Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2021

 

Ο ΠΕΡΙΤΕΙΧΙΣΜΕΝΟΣ, ΥΣΤΕΡΟΡΩΜΑΪΚΟΣ - ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ, ΣΤΗΝ ΘΕΣΗ «ΠΑΛΙΟ ΧΟΡΤΟΚΟΠΙ» (ΝΤΡΑΝΟΒΑ) ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ

 

Από το νοτιοανατολικό άκρο του Παγγαίου όρους, στο σημείο που αυτό «συμβάλλει», ενώνεται, δηλαδή, με το Σύμβολο όρος και συγκεκριμένα από το χωριό Ακροβούνι του Δήμου Παγγαίου, ξεκινάει ο κύριος, ορεινός, ασφαλτοστρωμένος δρόμος, που, μετά από μια διαδρομή 27 χιλιομέτρων, φθάνει στις κορυφές του Παγγαίου.

Στο 5ο χιλιόμετρο αυτού του δρόμου, ο επισκέπτης συναντά τα ερείπια του Μουσουλμανικού χωριού «Ντράνοβα» ή Παλιό Χορτοκόπι, ανάμεσα στα οποία έχει ανεγερθεί η Ιερά Μονή της Υπαπαντής του Κυρίου.

Δυτικά από την Μονή και τα ερείπια του παλιού χωριού, υψώνεται ένας λόφος, πάνω στον οποίο αναπτύχθηκε, στα τελευταία ρωμαϊκά και στα βυζαντινά χρόνια, ένας περιτειχισμένος οικισμός, για τον οποίο, η σπουδαία αρχαιολόγος και άλλοτε Έφορος της ΙΗ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Καβάλας, κ. Χάϊδω Κουκούλη – Χρυσανθάκη, στο πόνημά της, με τίτλο «ένα αρχαίο πόλισμα στην Ελευθερούπολη», αναφέρει τα εξής: «Στην πρώτη, επιφανειακή, αρχαιολογική έρευνα της περιοχής, η οποία αντιμετώπισε πολλές δυσκο­λίες, εξαιτίας της πυκνής βλάστησης, η επιμελήτρια αρχαιοτήτων Στ. Σαμαρτζίδου επε­σήμανε την ύπαρξη περιβόλου και λείψανα ναΐσκου παλαιοχριστιανικών χρόνων, ο οποίος πρέπει να ταυτισθεί με το αναφερόμενο από τον (Μητροπολίτη Ελευθερουπόλεως) Σωφρόνιο "εκκλησίδιο", καθώς και λείψανα κιβωτιόσχημων τάφων. Σε μικρή απόσταση από τον τειχισμένο αυτό οικι­σμό η Στ. Σαμαρτζίδου εντόπισε και βραχογραφήματα αντίστοιχα με τα βραχογραφήματα της περιοχής Κρυονερίου - Φιλίππων και Παγγαίου. Σε αυτοψία που πραγματοποίησα το Μάιο του 1987 στη θέση αυτή, προχώρησα με μεγάλες δυσκολίες, εξαιτίας των πυκνών πουρναριών στο εσωτερικό του περιβόλου, όπου στα ορύγματα των λαθρανασκαφέων είναι εμφανείς οι τοίχοι κτηρίων - προφανώς κατοι­κιών - που από την κεραμική πρέπει να χρονολογούνται στους υστερορωμαϊκούς- πα­λαιοχριστιανικούς χρόνους».

 Ας δούμε, πώς περιγράφουν τον περιτειχισμένο οικισμό, τα Χρονικά του Αρχαιολογικού Δελτίου:

 Στον τόμο 34 των Χρονικών, που αναφέρεται σε αρχαιολογικές έρευνες του 1979, υπάρχει το εξής κείμενο: «ΧΟΡΤΟΚΟΠΙ. Δυτικά του χωριού Παλιό Χορτοκόπι και της Μονής Παλαιοημερολογιτών, στο Παγγαίο, στη θέση «Κάστρο», εντοπίστηκαν λείψανα περιβόλου υστερορωμαϊκών και παλαιοχριστιανικών χρόνων, ενώ νότια του χωριού βρέθηκαν, σε επιφάνεια βράχου, διαστ.1,30 Χ 1,30 μ., βραχογραφήματα, που παριστάνουν ζώα (ελάφια, σκυλιά)και ανθρώπινες μορφές. Τα βραχογραφήματα εντάσσονται στη σειρά των γνωστών και από άλλες θέσεις βραχογραφημάτων του Παγγαίου και του Συμβόλου, η χρονολόγηση των οποίων παρουσιάζει πολλά προβλήματα, καθώς εμφανίζουν στοιχεία προϊστορικών και ιστορικών χρόνων.

