Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2024


ΜΙΑ ΟΧΥΡΗ ΘΕΣΗ ΚΙ ΕΝΑΣ ΜΙΚΡΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΙΕΡΩΝ ΘΡΑΚΩΝ, ΣΤΗΝ ΠΙΕΡΙΑ ΚΟΙΛΑΔΑ, (ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΟΡΕΩΝ ΠΑΓΓΑΙΟΥ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΟΥ)


Στην εποχή του Ομήρου, οι Θράκες, το μεγαλύτερο έθνος στον κόσμο μετά τους Ινδούς, σύμφωνα με τον γεωγράφο Στράβωνα, ζούσαν ακόμη, από τον ποταμό Δούναβη μέχρι τον Όλυμπο και την Χαλκιδική. Συνεπώς, αυτοί κατείχαν κι ολόκληρη την μεταξύ του Νέστου και του Στρυμόνα περιοχή και βέβαια και τα όρη Παγγαίο και Σύμβολο, που μέχρι την εποχή του βασιλέως των Μακεδόνων Φιλίππου του Β' εθεωρείτο ότι ανήκαν στην Θράκη.

Γύρω στον 750 π.Χ., τα δύο σπουδαιότερα θρακικά φύλα που διαδραμάτισαν κυρίαρχο ρόλο στα δρώμενα του Παγγαίου στους ιστορικούς χρόνους, οι Ηδώνες ή Ηδωνοί και οι Πίερες, κατοικούσαν ακόμη στις προγονικές εστίες τους, οι πρώτοι στην πέραν του Στρυμόνος Μυγδονία και οι δεύτεροι στους πρόποδες του Ολύμπου, την μέχρι και σήμερα καλούμενη Πιερία. Ήδη όμως από τον 7ο αιώνα π.Χ. και μετά εκδιώχθηκαν από τους πρώτους Μακεδόνες βασιλείς, οι μεν Πίερες από τον Περδίκα τον 1ο, οι δε Ηδώνες ή Ηδωνοί από τον Αλέξανδρο τον 1ο κι αναγκάστηκαν να μετακινηθούν στην εδώθε του Στρυμόνος περιοχή και να εγκατασταθούν, οι μεν Πίερες στην νότια του Παγγαίου εκτεινόμενη Πιερία Κοιλάδα, ανατολικά μέχρι την σημερινή Ελευθερούπολη και νότια μέχρι και την θάλασσα, που πήρε έκτοτε το όνομά τους και ονομάστηκε Πιερικός Κόλπος, (δείτε Θουκυδίδη ΙΙ, 99, 3: "Την δε παρά θάλασσαν νυν Μακεδονίαν Αλέξανδρος ο Περδίκκου πατήρ και οι πρόγονοι αυτού Τημενίδαι, το αρχαίον όντες εξ Άργους, πρώτοι εκτήσαντο και εβασίλευσαν, ­αναστήσαντες μάχη, εκ μεν Πιερίας Πίερας, οί ύστερον υπό το Παγγαίον, πέραν του Στρυμόνος, ώκησαν Φάγρητα και άλλα χωρία (και έτι νυν Πιερικός Κόλπος καλείται η υπό τω Παγγαίω προς θάλασσαν γη­"), οι δε Ηδώνες στην κάτω κοιλάδα του Στρυμόνα και στο βορειοδυτικό Παγγαίο.

Σ’ εκείνη, την αρχαϊκή εποχή, η Πιερία κοιλάδα βρισκόταν στο περιθώριο της Θασιακής περαίας, των αποικιών, δηλαδή, που είχαν δημιουργήσει οι Θάσιοι στην ακτή. Οι σχέσεις μεταξύ των Πιέρων και των Θασίων είναι ακόμη αδιευκρίνιστες, αφού οι ιστορικές πηγές δεν προσφέρουν πληροφορίες σχετικά με το θέμα. Διατηρούσαν προφανώς σχέσεις, αλλά δεν είχαν ενταχθεί στην επικράτεια της Θάσου στις αρχές του 5ου αι. π.Χ., όπως και το Παγγαίο και τα μεταλλεία του, που σύμφωνα με τον Ηρόδοτο εξακολουθούσαν να είναι στα χέρια των Θρακών. Η θασιακή, Σκαπτή Ύλη αναζητείται από την πρόσφατη αρχαιολογική έρευνα ανατολικά της Καβάλας, στις νότιες υπώρειες των βουνών της Λεκάνης, ως τον ποταμό Νέστο.

