτήμα, η δε πάσα γη αυτών, ισχνή και άγονος, γλίσχρα (δηλ. ελάχιστα) τα επιτήδεια της ζωής παρέχει. Αλλ’ όμως δεν ελλείπει και εν αυτή το μικρόν σχολείον μετά της παρακειμένης εκκλησίας, προς ά οι ορεσίβιοι εκείνοι κάτοικοι ατενίζουσι ως εις τερπνήν κοιλάδα, εξ ης το της πατρίου παιδείας και της πίστεως δροσερόν ρέει νάμα, ποτίζον και την πνευματικήν αυτών αυχμηρότητα. Παρά την Αυλήν τοποθετούσι τινες την αρχαίαν πόλιν Αυλώνα, στηριζόμενοι επί της συγγενείας των ονομάτων. Αλλ’ ο Θουκυδίδης, όστις μνημονεύει αυτόν (τον Αυλώνα), σαφώς ορίζει την θέσιν αυτού κατά τας εκβολάς της Βόλβης λίμνης, πολύ δηλ. μακράν της προκειμένης επί του Παγγαίου Θέσεως της σημερινής Αυλής». (Στο σημείο αυτό ο υπογράφων σημειώνει ότι ορθά, ήδη από τους περασμένους αιώνες, οι λόγιοι τοποθετούσαν πόλη με το όνομα «Αυλών» κοντά στην Αυλή. Επρόκειτο για πόλη διαφορετική από εκείνη που αναφέρει ο Θουκυδίδης, η οποία έδωσε, όπως προανέφερα, το τοπικό όνομα «Αυλωνείτης» στον Θράκα ιππέα, όπως αυτό το όνομα προκύπτει από τις επιγραφές που βρέθηκαν στο ιερό του, δίπλα στα Κηπιά, πράγμα που σημαίνει ότι αυτή δεν ήταν δυνατό να βρίσκεται μακριά από τον χώρο του ιερού του Θράκα Θεού).
Στις 11 Ιανουαρίου του 1912, το ελληνικό υποπροξενείο στην Καβάλα στέλνει στο Υπουργείο Εξωτερικών πίνακες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται κι ένας με τίτλο «χωρία της προξενικής περιφερείας Καβάλας (σαντζάκιον Δράμας) υπαγόμενα εκκλησιαστικώς εις την Μητρόπολιν Ελευθερουπόλεως (Πραβίου)», στον οποίο αναφέρει ότι η Αυλή του 1912 είχε 278 Έλληνες κατοίκους και σ’ αυτήν υπήρχε μία εκκλησία μ’ έναν ιερέα, καθώς κι ένα τριθέσιο, δημοτικό σχολείο, που είχε 30 μαθητές μ’ ένα δάσκαλο και 40 μαθήτριες με μια δασκάλα, ετήσιο δε προϋπολογισμό (το σχολείο) 60 οθωμανικών γροσίων.
Το έτος 1975, ο Μιχαήλ Χουλιαράκης, στο έργο του «Γεωγραφική, διοικητική και πληθυσμιακή εξέλιξις της Ελλάδος, 1821-1971» και στον Β΄ τόμο αυτού, σε κεφάλαιο υπό τον τίτλο «προσάρτησις των Νέων Επαρχιών», περιλαμβάνει Πίνακα, με τίτλο «πληθυσμός των νέων επαρχιών της Ελλάδος δια το έτος 1913», στον οποίο αναφέρει ότι η Αυλή υπαγόταν στην Υποδιοίκηση Πραβίου και είχε 274 κατοίκους.