 Στον τόμο 37 των Χρονικών, που αναφέρεται σε αρχαιολογικές έρευνες του 1982, υπάρχει το εξής κείμενο: «Στην περιοχή του εγκαταλειμμένου παλιού χωριού Χορτοκόπι που βρίσκεται ΒΔ από το σημερινό χωριό, στο Παγγαίο, εντοπίστηκε μια παράλληλα σειρά από βραχογραφίες, που θυμίζουν τις βραχογραφίες του Κρυονερίου, καθώς και τα γνωστά βραχογραφήματα της π[εριοχής Ν. Φυλής του Παγγαίου. Στην ίδια περιοχή σώζονται τα ερείπια ενός υστερορωμαϊκού πιθανότατα φρουρίου, καθώς και λείψανα μικρού, παλαιοχριστιανικού ναού».

 Στα παραπάνω, εγώ προσθέτω τα εξής, νεώτερα στοιχεία, που προέκυψαν από δικές μου επισκέψεις στον λόφο:

 Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, βρήκα, στον περιτειχισμένο αυτόν οικισμό και παρέδωσα, στην τότε ΙΒ’ Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, ένα νόμισμα του  Μεγάλου Κωνσταντίνου.

 Εντόπισα, επίσης, καθώς κατέβαινα το βαθύτατο ρέμα, το οποίο κατέρχεται κατά μήκος της δυτικής, ιδιαίτερα απόκρημνης πλαγιάς του λόφου, πάνω στον οποίο είναι κτισμένος ο οικισμός και συγκεκριμένα στον πυθμένα του ρέματος αυτού, δύο πολύ μεγάλα τμήματα από μια γέφυρα, η οποία, προφανώς, ένωνε το κάστρο με τον δυτικά αυτού ευρισκόμενο λόφο και είχε καταρρεύσει στο βάθος του ρέματος.

 Βρήκα βραχογραφήματα, πολύ μεγάλης, καλλιτεχνικής αξίας και στην δυτική πλευρά του λόφου με τον οικισμό.

 Είδα δύο ισχυρά τμήματα του τείχους, να σώζονται στη νότια και την ανατολική πλευρά του λόφου, με πλάτος 2 μέτρων και ύψος μέχρι και τεσσάρων μέτρων, (στην δυτική πλευρά του λόφου δεν υπήρξε τείχος, γιατί εκεί υπάρχει γκρεμός βάθους άνω των 100 μέτρων, στο βάθος του οποίου κυλάει ο χείμαρρος που προανέφερα).

 Στο υψηλότερο σημείο του λόφου (και του οικισμού) υπήρχαν ερείπια ενός πύργου (ή φρυκτωρίας).

 Στην βόρεια πλευρά του λόφου, όπου βρίσκεται το νεκροταφείο του οικισμού και τα βραχογραφήματα, υπάρχει επίσης χαμηλό τείχος, πέραν του οποίου σώζονται τα λιγοστά ερείπια μιας πύλης με πύργους εκατέρωθεν, στην οποία έφθανε λιθόστρωτη οδός, που ξεκινούσε από την κοιλάδα, που οδηγεί από το Ακροβούνι στις Δύο Βρύσες.

 Πριν αρκετά χρόνια, με τον τότε Έφορο της ΙΒ’ Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, κ. Νικόλαο Ζήκο, επισκεφθήκαμε τον περιτειχισμένο οικισμό και, στον χώρο των ερειπίων του «εκκλησιδίου», που προαναφέρθηκε, ο έμπειρος αρχαιολόγος και ανασκαφέας του Μοναστικού συγκροτήματος του Παπικίου όρους, διαπίστωσε την ύπαρξη δύο (2) ναών, ενός παλαιοχριστιανικού ναού, μεγάλου μεγέθους κι ενός μικρού ναϊσκου, κτισμένου στον χώρο του Ιερού του προηγούμενου Ναού, μετά την καταστροφή του τελευταίου, (όπως ακριβώς συνέβη και σε παλαιοχριστιανικούς ναούς των Φιλίππων, της Αμφιπόλεως και των Κηπιών του Δήμου Παγγαίου, μετά την καταστροφή τους, κύρια από σεισμούς).

 Μέχρι σήμερα, όμως, καμία επιφανειακή ή ανασκαφική έρευνα δεν έλαβε χώρα, οι αρχαιοκάπηλοι καταστρέφουν συστηματικά τον οικισμό, κατέστρεψαν ήδη, ανοίγοντας τεράστια οπή, τον κορυφαίο πύργο του οικισμού, άνοιξαν κατοικίες και πέταξαν έξω από τα υπόγειά τους τα αποθηκευτικά αγγεία, ανέσκαψαν συστηματικά ολόκληρο το νεκροταφείο και πέταξαν έξω από τους τάφους τα οστά των προγόνων μας (και δικών τους προγόνων)!, με τρόπο που δεν το έκαναν ούτε οι πιο βάρβαροι επιδρομείς, που πέρασαν  απ’ αυτόν τον τόπο, καταστρέφουν τα βραχογραφήματα στις δύο από τις τέσσερις θέσεις, στον λόφο και γύρω απ’ αυτόν, που μας είναι γνωστές και πολύ σύντομα δεν θα έχει απομείνει τίποτε, για ν’ ανασκαφεί, αφού, λόγω του ερημικού της τοποθεσίας, οι προαναφερθέντες κάνουν την «δουλειά» τους ανενόχλητοι!

 Όσον αφορά, μάλιστα, τον πύργο του κάστρου, αυτόν οι αρχαιοκάπηλοι είχαν αρχίσει να τον καταστρέφουν ήδη από το έτος 2003, γεγονός που με είχε αναγκάσει ν’ απευθύνω τότε την εξής επιστολή μου, προς την αρμόδια, Αρχαιολογική Υπηρεσία:

«Π Ρ Ο Σ

την ΙΒ’ Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, που εδρεύει στην Καβάλα.

Α Ν Α Φ Ο Ρ Α

του Θεοδώρου Λυμπεράκη του Δημοσθένη, δικηγόρου του Πρωτοδικείου Καβάλας, κατοίκου Ελευθερούπολης, οδός Ιωάννη Φουστέρη αρ. 2. (τηλ. 6945-231646).

Καβάλα, 12 Φεβρουαρίου 2003

- - - - - - -

Κύριε Προϊστάμενε,

σε πρόσφατη, (λαβούσα χώρα την Κυριακή, 9 Φεβρουαρίου 2003), επίσκεψή μου στον χώρο του υστερορρωμαϊκού – βυζαντινού κάστρου του Παλαιού Χορτοκοπίου διαπίστωσα, πλήρης οδύνης, ότι αρχαιοκάπηλοι προκάλεσαν ανεπανόρθωτη και μεγάλου μεγέθους καταστροφή στον υψηλότερο πύργο του κάστρου, που δέσποζε του λόφου επί του οποίου αυτό είναι κτισμένο. Συγκεκριμένα, τον πύργο αυτόν, ο οποίος ανυψωνόταν, (καίτοι ήταν καλυμμένος από χώμα), σε ύψος περίπου 3-4 μέτρων πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, οι αρχαιοκάπηλοι, αφού προηγούμενα προέβησαν σ’ εκτεταμένη αποψίλωση του πέριξ εδάφους, (για την οποία, είμαι πολύ περίεργος, πώς δεν έγινε αντιληπτή από κάποιο όργανο του Δασαρχείου), στη συνέχεια, υποθέτοντας, προφανώς, ότι επρόκειτο γι’ αρχαίο τύμβο, διάνοιξαν στο επίπεδο του εδάφους ένα σκάμμα (τούνελ), με το οποίο εισχώρησαν στη βάση του πύργου, του οποίου και προκάλεσαν την πλήρη κατάρρευση.

Επειδή φοβούμαι και για την τύχη της παλαιοχριστιανικής βασιλικής που πρέπει να εκτείνεται λίγα μέτρα νότια του καταστραφέντος πύργου.

Επειδή, συνάμα, αυτή η προκλητική ενέργεια πρέπει ν’ απαίτησε χρόνο πολύ και άτομα πολλά, δεν πιστεύω ότι δεν έγινε αντιληπτή από κανέναν. Πιστεύω, ως εκ τούτου, ότι αν ενημερωθούν οι αρμόδιες Αρχές, (κ. Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Καβάλας, Αστυνομικό Τμήμα Ελευθερούπολης) και διεξαχθούν έρευνες, ιδιαίτερα μεταξύ των εργαζομένων στα γειτονικά προς το κάστρο λατομεία, θα βρεθεί κάποιος που θα είδε τους αρχαιοκάπηλους να προκαλούν την περιγραφείσα τεράστια καταστροφή στο μοναδικό αυτό εθνικό και πολιτισμικό μνημείο του τόπου μας.

Κατόπιν τούτου, σας παρακαλώ,

να φροντίσετε, αφενός μεν να ενημερώσετε τις αρμόδιες Αρχές και να ζητήσετε την βοήθειά τους, προκειμένου να βρεθούν οι ένοχοι αυτής της πρωτοφανούς βαρβαρότητας, αφετέρου δε να σπεύσετε επί τόπου, προκειμένου να βρείτε τρόπο περιορισμού, όσο θα είναι δυνατόν, της ήδη μεγάλης καταστροφής.

Με μεγάλη εκτίμηση»

 

Δυστυχώς, όμως, δεν υπήρξε κάποια αντίδραση στην αγωνία μου, ούτε κάποια απάντηση στην επιστολή μου και η καταστροφή του πύργου συνεχίστηκε μέχρι το έτος 2020, οπότε μια ακόμη, παράνομη, τεράστια εκσκαφή εξαφάνισε κάθε ίχνος του πύργου!

 Επείγει, λοιπόν, η συστηματική, ανασκαφική διερεύνηση αυτού του μεγάλου, περιτειχισμένου οικισμού, η οποία, είμαι βέβαιος, θ’ αποδώσει πολλά, σημαντικά ευρήματα και μπορεί ν’ αποτελέσει σημαντικό πόλο έλξης επισκεπτών, από την πατρίδα μας και το εξωτερικό! Κι αυτός, ακριβώς, είναι ο λόγος της παρούσας ανάρτησής μου, παράλληλα με την αγωνία μου, για την εγκληματική καταστροφή της ιστορικής μνήμης του τόπου  μας!

 ΤΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΡΤΩ, ΒΛΕΠΕΤΕ:

1η φωτογραφία. Πανοραμική άποψη του λόφου με τον οικισμό, όπως φαίνεται από το Παλιό Χορτοκόπι (Ντράνοβα).

 2η και 3η. Το ανατολικό τείχος του κάστρου.

 4η και 5η. Το νότιο τείχος.

6η και 7η. τα τμήματα της αρχαίας γέφυρας, που είναι πεσμένη στο βάθος της χαράδρας, δυτικά του περιτειχισμένου λόφου.

 8η έως και 19η. Το εσωτερικό του μικρού ναϊσκου, κτισμένου, πιθανότατα, στην θέση του Ιερού παλαιότερου και μεγαλύτερου ναού. Η καταστροφή από τους ανθέλληνες θησαυροθήρες είναι ολοφάνερη!

 20ή έως και 38η. Τα βραχογραφήματα, στο βόρειο άνδηρο του λόφου, (οι φωτογραφίες έχουν τραβηχτεί με διαφορά ετών, μεταξύ τους)

 39η. Η θέα, από τους βράχους με βραχογραφήματα, προς την Πιερία κοιλάδα.

 40ή. Η θέα, από τους ίδιους βράχους, προς το Παγγαίο.

 41η έως 46η. Έξι (6) διαφορετικά κτίρια του περιτειχισμένου οικισμού.

 47η και 48η. Όστρακα αγγείων, από τα κτίσμα των προηγούμενων φωτογραφιών.

 49η έως και 52η. Το νεκροταφείο του οικισμού, φρικτά λεηλατημένο από τους απολίτιστους, ανθέλληνες, θησαυροθήρες!

 5η και 54η. Η εμπρόσθια και η οπίσθια όψη νομίσματος του Μεγάλου Κωνσταντίνου, το οποίο βρήκα πριν δεκαετίες και παρέδωσα στην ΙΒ’ Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Καβάλας.

 55η. Και ο γράφων, μέσα στον οικισμό του κάστρου.



























































 


Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2021




ΜΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ, ΕΠ’ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ, ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΠΕΤΕΙΟΥ!

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Ο στρατηγός της Ελληνικής επανάστασης, ο Μακρυγιάννης», στον Α’ τόμο των «Δοκιμών» του (1936-1947), έγραψε: «Είχα δύο αγάλματα περίφημα, μια γυναίκα κι ένα βασιλόπουλο, ατόφια – φαίνονταν οι φλέβες, τόση εντέλειαν είχαν. Όταν χάλασαν τον Πόρο, τα ’χαν πάρει κάτι στρατιώτες, και στ’ Αργος θα τα πουλούσαν κάτι Ευρωπαίων· χίλια τάλαρα γύρευαν… Πήρα τους στρατιώτες, τους μίλησα: Αυτά, και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Δι’ αυτά πολεμήσαμεν»! (Πηγή: Protagon.gr)

ΠΑΛΑΙΟΚΑΣΤΡΟ ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΟΥ

(Δήμος Παγγαίου – Περιφερειακή Ενότητα Καβάλας)

Ένα από τα αρχαιότερα (ίσως και το αρχαιότερο) από τα κάστρα του Παγγαίου όρους υψώνεται βορειοδυτικά του Παλαιοχωρίου, ενός πανάρχαιου χωριού του σημερινού Δήμου Παγγαίου, κτισμένου στις ανατολικές πλαγιές του Παγγαίου όρους, το οποίο κατοικείται από γηγενείς και πρόσφυγες, από την Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη.

Το κάστρο είναι κατασκευασμένο πάνω σ’ ένα μακρύ και επικλινές πλάτωμα, που βρίσκεται σε υψόμετρο 680 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας κι έχει κατεύθυνση βορειοανατολική – νοτιοδυτική.
 
Η πιο άρτια περιγραφή της γεωλογικής μορφής του Παγγαίου όρους και των μεταλλευμάτων του έγινε, ήδη από την δεκαετία του 1980, από τους Γερμανούς γεωλόγους Heinz Josef Unger Ewald και Schutz, τα αποτελέσματα των μακρόχρονων, επιτόπιων και επίπονων ερευνών των οποίων περιλήφθηκαν στo σύγγραμμά τους με τίτλο «SUDOSTEUROPA ZWISCHEN 1600 UND 1000 V.CHR», που εκδόθηκε στο Βερολίνο το έτος 1980 και ειδικότερα στο κεφάλαιο του συγγράμματος αυτού, που έχει τίτλο «Pangaion. Ein Gebirge und sein bergbau». (Την μετάφραση των κειμένων που ακολουθούν έκανε η Φωτεινή Χατζηκόντζιου). Στο τελευταίο αυτό κεφάλαιο, αναφέρεται ότι οι συγγραφείς του «ανακάλυψαν» το Παλαιόκαστρο του Παλαιοχωρίου το έτος 1976 και ότι τους εξέπληξαν τα αποτελέσματα των ερευνών τους. Το κάστρο χαρακτηρίστηκε ως συνοικισμός και συσχετίστηκε με τα αρχαία ορυχεία της γύρω απ’ αυτό, πλούσιας, μεταλλοφόρου περιοχής.

«Η είσοδος στο κάστρο αυτό», αναφέρουν οι προαναφερθέντες, Γερμανοί συγγραφείς, «γίνεται μέσω ενός ανοδικού δρόμου, καλυμμένου με μαρμάρινες και γνεύσιες πλάκες, πλάτους 1,10 έως 1,50 μέτρου, ο οποίος αρχίζει στο δυτικό τέλος του Παλαιοχωρίου, φθάνει μέχρι την ράχη και μετά στρέφεται προς τα νότια. Προφανώς, οδηγούσε στην πύλη της εγκατάστασης, από τη νοτιοδυτική γωνία. Ένας παλιός δρόμος έρχεται από τα δυτικά και πάνω από την ράχη της εγκατάστασης. Το Παλαιόκαστρο κυριαρχούσε πάνω από την πεδιάδα του Παλαιοχωρίου και είχε καλή θέα προς δυσμάς, στην κοιλάδα της Νικήσιανης Από την θέση αυτή μπορούσε κανείς να ελέγχει τις εισόδους και προς τις δύο πεδιάδες, άρα, λοιπόν μέσα στην οροσειρά, από την πεδιάδα των Φιλίππων».

Όσον αφορά τα εξωτερικά τείχη του Παλαιοκάστρου, οι προαναφερθέντες επιστήμονες λένε ότι «υπάρχουν δύο είδη εξωτερικών τειχών. Το ένα είδος αποτελείται από ακατέργαστη, μαρμάρινη ξηρολιθοδομή ή από γνεύσιες πλάκες και το άλλο από λαξευμένες πέτρες, επενδεδυμένες με κονίαμα. Το τελευταίο είναι, σε πολλές περιπτώσεις, ένα διπλό τείχος πάχους 2,70 μέτρων. Το τείχος, με ακατέργαστη, μαρμάρινη λιθοδομή, χαρακτηρίζεται ως «θρακικό», το δε λαξευτό τείχος, ως «ελληνιστικό – βυζαντινό». Η ηλικία τους, στη μεταξύ τους σχέση, είναι: Το «θρακικό» τείχος είναι αρχαιότερο (της εποχής του χαλκού ή του σιδήρου), το δε «ελληνιστικό – βυζαντινό» είναι νεώτερο, όπως προκύπτει από παρατηρήσεις επιτόπου».

Στο πολύ μεγαλύτερης έκτασης κεφάλαιό τους, το σχετικό με το Παγγαίο, οι δύο Γερμανοί συγγραφείς περιλαμβάνουν, επίσης, ένα σχεδιάγραμμα του Παλαιοκάστρου, το οποίο αναρτώ και οι επί του οποίου παρατηρήσεις, στην γερμανική γλώσσα, είναι επίσης μεταφρασμένες, στην ελληνική, από την κ. Χατζηκόντζιου. Στο σχεδιάγραμμα αυτό, παρατηρήστε:

Την σαφή διάκριση δύο συνοικιών,
τον αριθμό των πύργων στα τείχη,
το γεγονός ότι ένα διπλό κι ένα απλό τείχος διέσχιζαν εγκάρσια το κάστρο,
την ύπαρξη κτισμάτων, μάλλον κατοικιών, στο εσωτερικό του κάστρου,
τα απομεινάρια τουλάχιστον τριών εισόδων, από τις οποίες οι δύο μάλλον ήταν κανονικές πύλες.

Σημειώνω, τέλος, ότι στο σχεδιάγραμμα των Γερμανών γεωλόγων δεν αναφέρεται, υπάρχει όμως, ένας μικρός, μάλλον παλαιοχριστιανικός ναϊσκος, τοίχοι του οποίου σώζονται σε ικανό ύψος.

Στις φωτογραφίες που αναρτώ, βλέπετε:

Από την 1η έως την 7η, τμήματα του περιμετρικού τείχους,

στην 8η, τμήμα του απλού, εγκάρσιου τείχους,

από την 9η έως την 16η, ερείπια κτισμάτων, στο εσωτερικό του τείχους,

από την 17η έως και την 22η, θραύσματα αγγείων της εποχής του σιδήρου στο Παγγαίο, (πριν το 1.100 π.Χ.), βγαλμένα από τους αρχαιοκάπηλους, από τα θεμέλια των κτισμάτων,

από την 23η έως την 28η, ερείπια του μικρού, παλαιοχριστιανικού ναϊσκου, στο νότιο τμήμα του κάστρου,

από την 29η έως την 32η, θραύσμα αγγείου, μάλλον της παλαιοχριστιανικής περιόδου,

από την 33η έως την 36η, τον αρχαίο δρόμο, που οδηγούσε από το δυτικό άκρο του Παλαιοχωρίου στο Παλαιόκαστρο

και στις υπόλοιπες (37η έως και 40ή), την θέα από το Παλαιόκαστρο, προς κάθε κατεύθυνση!

ΕΠΙΜΥΘΙΟΝ

Αν αυτός ο τόσο σημαντικός, πανάρχαιος οικισμός, τειχισμένος με ισχυρά τείχη, βρισκόταν σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του πλανήτη, ασφαλώς θα είχε τύχει της προσοχής του οικείου Υπουργείου Πολιτισμού, στην χώρα μας, όμως, τυγχάνει της προσοχής και της καταστροφικής μανίας μόνο των αρχαιοκαπήλων!

Κι όμως, δι’ αυτά τα μάρμαρα πολεμήσαμεν!

ΚΑΤΑ ΤΑ ΛΟΙΠΑ, ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ, ΣΥΝΕΛΛΗΝΕΣ!