Όπως προανέφερα, οι σπουδαιότερες πόλεις των Πιέρων Θρακών, στη νέα, πλέον, κοιτίδα τους, την Πιερία κοιλάδα, που εκτείνεται μεταξύ των ορέων Παγγαίου και Συμβόλου, ήταν ο Φάγρης, που ανασκάπτεται από την αρχαιολογική Υπηρεσία της Καβάλας και το Πέργαμον, στην ακρόπολη του οποίου θα ξεκινήσουν ανασκαφές το προσεχές καλοκαίρι, (δείτε για το Πέργαμον πρόσφατη ανάρτησή μου: https://www.facebook.com/theodoros.lymperakis/posts/pfbid0XMmPWEBdatH1jHehorTjfo1Zx5fQL5THoy2uMRqcMbr1cFXw96ER98uVVDjHnHdcl

Εκτός, όμως, από τις πόλεις τους, οι Πίερες διατηρούσαν στην Πιερία κοιλάδα κι άλλες οχυρές θέσεις ή μικρούς οικισμούς. Μια τέτοια οχυρή θέση κι έναν μικρό και άγνωστο οικισμό τους σας παρουσιάζω σήμερα, στην παρούσα ανάρτησή μου.



Η ΟΧΥΡΗ ΘΕΣΗ (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 1η έως 22η )


Πρόκειται για ισχυρή οχύρωση, κατασκευασμένη από αργόλιθους, χωρίς συγκολλητική ουσία, που σχηματίζουν, όμως, μια συνολική, οχυρωματική κατασκευή, η οποία έχει το εξής χαρακτηριστικό: Είναι δύσκολο, σήμερα, ν’ αντιληφθούμε την σκοπιμότητα του τρόπου, με τον οποίο έχουν κατασκευαστεί στο έδαφος οι γραμμές οχύρωσης!

Η οχύρωση αυτή καταλαμβάνει έναν από τους λόφους, με τους οποίους το Σύμβολο όρος «εισβάλλει», κυριολεκτικά, στην Πιερία κοιλάδα, έναν λόφο που βρίσκεται, φυσικά, στην αριστερή όχθη του Μαρμαρά (του Θερμοποτάμου των Βυζαντινών), καναδυό χιλιόμετρα δυτικά της εξόδου της Εγνατίας οδού στην Μουσθένη.

Ο λόγος ύπαρξης της οχύρωσης αυτής ήταν, φυσικά, κατά κύριο λόγο, ο έλεγχος της Πιερίας κοιλάδας, όχι, όμως, μόνο αυτός, διότι στον οχυρό λόφο υπάρχουν σαφή ίχνη επεξεργασίας μετάλλων!

Στις φωτογραφίες που αναρτώ, βλέπετε:

1η έως 6η: Τον λόφο με την οχύρωση, από κάποια απόσταση.

7η έως 11η: Απομεινάρια των οχυρώσεων, (ότι επιβίωσε από τις «επεμβάσεις» των αρχαιοκαπήλων).

12η : Ερείπια κτιρίου, πάνω στον οχυρό λόφο.

13η έως 15η: Όστρακα αρχαίων αγγείων, από την επιφάνεια του λόφου.

16η: Σκωρία μεταλλεύματος – έναν από τους λόγους ύπαρξης της οχυρής θέσης.

17η: Νεώτερο βραχογράφημα (1957) αλλά και περίεργες λακκούβες στον ίδιο βράχο, (cup marks);

18η έως 22η: Την θέα από τον οχυρό λόφο, προς κάθε κατεύθυνση της Πιερίας κοιλάδος.



Ο ΜΟΝΟΛΙΘΟΣ (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 23η έως 34η)


Με αυτό το όνομα, που εμφανίστηκε για πρώτη φορά κατά την βυζαντινή εποχή, ήταν, δηλαδή, άγνωστο κατά την αρχαιότητα, είναι γνωστός ο αρχαιολογικός χώρος, που εκτείνεται στην αριστερή όχθη του Μαρμαρά (ή Θερμοποτάμου, κατά την βυζαντινή εποχή), του ρέματος, δηλαδή, που διασχίζει την Πιερία κοιλάδα. Ο χώρος αυτός βρίσκεται στο σημείο, όπου ο Μαρμαράς «αλλάζει κατεύθυνση», στο ύψος, περίπου, του Πλατανοτόπου κι αρχίζει να κατευθύνεται νότια, προς τα λουτρά Ελευθερών και τις εκβολές του.

Ανατολικά του αρχαιολογικού χώρου του Μονολίθου, στους λόφους που Συμβόλου όρους, που βρίσκονται ακριβώς πάνω απ’ αυτόν και στην τοποθεσία «τσεσμέ τ’ αγά», εκτείνεται ένας απέραντος, απίστευτα λεηλατημένος από τους αρχαιοκαπήλους, αρχαιολογικός χώρος, ο οποίος, προφανώς, είχε σχέση με τον Μονόλιθο και αποτελείται από μια οχυρή θέση, κάτι σαν «ακρόπολη», φτιαγμένη από ένα υλικό που μοιάζει με πωρόλιθο, εκατοντάδες ανοιχτούς τάφους, με τα οστά των προγόνων μας πεταμένα έξω από αυτούς, ερείπια κατασκευών επεξεργασίας μετάλλου, (όλα αυτά εκτείνονται σε αρκετούς λόφους, που απέχουν αρκετά μεταξύ τους), καθώς και μια παλαιότατη κατασκευή με κρήνες, που κι αυτές τις ξήλωσαν, κυριολεκτικά, οι αρχαιοκάπηλοι και η οποία δικαιολογεί το όνομα της τοποθεσίας (τσεσμέ τ’ αγά = βρύση του αγά). Στον ταλαιπωρημένο αυτόν αρχαιολογικό χώρο θ’ αφιερώσω μια προσεχή ανάρτησή μου!

Στις φωτογραφίες που αναρτώ, βλέπετε:

23η έως 27η: Γενικές απόψεις του αρχαιολογικού χώρου.

28η έως 30η: Ερείπια κτισμάτων, (κάποια από τα οποία είναι νεώτερα, όπως αυτά ενός οθωμανικού χανιού).

31η: Όστρακο αρχαίου αγγείου.

32η και 33η: Παλαιότατο υδραγωγό, άριστα κατασκευασμένο και διατηρημένο, που μετέφερε νερό σε απόσταση χιλιομέτρων, (μεταξύ άλλων και σε υδρόμυλο του 14ου αιώνα, της Ιεράς Μονής Ιβήρων, του Αγίου όρους, που βρισκόταν επίσης στην αριστερή όχθη του Μαρμαρά – Θερμοποτάμου και τον οποίο πρόλαβα και φωτογράφισα, διότι, στη συνέχεια, τον κατέστρεψαν αρχαιοκάπηλοι)

34η. Ο γράφων, ανάμεσα στα ερείπια του Μονολίθου.




































Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2024



ΕΝΑ ΟΘΩΜΑΝΙΚΟ ΧΑΝΙ, ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ ΤΩΝ ΧΩΡΙΩΝ ΝΙΚΗΣΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΝΗΣ (ΓΚΟΡΙΑΝΗΣ) ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ



Στον απέραντο κάμπο, που εκτείνεται στ’ ανατολικά της Νικήσιανης, (χωριού γηγενών Ελλήνων, που οι απαρχές του χάνονται στα βάθη της ιστορίας) και της Γεωργιανής, (μουσουλμανικού χωριού με το όνομα Γκόριανη, που από το 1924 κατοικείται από Έλληνες πρόσφυγες από την Μ. Ασία και την Ανατολική Θράκη), μέσα στα όρια του σημερινού Δήμου Παγγαίου και στις παρυφές των Τεναγών των Φιλίππων, που αποξηράνθηκαν το έτος 1936, υπάρχουν, καλυμμένα από πυκνή βλάστηση, τα ερείπια ενός μεγάλου, οικοδομικού συγκροτήματος, που καλύπτει έκταση περίπου 200 Χ 200 μέτρων και βρίσκεται σε απόσταση 300 μέτρων νοτιοανατολικά του πασίγνωστου, αρχαίου τύμβου της Νικήσιανης, (στον οποίο θ’ αναφέρεται μια προσεχής ανάρτησή μου).

Η πρόσβαση στο οικοδομικό αυτό συγκρότημα, το οποίο, στην μνήμη των γηγενών κατοίκων της Νικήσιανης, έχει μείνει ως «χάνι», μπορεί σήμερα να γίνει εύκολα, από χωμάτινη, αγροτική οδό, η οποία ξεκινά αριστερά από την επαρχιακή οδό Νικήσιανης – Καλαμπακίου, λίγο μετά την κλινική «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ».

Στους αιώνες, που το συγκεκριμένο χάνι ήταν σε λειτουργία, από την δυτική πλευρά του περνούσε μια πανάρχαια, πολυσύχναστη οδός, η οποία ερχόταν από την Ελευθερούπολη (Πράβι) και κατευθυνόταν προς τις Σέρρες. Όπως μου μετέφερε ο αγαπητός φίλος Θανάσης Δασκαλούδης, οι κάτοικοι της Νικήσιανης, ακόμη και σήμερα, αποκαλούν «παλιό δρόμο» και «Εγνατία», αυτή τη συγκεκριμένη οδό και όταν θέλουν ν’ αναφερθούν στους αγρούς τους, λένε «πάνω απ’ τον παλιό δρόμο» ή «κάτω από τον παλιό δρόμο».

Σήμερα, στην βορειοδυτική πλευρά του συγκροτήματος είναι εμφανή τα ίχνη μιας εισόδου, (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 3 και 4) και αμέσως πίσω από αυτήν ένας ισχυρός τοίχος, πάχους 1,40 μέτρων, προφανώς προερχόμενος από σημαντικό κτήριο του συγκροτήματος, ο οποίος ίσως και να είναι παλαιότερος των χρόνων της οθωμανικής κυριαρχίας, (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ 5 και 6).

Στην τελευταία φωτογραφία, βλέπετε θραύσμα από κεραμικό της οθωμανικής περιόδου και στις υπόλοιπες φωτογραφίες, βλέπετε ότι απέμεινε, μετά από έναν αιώνα εγκατάλειψης και «ερευνών» των χρυσοθηρών, από το άλλοτε εντυπωσιακό συγκρότημα, μια καλή εικόνα του οποίου, όμως, παρέχει μια αεροφωτογραφία του 1945, της Γ.Υ.Σ.



AN OTTOMAN HAN, EAST OF THE VILLAGES NIKISIANI AND GEORGIANI (GOJRAN), OF THE MUNICIPALITY OF PANGAION



In the vast plain, which stretches to the east of Nikisiani, (a village of native Greeks, whose beginnings are lost in the depths of history) and Georgiani, (a muslim village named Gojran, which, since 1924, has been inhabited by greek refugees, who came from Asia Minor and Eastern Thrace), within the boundaries of the current Municipality of Pangaion and on the outskirts of the Tenagi (marshes) of Philippi, which were drained in 1936, there are, covered by dense vegetation, the ruins of a large building complex, covering an area of ​​approximately 200 X 200 meters and located at a distance of 300 meters southeast of the well-known, ancient tomb of Nikisiani, (about which, I’ll make a future post).

Access to this building complex, which, in the memory of the indigent residents of Nikisiani, has remained as a "han" (Ottoman era hostel, for passengers and their horses), can be easily done today, from a rural road, which starts on the left of the Nikisiani - Kalampaki provincial road, some hundred meters after the "ELEFTHERIA" psychiatric clinic.

During the centuries, when this particular han was in operation, an ancient, busy road passed through its western side, coming from Eleftheroupolis (Pravi) and heading towards Serres. As my dear friend Thanasis Daskaloudis told me, the residents of Nikisiani, even today, call this particular road "old road" and "Egnatia", and when they want to refer to their fields, they say "above the old road ” or “down the old road”.

Today, on the northwest side of the complex, traces of an entrance are visible (PHOTOS 3 and 4) and immediately behind it, a strong wall, 1.40 meters thick, apparently belonging to an important building of the complex, which may be older of the years of Ottoman rule, (PHOTOS 5 and 6).

In the last photo, you see a fragment of pottery, from the Ottoman period, and in all the other photos, you see what remains, after a century of abandonment and "exploration" by gold diggers (looters), of the once impressive complex, a good picture of which, however, is provided by an aerial photo of 1945, of G.Y.S.


ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΤΟΥ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΜΟΥ:
Με αφορμή την ανάρτηση του πιο πάνω κειμένου μκου στο facebook, είδα, με χαρά, ότι ξεκίνησε ένας γόνιμος διάλογος, από τον οποίο προέκυψε ότι το οικοδομικό αυτό συγκρότημα δεν ήταν απλώς ένα χάνι, αλλά κάτι πολύ ευρύτερο, η έδρα του Οθωμανού ιδιοκτήτη ενός τσιφλικιού, (δηλαδή, μιας μεγάλης, ως επί το πλείστον, έκτασης των οθωμανικών χρόνων, που περιείχε αγροτικές και δασικές εκτάσεις, την κατοικία του ιδιοκτήτη – τσιφλικά και τα κτίσματα που ήταν απαραίτητα για την λειτουργία του, (κατοικίες εργαζομένων, αποθήκες κλπ.)
Μεταφέρω, λοιπόν, αυτούσιες, τις απόψεις δύο φίλων, που σχολίασαν – διόρθωσαν και συμπλήρωσαν την ανάρτησή μου, με τα εξής, ενδιαφέροντα στοιχεία:
Ο Κωνσταντίνος Μιχαλόπουλος έγραψε ότι «το συγκεκριμένο κτίσμα λέγεται τσιφλίκι και δεν ήταν χάνι, ήταν κατοικία Τούρκου Αγά η προύχοντα. Υπήρχαν αποθήκες σιτηρών, στάβλος για ζώα, κατοικίες για εργάτες, πηγάδια και πολλά άλλα».
Ο Θανάσης Δασκαλούδης έγραψε: «Το "τσιφλίκι", μέρος γνωστό από τα παιδικά μας χρόνια, που αποτελούσε προορισμό, κάποια καλοκαιρινά βράδια, όταν κατεβαίναμε για συλλογή καπνού και πάντα θυμάμαι ότι η συγκεκριμένη τοποθεσία και η "τούμπα" λίγο πιο δίπλα, αποτελούσε θέμα συζήτησης με τους γονείς μας. Κατοικία, σπίτι Αγά ήταν κάποτε, μου έλεγε ο αείμνηστος πατέρας μου».
Στα παραπάνω, εγώ προσθέτω μόνο την εξής «αντίρρησή» μου: Αποδέχομαι, φυσικά, την άποψη ότι το συγκεκριμένο, οικοδομικό συγκρότημα αποτελούσε την έδρα του ιδιοκτήτη ενός τσιφλικιού - ενός μεγάλου κτήματος των οθωμανικών χρόνων - αυτό, όμως, καθόλου δεν σημαίνει ότι αποκλείεται να υπήρχε και χάνι, ανάμεσα στα κτίσματα του συγκροτήματος, όπως υπήρχε χάνι (και διαθέτουμε, μάλιστα και φωτογραφία), στο οικοδομικό συγκρότημα της έδρας του μεγάλου τσιφλικιού του Τσιρπαντί ή Τσαρπαντί, που βρισκόταν εκεί που σήμερα βρίσκεται η Νέα Καρβάλη Καβάλας, αλλά και σε άλλα, γειτονικά ή πιο μακρινά τσιφλίκια.


















Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2023

 

(ΠΑΛΙΑ) ΑΥΛΗ. ΕΝΑΣ ΠΑΝΑΡΧΑΙΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ, ΣΚΑΡΦΑΛΩΜΕΝΟΣ ΣΤΙΣ ΝΟΤΙΕΣ ΠΛΑΓΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ, ΜΕ ΘΕΑ ΑΠΕΡΙΟΡΙΣΤΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΙΕΡΙΑ ΚΟΙΛΑΔΑ



Η Αυλή του Παγγαίου, (παλιά Αυλή, όπως συνηθίζεται να την αποκαλούν, σε αντιδιαστολή με το σημερινό χωριό Αυλή, που βρίσκεται πιο χαμηλά, στην Πιερία κοιλάδα), είναι ένα παλαιότατο, ελληνικό χωριό, κατοικημένο ήδη από την αρχαιότητα, από γηγενείς Μακεδόνες και βρίσκεται στις νότιες πλαγιές του Παγγαίου.

Στο όνομά του το ελληνικό αυτό χωριό διασώζει το όνομα μιας αρχαίας πόλης, της «Αυλώνος», από την οποία είχε λάβει το τοπικό όνομά του ο μεγάλος θεός των Θρακών, που κατοικούσαν κατά την αρχαιότητα σ’ όλες τις περιοχές που εκτείνονταν βόρεια και ανατολικά του Στρυμόνα ποταμού. Επρόκειτο για τον Θράκα Ήρωα ή Ήρωα – ιππέα, το ιερό του οποίου ανέσκαψε η ΙΗ’ Εφορεία προϊστορικών και κλασικών αρχαιοτήτων, υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου κ. Χάϊδως Κουκούλη – Χρυσανθάκη, δίπλα στο σημερινό χωριό Κηπιά και σε απόσταση ελαχίστων χιλιομέτρων από την Αυλή. Σ’ αυτό το ιερό του, ο Θράκας θεός έφερε το όνομα «Αυλωνείτης».

Η Αυλών, λοιπόν, η οποία έδωσε το όνομά της στον θεό των Θρακών του Παγγαίου, («Ήρωα - ιππέα Αυλωνίτη», θεό θεραπευτή, θεό κυνηγό και θεό που υποσχόταν στους πιστούς του τη μέλλουσα ζωή), ήταν κατ’ αρχήν το στενό πέρασμα, (αλλά, πολύ πιθανά και κάποιος οικισμός – πόλη - επί του περάσματος αυτού), το οποίο, από την Πιερία κοιλάδα οδηγούσε στην πόλη των Φιλίππων, μέσω της Ελευθερούπολης κι από το οποίο διερχόταν η περίφημη στην αρχαιότητα «αρχαία» ή «κάτω» οδός.

Για τις σημαντικές, μολονότι ανεξερεύνητες ακόμη, αρχαιότητες της περιοχής, αντιγράφω τα εξής, από το πόνημα του αλησμόνητου φίλου μου, αείμνηστου καθηγητή αρχαίας ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, με τίτλο «ΑΡΧΑΙΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΠΙΕΡΙΑΣ ΚΟΙΛΑΔΟΣ»: «1. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των χωρικών — πρβλ. και Αρχείο ΙΗ' ΕΠΚΑ — στη θέση Κερχανάς, σχεδόν 800 μ. ΒΔ από την Αυλή και δίπλα στον χωματόδρομο, που οδηγεί στο παλιό χωριό, «βρί­σκουν σκουριές, κεραμίδια, κ.ά.». Στη θέση δεν έγινε αυτοψία. 2. Στην ανατολική είσοδο του χωρίου Μελισσοκομείο/Τσιτακλί και βόρεια/δεξιά από τον ασφαλτόδρομο, με άξονες 100Χ30μ., οι αγροί [κυρίως στου Γιαχουντή, Ψάλτη και Κατίγκως] είναι οστρακοβριθείς: Ελάχιστα, χειροποίητα νεολιθικά (;), κλασικά και ελληνιστικά (άβαφα και μελαμβαφή), λιγοστά εφυαλωμένα Τουρκοκρατίας. Ψηλότερα αναβλύζει ή πηγή Λιβαδούδια, η οποία κινούσε επτά μύλους, ενώ παράλληλα άρδευε τους κήπους των γύρω χωριών. Στην προνομιούχα θέση υπήρχε οικιστική εγκατάσταση. Ο Μητροπολίτης Σωφρόνιος τοποθετούσε εδώ (!) την Αυλώνα και ονόμαζε μάλιστα έτσι την Αυλή. (Πρβλ. για την Αυλώνα Μommsen, Eph. Epigr. 5(1884) 1436. Μερτζίδης, Χώραι 122. Γούσιος 5. Μερτζίδης, Φίλιπποι 31/2. Σαμσάρης, ΙΓΑΜ 192. Σκαλίδης 71. Κουκούλη, ΑΑΑ 2(1969)193 & ΑΕΜΘ 3(1989)553/4. Daux, Aρχαία Μακε­δονία II 322.18. Μπακιρτζής, Επιγραφές 278.9. Μουτσόπουλος 7-20 [= Σκουπιδότοπος Σταυρού, αρ. 5]. Βλ. Παραρ­τήματα VI1)».

Η ζωή, στην κατοικούμενη διαρκώς από την αρχαιότητα (παλιά) Αυλή, στο σημερινό χωριό «Αυλή» του Δήμου Παγγαίου και στην γύρω περιοχή, συνεχίστηκε αδιάκοπη, στενά συνδεδεμένη με την μακραίωνη ιστορία της Μακεδονίας, μέχρι τις ημέρες μας.

Οι πληροφορίες μας για την (παλιά) Αυλή είναι σχεδόν ανύπαρκτες, όσον αφορά τους πριν από τον 19ο αιώνες, από τον 19ο όμως αιώνα και μετά είναι επαρκείς και μας επιτρέπουν να σχηματίσουμε μια σαφή εικόνα για την ζωή των Ελλήνων κατοίκων της.

Το έτος 1877, ο Νικόλαος Φιλιππίδης, περιηγούμενος την Μακεδονία, περνά κι από την Αυλή και αμέσως μετά, στο έργο του με τίτλο «περιήγησις των εν Μακεδονία επαρχιών Δράμας, Ζίχνης και Ελευθερουπόλεως», που δημοσιεύει στο φιλολογικό περιοδικό Παρνασσός, (τεύχος 1ον, έτος 1877), λέει γι’ αυτήν ότι είναι «ωραίον και υγιεινόν χωρίδιον, επί του όρους Παγγαίου κείμενον και υπό 400 περίπου ψυχών οικούμενον, το οποίον διατηρεί σχολείον, εν τω οποίω διδάσκονται τα κοινά λεγόμενα γράμματα, υπό του ιερέως του χωρίου τούτου».

Το έτος 1886, ο Νικόλαος Σχινάς, στο έργο του με τίτλο «Οδοιπορικαί σημειώσεις Μακεδονίας, Ηπείρου, νέας οροθετικής γραμμής και Θεσσαλίας», αναφέρει ότι η Αυλή κατοικείται από 270 Έλληνες.

Το έτος 1894, εκδίδεται στη Λειψία της Γερμανίας το έργο με τίτλο «η κατά το Πάγγαιον χώρα των Λακκοβικίων», από τον τότε Διευθυντή της Αστικής σχολής των Λακκοβικίων, Αστέριο Γούσιο. Ο ανωτέρω, αναφερόμενος στην Αυλή, γράφει ότι «η κώμη αύτη κείται επί μικρού οροπεδίου, εντός πληθύος διαφόρων δένδρων. Έχει κατοίκους Έλληνας περί τους 320, μίαν εκκλησίαν προς τιμήν του Προφήτου Ηλιού, οπότε και μικρά πανήγυρις τελείται και γραμματοδιδασκαλείον», στο οποίο, ο ίδιος λέει, σε άλλο σημείο του έργου του, ότι φοιτούν 20 μαθητές (και καμία μαθήτρια). Ο ίδιος αναφέρει, τέλος, ότι η Αυλή υπάγεται υπό την πνευματική δικαιοδοσία του Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως.

Για την ίδια αυτή εκκλησία, ο Αιμίλιος Μαυρουδής, στο έργο του με τίτλο «η ιστορία της Μητροπόλεως Ελευθερουπόλεως» που εκδόθηκε το 2006 στη Θεσσαλονίκη, αναφέρει πως η αρχική οικοδόμηση του ναού του Προφήτη Ηλία, σύμφωνα με την προφορική παράδοση των γηγενών κατοίκων του, ανάγεται στον 6ο αιώνα μ.Χ.

Στον εκδοθέντα το έτος 1902, στην Κωνσταντινούπολη, «πίνακα γενικόν των εν τη ευρωπαϊκή Τουρκία σχολείων», η Αυλή φαίνεται να έχει ένα δημοτικό («αστικόν») σχολείο, μ’ ένα δάσκαλο και 18 μαθητές.

Ο Γεώργιος Χατζηκυριακού, που περιηγείται την υπόδουλη, τότε ακόμη, στους Οθωμανούς Μακεδονία, κατά τα έτη 1905 – 1906, στο έργο του, με τίτλο «σκέψεις και εντυπώσεις εκ περιοδείας ανά την Μακεδονίαν (1905-1906)», περιγράφει ως εξής τον ερχομό του στην Αυλή: «Εκεί υψηλά, επί των κλιτύων του όρους (Παγγαίου) και επί εδάφους ανωμάλου και πετρώδους, έκτισται η κώμη Αυλή. Αύτη αποτελεί αμιγή Ελληνορθόδοξον κοινότητα εκ 50 περίπου οικογενειών, διατηρουσών τον φυσικόν των ορεινών Ελλήνων χαρακτήρα. Οι κάτοικοι αυτής, λιτοί, τον καθαρόν αέρα του βουνού έχουσιν ως το μάλλον προσοδοφόρον κτήμα, η δε πάσα γη αυτών, ισχνή και άγονος, γλίσχρα (δηλ. ελάχιστα) τα επιτήδεια της ζωής παρέχει. Αλλ’ όμως δεν ελλείπει και εν αυτή το μικρόν σχολείον μετά της παρακειμένης εκκλησίας, προς ά οι ορεσίβιοι εκείνοι κάτοικοι ατενίζουσι ως εις τερπνήν κοιλάδα, εξ ης το της πατρίου παιδείας και της πίστεως δροσερόν ρέει νάμα, ποτίζον και την πνευματικήν αυτών αυχμηρότητα. Παρά την Αυλήν τοποθετούσι τινες την αρχαίαν πόλιν Αυλώνα, στηριζόμενοι επί της συγγενείας των ονομάτων. Αλλ’ ο Θουκυδίδης, όστις μνημονεύει αυτόν (τον Αυλώνα), σαφώς ορίζει την θέσιν αυτού κατά τας εκβολάς της Βόλβης λίμνης, πολύ δηλ. μακράν της προκειμένης επί του Παγγαίου Θέσεως της σημερινής Αυλής». (Στο σημείο αυτό ο υπογράφων σημειώνει ότι ορθά, ήδη από τους περασμένους αιώνες, οι λόγιοι τοποθετούσαν πόλη με το όνομα «Αυλών» κοντά στην Αυλή. Επρόκειτο για πόλη διαφορετική από εκείνη που αναφέρει ο Θουκυδίδης, η οποία έδωσε, όπως προανέφερα, το τοπικό όνομα «Αυλωνείτης» στον Θράκα ιππέα, όπως αυτό το όνομα προκύπτει από τις επιγραφές που βρέθηκαν στο ιερό του, δίπλα στα Κηπιά, πράγμα που σημαίνει ότι αυτή δεν ήταν δυνατό να βρίσκεται μακριά από τον χώρο του ιερού του Θράκα Θεού).

Στις 11 Ιανουαρίου του 1912, το ελληνικό υποπροξενείο στην Καβάλα στέλνει στο Υπουργείο Εξωτερικών πίνακες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται κι ένας με τίτλο «χωρία της προξενικής περιφερείας Καβάλας (σαντζάκιον Δράμας) υπαγόμενα εκκλησιαστικώς εις την Μητρόπολιν Ελευθερουπόλεως (Πραβίου)», στον οποίο αναφέρει ότι η Αυλή του 1912 είχε 278 Έλληνες κατοίκους και σ’ αυτήν υπήρχε μία εκκλησία μ’ έναν ιερέα, καθώς κι ένα τριθέσιο, δημοτικό σχολείο, που είχε 30 μαθητές μ’ ένα δάσκαλο και 40 μαθήτριες με μια δασκάλα, ετήσιο δε προϋπολογισμό (το σχολείο) 60 οθωμανικών γροσίων.

Το έτος 1975, ο Μιχαήλ Χουλιαράκης, στο έργο του «Γεωγραφική, διοικητική και πληθυσμιακή εξέλιξις της Ελλάδος, 1821-1971» και στον Β΄ τόμο αυτού, σε κεφάλαιο υπό τον τίτλο «προσάρτησις των Νέων Επαρχιών», περιλαμβάνει Πίνακα, με τίτλο «πληθυσμός των νέων επαρχιών της Ελλάδος δια το έτος 1913», στον οποίο αναφέρει ότι η Αυλή υπαγόταν στην Υποδιοίκηση Πραβίου και είχε 274 κατοίκους.

Στην απογραφή του έτους 1928, το χωριό είχε 305 κατοίκους, σ’ αυτήν του 1940, 548 κατοίκους, στην απογραφή του 1951, 423 κατοίκους και στην απογραφή του έτους 1961, 349 κατοίκους. Ήδη, όμως, από την δεκαετία του 1950, οι κάτοικοι του παλιού χωριού άρχισαν να «κατεβαίνουν» από την αρχική του θέση και να εγκαθίστανται στην τοποθεσία «Γέφυρα Αυλής», πάνω στην οδική αρτηρία της σήμερα αποκαλούμενης, παλαιάς, εθνικής οδού Καβάλας – Θεσσαλονίκης, που μόλις στην δεκαετία του 1930 είχε κατασκευαστεί. Μεταξύ των ετών που μεσολάβησαν, ανάμεσα στις απογραφές πληθυσμού των ετών 1961 και 1971, η (παλιά) Αυλή συνενώθηκε με το νέο οικισμό «Γέφυρα Αυλής» και στις επόμενες απογραφές, τα δύο χωριά θεωρούνται ως ένα και έχουν, στην απογραφή του 1971, 553 κατοίκους, του 1981, 494 κατοίκους, του 2001, 551 και του 2011, 504 κατοίκους. Πλην όμως, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, η πανάρχαια (παλιά) Αυλή είχε σχεδόν πλήρως εγκαταλειφθεί, διότι όλοι σχεδόν οι κάτοικοί της ήλθαν κι εγκαταστάθηκαν στην Πιερία Κοιλάδα, στον οικισμό «Γέφυρα Αυλής», που σήμερα καλείται, πλέον, «Αυλή».

Τελειώνοντας, αντιγράφω τα εξής, από την ιστοσελίδα του Δήμου Παγγαίου, στον οποίο υπάγεται σήμερα, διοικητικά, η Αυλή: «Παλιά Αυλή: Σήμερα το παλιό χωριό ξαναζωντανεύει σιγά σιγά, καθώς τα ερειπωμένα, πέτρινα σπίτια αναστηλώνονται και η εκκλησία του Προφήτη Ηλία έχει αποκτήσει το πρότερο κάλλος της. Χτισμένη στα 1872, τρίκλιτη βασιλική, έχει ορθογώνιο σχήμα, με νάρθηκα στη Δυτική και Νότια πλευρά του. Οι κολώνες του ναού και η σκεπή του είναι κατασκευασμένες από κορμούς δέντρων του Παγγαίου και το τέμπλο του είναι ένα ωραιότατο τέμπλο, δείγμα λαϊκής γλυπτικής και ζωγραφιάς. Στο προαύλιο του ναού και πίσω από το ιερό, βρίσκεται ο τάφος του παπα – Γιαννάκη Παπαϊωάννου, εφημέριου στην ενορία και μακεδονομάχου. Τα τελευταία χρόνια, καθώς έχει κτισθεί και αρχονταρίκι, στη γιορτή του Προφήτη Ηλία στις 20 Ιουλίου συγκεντρώνεται πλήθος κόσμου στη Θεία Λειτουργία και προσφέρεται και το κουρμπάνι. Φαίνεται, πάντως, πως η περιοχή ήταν κατά τα βυζαντινά χρόνια μοναστική, όπως μαρτυρούν τα τοπωνύμια: «ο παππούλης», «τα κελιά», «η Αγία Μαρίνα», αλλά και τα ερείπια της μονής της Αγίας Βαρβάρας, βορειοδυτικά της Αυλής. Ο επισκέπτης μπορεί, αν επιθυμεί, να προχωρήσει λίγο πιο πάνω, μέσα σ’ ένα καταπράσινο τοπίο, μέχρι να φτάσει σ’ ένα μικρό ρέμα με αντίθετη θερμοκρασία νερού, κρύο το καλοκαίρι και ζεστό το χειμώνα».

Στις φωτογραφίες που αναρτώ, βλέπετε τον Ιερό Ναό του προφήτη Ηλία, στην (παλιά) Αυλή, εξωτερικά κι εσωτερικά, (η πρώτη φωτογραφία, με την πανοραμική άποψη του εσωτερικού του ναού, είναι του κ. Παύλου Σδρασκίδη, οι υπόλοιπες είναι δικές μου, τραβηγμένες το έτος 1994). Στην τελευταία φωτογραφία, βλέπετε έναν από τους πολλούς υδρόμυλους της Αυλής, (που βρίσκεται δίπλα στην ταβέρνα «Δάφνη»).

Τέλος, πολλές και καλές φωτογραφίες της (παλιάς) Αυλής μπορείτε να βρείγτε στην ιστοσελίδα: https://www.thes.gr/apodraseis/mia-palia-avli-stin-agkalia-tou-epivlitikou-pangaiou-foto.