Στην απογραφή του έτους 1928, το χωριό είχε 305 κατοίκους, σ’ αυτήν του 1940, 548 κατοίκους, στην απογραφή του 1951, 423 κατοίκους και στην απογραφή του έτους 1961, 349 κατοίκους. Ήδη, όμως, από την δεκαετία του 1950, οι κάτοικοι του παλιού χωριού άρχισαν να «κατεβαίνουν» από την αρχική του θέση και να εγκαθίστανται στην τοποθεσία «Γέφυρα Αυλής», πάνω στην οδική αρτηρία της σήμερα αποκαλούμενης, παλαιάς, εθνικής οδού Καβάλας – Θεσσαλονίκης, που μόλις στην δεκαετία του 1930 είχε κατασκευαστεί. Μεταξύ των ετών που μεσολάβησαν, ανάμεσα στις απογραφές πληθυσμού των ετών 1961 και 1971, η (παλιά) Αυλή συνενώθηκε με το νέο οικισμό «Γέφυρα Αυλής» και στις επόμενες απογραφές, τα δύο χωριά θεωρούνται ως ένα και έχουν, στην απογραφή του 1971, 553 κατοίκους, του 1981, 494 κατοίκους, του 2001, 551 και του 2011, 504 κατοίκους. Πλην όμως, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, η πανάρχαια (παλιά) Αυλή είχε σχεδόν πλήρως εγκαταλειφθεί, διότι όλοι σχεδόν οι κάτοικοί της ήλθαν κι εγκαταστάθηκαν στην Πιερία Κοιλάδα, στον οικισμό «Γέφυρα Αυλής», που σήμερα καλείται, πλέον, «Αυλή».
Τελειώνοντας, αντιγράφω τα εξής, από την ιστοσελίδα του Δήμου Παγγαίου, στον οποίο υπάγεται σήμερα, διοικητικά, η Αυλή: «Παλιά Αυλή: Σήμερα το παλιό χωριό ξαναζωντανεύει σιγά σιγά, καθώς τα ερειπωμένα, πέτρινα σπίτια αναστηλώνονται και η εκκλησία του Προφήτη Ηλία έχει αποκτήσει το πρότερο κάλλος της. Χτισμένη στα 1872, τρίκλιτη βασιλική, έχει ορθογώνιο σχήμα, με νάρθηκα στη Δυτική και Νότια πλευρά του. Οι κολώνες του ναού και η σκεπή του είναι κατασκευασμένες από κορμούς δέντρων του Παγγαίου και το τέμπλο του είναι ένα ωραιότατο τέμπλο, δείγμα λαϊκής γλυπτικής και ζωγραφιάς. Στο προαύλιο του ναού και πίσω από το ιερό, βρίσκεται ο τάφος του παπα – Γιαννάκη Παπαϊωάννου, εφημέριου στην ενορία και μακεδονομάχου. Τα τελευταία χρόνια, καθώς έχει κτισθεί και αρχονταρίκι, στη γιορτή του Προφήτη Ηλία στις 20 Ιουλίου συγκεντρώνεται πλήθος κόσμου στη Θεία Λειτουργία και προσφέρεται και το κουρμπάνι. Φαίνεται, πάντως, πως η περιοχή ήταν κατά τα βυζαντινά χρόνια μοναστική, όπως μαρτυρούν τα τοπωνύμια: «ο παππούλης», «τα κελιά», «η Αγία Μαρίνα», αλλά και τα ερείπια της μονής της Αγίας Βαρβάρας, βορειοδυτικά της Αυλής. Ο επισκέπτης μπορεί, αν επιθυμεί, να προχωρήσει λίγο πιο πάνω, μέσα σ’ ένα καταπράσινο τοπίο, μέχρι να φτάσει σ’ ένα μικρό ρέμα με αντίθετη θερμοκρασία νερού, κρύο το καλοκαίρι και ζεστό το χειμώνα».
Στις φωτογραφίες που αναρτώ, βλέπετε τον Ιερό Ναό του προφήτη Ηλία, στην (παλιά) Αυλή, εξωτερικά κι εσωτερικά, (η πρώτη φωτογραφία, με την πανοραμική άποψη του εσωτερικού του ναού, είναι του κ. Παύλου Σδρασκίδη, οι υπόλοιπες είναι δικές μου, τραβηγμένες το έτος 1994). Στην τελευταία φωτογραφία, βλέπετε έναν από τους πολλούς υδρόμυλους της Αυλής, (που βρίσκεται δίπλα στην ταβέρνα «Δάφνη»).
Τέλος, πολλές και καλές φωτογραφίες της (παλιάς) Αυλής μπορείτε να βρείγτε στην ιστοσελίδα: https://www.thes.gr/apodraseis/mia-palia-avli-stin-agkalia-tou-epivlitikou-pangaiou-foto.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου