Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2021

 


ΤΟ ΜΗΛΙΟ ΤΩΝ ΓΑΝΟΧΩΡΩΝ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ
(Παλιότερα Melenköy, σήμερα Güzelköy)


ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ


Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ


Ο Ευστράτιος Ι. Δράκος, στο σύγγραμμά του, που εκδόθηκε το έτος 1892, ανέφερε ότι «υπό 260 ελληνικών οικογενειών και 30 οθωμανικών το χωρίον σύγκειται, περίφημον δε ως έδρα και πατρίς του προ της παλιγγενεσίας τελευταίου Τούρκου τιμαριούχου των Γανοχώρων».
Σε τεύχος του έτους 1907, του περιοδικού «Εκκλησιαστική Αλήθεια», που εκδιδόταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αναφερόταν ότι «βορείως της Κερασιάς είναι ο Μηλιός εκ 300 ως έγγιστα οικιών».
Αργότερα, πληροφορίες για τον αριθμό των κατοίκων της κοινότητας έχουμε από απογραφές του ελληνικού πληθυσμού των εκκλησιαστικών επαρχιών Γάνου και Χώρας και Μυριοφύτου και Περιστάσεως, που πραγματοποιήθηκαν σε συνεργασία με τις κατά τόπους ελληνικές προξενικές αρχές, τα αποτελέσματα των οποίων υποβλήθηκαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την απογραφή του 1911, στο Μηλιό κατοικούσαν 1.330 (675 άνδρες και 655 γυναίκες) Έλληνες και 134 Τούρκοι.
Από την καταγραφή των Γανοχώρων, που πραγματοποιήθηκε μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1912, γνωρίζουμε ότι κατοικούσαν 1.470 κάτοικοι.
Το επόμενο έτος, οπό μία νέα απογραφή πληροφορούμαστε τον πληθυσμό της υποδιοικήσεως Μυριοφύτου. Στην κοινότητα καταγράφονται 193 (άνδρες 91 και 102 γυναίκες) Έλληνες και 152 (67 άνδρες και 85 γυναίκες) Τούρκοι• συνολικά 345 κάτοικοι.
Κατά το έτος 1917 πραγματοποιήθηκε εθνολογική καταγραφή του άρρενος πληθυσμού των υποδιοικήσεων Μυριοφύτου και Περιστάσεως. Στην κοινότητα καταγράφονται 699 (350 κάτω και 349 άνω των 25 ετών) Έλληνες και 62 (33 κάτω και 29 άνω των 25 ετών) Τούρκοι.
Σύμφωνα με την απογραφή που πραγματοποιήθηκε το Μάιο του 1920, στο Μηλιό συναντούμε 235 (111 άνδρες και 124 γυναίκες) Έλληνες και 200 (96 άνδρες και 104 γυναίκες) Τούρκοι• συνολικά 435 άτομα.
Ο Μ. Μαραβελάκης και ο Α. Βακαλόπουλος αναφέρουν ότι λίγο πριν τον εκπατρισμό των κατοίκων (1922) της κοινότητας στο Μηλιό ζούσαν περίπου 300 ελληνικές και 100 τουρκικές οικογένειες.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις που υπέβαλαν, οι επιζώντες και εγκατασταθέντες στη Θεσσαλονίκη, προς τη Διεύθυνση Ανταλλαγής το 1926 ήσαν 321 οικογένειες.
Ήδη, όμως, από το έτος 1908 είχε αρχίσει η πληθυσμιακή αιμορραγία του Μηλιού. Πολλοί νέοι Μηλιώτες, για ν’ αποφύγουν την στράτευση στον Τουρκικό στρατό (αμελέ ταμπουρού = τάγματα εργασίας), που με την ανακήρυξη του Συντάγματος των Νεοτούρκων είχε καθιερωθεί, για όλες τις μη Μουσουλμανικές εθνότητες της Αυτοκρατορίας, έφυγαν κατά δεκάδες στην Αμερική, όπου απετέλεσαν τον πυρήνα των Γανοχωριτών, που εγκαταστάθηκαν εκεί. Τους ακολούθησαν κι' άλλοι, κατά τον διωγμό του 1915, έτσι ώστε κάθε οικογένεια, σχεδόν, να έχει 1-2 ξενιτεμένους της εκεί.
Ακολούθησε ο μεγάλος σεισμός της νύκτας της 27ης Ιουλίου του 1912, που είχε ως επίκεντρο την Προποντίδα, τις πλαγιές του Ιερού Όρους, ανάμεσα στα χωριά Γάνος, Χώρα, Πλάτανο, Μηλιό και Καλαμίτσι και είχε διάρκεια περίπου 16 δευτερολέπτων. Από το σεισμό αυτόν το Μηλιό καταστράφηκε ολοσχερώς. Την περίοδο αυτή ζούσαν 1.470 κάτοικοι, οι οποίοι στεγάζονταν σε 240 οικίες, από τις οποίες καταστράφηκαν οι 173, ενώ 30 κάηκαν από την πυρκαγιά που ξέσπασε μετά το σεισμό. Οι νεκροί ανήλθαν σε 111, οι τραυματίες σε 78, από τους οποίους 10 ήσαν βαριά τραυματισμένοι, ενώ κάτω από ερείπια εγκλωβίστηκαν 11 άτομα. Την επομένη του σεισμού, οι κάτοικοι αντίκρισαν το μέγεθος της καταστροφής• όλη η περιουσία τους καταστράφηκε. Οι περισσότεροι δεν είχαν πού να μείνουν και τα-κτοποιήθηκαν σε παράγκες. Αμέσως μετά τη θεομηνία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο προσπάθησε να ενισχύσει οικονομικά και υλικά τους κατοίκους των περιοχών που επλήγησαν. Σύστησε, μετά από σχετική, κυβερνητική άδεια, ερανικές επιτροπές, για τη διενέργεια εράνων, με σκοπό την άμεση βοήθεια των σεισμοπλήκτων και την παροχή των πρώτων, απαραίτητων βοηθειών. Στη συνέχεια φρόντισε να τακτοποιηθούν οι σεισμόπληκτοι σε παραπήγματα. Σημαντική ήταν η βοήθεια που παρείχε, με αγγελίες και παραινέσεις για βοήθεια προς τους σεισμόπληκτους, το επίσημο όργανο του Οικουμενικού Πατριαρχείου Εκκλησιαστική Αλήθεια, στην πρόσκληση του οποίου ανταποκρίθηκαν πολλοί χριστιανοί. Ακόμη για να βοηθήσουν τους σεισμόπληκτους, είχαν διοργανωθεί γυναικείες ομάδες στην Κωνσταντινούπολη, οι οποίες πουλούσαν λουλούδια στους δρόμους της. Οι τραυματίες μεταφέρονταν στην Κωνσταντινούπολη, όπου νοσηλεύονταν δωρεάν σε διάφορα νοσοκομεία. Την όλη ευθύνη και το συντονισμό του έργου της αποκαταστάσεως των σεισμοπαθών είχε αναλάβει η Μεγάλη Κεντρική Πατριαρχική Επιτροπή, με επικεφαλής τον μητροπολίτη Αίνου Ιωακείμ (1907 - 1923), η οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα ολοκλήρωσε με επιτυχία το έργο της.
Την καταστροφή εκείνη θρήνησαν οι Μηλιώτες με το τετράστιχο: «Μηλιό μου πούν' τα σπίτια σου, πούν' η εκκλησιά σου, με τον δικό σου τον καϋμό κλαίω την συμφορά μου».
Μετά το σεισμό ξέσπασαν οι βαλκανικοί πόλεμοι (1912 - 1913) και η κατάληψη της περιοχής από τους Βουλγάρους και στη συνέχεια ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος (1914 - 1918). Το 1914 στο Μηλιό ζούσαν 250 ελληνικές οικογένειες, οι οποίες καλλιεργούσαν 1.200 στρέμματα αμπελώνων και 1.800 στρέμματα αγρών. Σύμφωνα με μία άλλη εκτίμηση της Πατριαρχικής Κεντρικής Επιτροπής υπέρ των Μετατοπισθέντων, Ελληνικών Πληθυσμών, στο Μηλιό κατοικούσαν 1.500 Έλληνες και υπήρχαν 100 οικίες, 50 ζεύγη βοών και 350 αγελάδες. Το ίδιο έτος και οι 1.500 Έλληνες κάτοικοι του Μηλιού εκτοπίστηκαν αναγκαστικά από το χωριό τους και απ’ αυτούς οι 504, (ή αλλιώς, 144 οικογένειες), κατέφυγαν ως πρόσφυγες στην Ελλάδα. Στο χωριό η τουρκική κυβέρνηση εγκατέστησε Τούρκους πρόσφυγες. Από μία πράξη που καταγράφεται σε κώδικα της επαρχίας Γάνου και Χώρας πληροφορούμαστε ότι οι κάτοικοι είχαν παραδώσει στην κοινότητα Γάνου τις εικόνες, τα άμφια και τα βιβλία του ναού του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Την 24η Σεπτεμβρίου του 1914 συνήλθαν οι εκκλησιαστικοί επίτροποι του Γάνου και της Χώρας και οι πρώτοι, ύστερα από απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, τα παρέδωσαν στην επιτροπή του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Χώρας για φύλαξη. Στη συνέχεια υπογράφτηκε η Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) σύμφωνα με την οποία παραχωρούνταν σχεδόν το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολικής Θράκης στην Ελλάδα. Μετά την απελευθέρωση του Μηλιού από τον ελληνικό στρατό οι μισές οικογένειες επέστρεψαν στην πατρίδα τους, (ενώ από τους άλλους μισούς, άλλοι έμειναν στην Θεσσαλονίκη οριστικά και άλλοι έφυγαν για την Αμερική, για να συναντήσουν τους εκεί συγγενείς τους). Όσοι γύρισαν στο χωριό βρήκαν κατεστραμμένες τις οικίες τους, τα 160 παραπήγματά τους και δεν βρήκαν κανένα από τα 50 ζεύγη βοών και τις 350 αγελάδες τους. Η Πατριαρχική Κεντρική Επιτροπή βοήθησε τους παλιννοστήσαντες Μηλιώτες οικονομικά, χορηγώντας δάνεια. Οι συνθήκες διαβίωσης ήσαν, όμως, πολύ δύσκολες, αλλά οι κάτοικοι του κάτω από άθλιες συνθήκες άρχισαν να κτίζουν, να επιδιορθώνουν τις οικίες τους και να οραματίζονται μία νέα ζωή.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή (1922), τα πολιτικά γεγονότα επηρέασαν οριστικά την τύχη των ελληνικών κοινοτήτων της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης. Οι συμμαχικές δυνάμεις αποφάσισαν να παραχωρήσουν την Ανατολική Θράκη στην Τουρκία με το Πρωτόκολλο των Μουδανιών, που υπογράφτηκε την 11η Οκτωβρίου του 1922. Μετά την υπογραφή του οι κάτοικοι της αναγκάστηκαν να φύγουν ως πρόσφυγες στην Ελλάδα. Το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων του Μηλιού εγκαταστάθηκε στους Φιλίππους και στο Ζυγό Καβάλας• το υπόλοιπο τμήμα κατευθύνθηκε στη Θεσσαλονίκη, ενώ λίγοι ήταν εκείνοι που διασκορπίστηκαν σε διάφορες πόλεις και χωριά της Βόρειας Ελλάδας. Αυτοί που ζούσαν στους Φιλίππους και στο Ζυγό ως το 1941, οι μεν παλαιότεροι εξέλιπαν λόγω ηλικίας, οι δε νεώτεροι με τη Βουλγαρική κατοχή αναγκάστηκαν να εγκατασταθούν στη Θεσσαλονίκη, όπου και παρέμειναν μόνιμα πλέον. Στη θέση των Ελλήνων στο Μηλιό εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες Τούρκοι από την Ελλάδα και την Αλβανία.


Η ΦΥΣΗ – ΤΟ ΚΛΙΜΑ – ΟΙ ΑΣΧΟΛΙΕΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ


Το Μηλιό είχε άφθονα πόσιμα νερά, πού ερχόταν από πηγές του βουνού, αλλά ήταν ιδιωτικά διαφόρων αρχόντων, των οποίων τα ονόματα έφεραν οι διάφορες βρύσες του χωριού, όπως ο «Τσεσμές του Λογοθέτη» στην πλατεία της εκκλησίας.
Οι αvάγλυφες επιγραφές στις βρύσες αυτές, που ανάγονταν στην Ρωμαϊκή και Βυζαντινή εποχή, σωζόταν μέχρι τέλους.
Το καλοκαίρι στο Μηλιό ήταν δροσερό, αλλά ό χειμώνας δριμύτατος και με άφθονα χιόνια, που απέκοπταν τις επικοινωνίες μεταξύ των σπιτιών, σε τρόπο ώστε αναγκαζόταν οι χωρικοί να ανοίγουν δρόμους με τα φτιάρια.
Η κύρια απασχόληση των κατοίκων του Μηλιού ήταν η γεωργία, η σηροτροφία και ιδιαίτερα η αμπελουργία, από τα σταφύλια της οποίας οι Μηλιώτες παρασκεύαζαν άφθονα εξαγώγιμα κρασιά. Πολλές ποσότητες επιτραπέζιων λευκών σταφυλιών τα μετέφεραν και τα πωλούσαν στα πίσω από το Ιερό Όρος χωριά, όπου τα αντάλλαζαν με διάφορα, οικιακά παρασκευάσματα και σιτάρι.
Πολλοί Μηλιώτες εργαζόταν στον Γάνο και στη Χώρα, «τσιράκια» διαφόρων μαγαζιών κι άλλοι στα κεραμοποιεία της Χώρας σαν εργάτες. Κάθε πρωΐ κατηφόριζαν προς τις δύο αυτές κώμες και το βράδυ ανηφόριζαν για το Μηλιό, αλλά την Κυριακή, όλοι τους, εργάτες, αγρότες, επαγγελματίες, ντυμένοι τα γιορτινά τους, πήγαιναν στην εκκλησία και μετά την απόλυση, οι μεν άνδρες καθότανε στα γύρω της πλατείας καφενεία, οι δε γυναίκες πηγαίνανε στα σπίτια, για να ετοιμάσουν το κυριακάτικο τραπέζι.
Πολλοί, τέλος, ασχολούνταν με το πλανόδιο εμπόριο, με τα πέρα από το Ιερό Όρος καμποχώρια, όπου ήταν γνωστοί με το παρατσούκλι «Γιαλελήδες ή Γιαλετζήδες», δηλαδή άνθρωποι του γιαλού. Άλλοι μετέφεραν εγχώρια προϊόντα στην Ραιδεστό, όπου επίσης τ' αντάλλαζαν με διάφορα είδη παντοπωλείου και οικιακής χρήσης.


ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΤΟΙΚΟΙ


Τα ήθη και έθιμα του Μηλιού δεν διέφεραν από εκείνα του Γάνου, της Χώρας και του Μυριοφύτου. Η επικοινωνία με τις κωμοπόλεις αυτές ήταν τόσο πυκνή, ώστε το Μηλιό εθεωρείτο σαν μακρινή συνοικία τους, η δε επιμιξία με αυτές ήταν κι αυτή τόσο πυκνή, ώστε όλες σχεδόν οι οικογένειες του Μηλιού να έχουν σ' αυτές συμπεθέρους.
Κατά την περίοδο της ελευθερίας της ανατολικής Θράκης, πολλοί Μηλιώτες κατατάχθηκαν στον Ελληνικό Στρατό κι έλαβαν μέρος στην Μικρασιατική εκστρατεία. Μνημονεύονται οι Λαμπαδαρίδης Δημοσθένης και Γκότρας Θεόδωρος, που έπεσαν μαχόμενοι ηρωικά, ο λοχίας Λαμπαδαρίδης Ραφαήλ, που τιμήθηκε με το Αριστείο Ανδρείας, ο επιλοχίας Κόσμογλου Κοσμάς, ο Λαμπαδάριος Δημοσθένης, ο Παπουτσής Ιωάννης, ο Δεδέκης Κων/τίνος κ.ά. Από τους ανωτέρω, ο Λαμπαδαρίδης Δημοσθένης, εγκατασταθείς, μετά τον εκπατρισμό του 1922, στον Ζυγό Καβάλας, διετέλεσε επί σειράν ετών Πρόεδρος της Κοινότητος.
Μνημονεύονται, στη συνέχεια, αρκετές από τις εξέχουσες οικογένειες του Μηλιού, που έζησαν σ' αυτό στα μέχρι του 1914 χρόνια, μερικές από τις οποίες ξαναγύρισαν, μετά την απελευθέρωση κι έμειναν ως τον εκπατρισμό του 1922: του Ιωάννη Λογοθέτη, του Αθανασίου Αθανασούλη, Ιωάννου Δρόσου, Κων/νου Βάτκα (Βατοπούλου), Ραφαήλ Λαμπαδαρίδη, Αντ. Γιαννάκη, Αναγνώστου Μαυρονίδη, Βαρσαμή Ζουλίδη, Δαμιανού Ποτάλα, Φουντοκλέτου, Δημ. Γκόντρα, Καμπαράνη, Δημ. Ψίλη, Μαστρογιάννη, Κοτρώνη, Γεωργ. Μυριάπη, Ίωάν. Γκούντα, Νικ. Γκιουζέλλου, Δημ. Γάκη και Κυριάκου Παπαδοπούλου.
Από αυτές, ο Αθαν. Αθανασούλης, γνωστός ως Θανασούλιας, διετέλεσε τελευταίος Πρόεδρος του χωριού στην περίοδο της ελευθερίας, 1920 -1922. Και ο Γανοχωρίτης ψάλτης, που κατέπληξε το εκκλησίασμα του Ναού της Κων/πόλεως, ήταν Μηλιώτης και ονομαζόταν Παναγιώτης, γιος του Ιερέα Παπακυριάκου, που υπηρετούσε στην εκκλησία του Μηλιού.
Σήμερα το Μηλιό είναι σχεδόν όπως το άφησαν οι Έλληνες κάτοικοί του, τον Οκτώβριο του 1922. Κατεδαφίστηκαν ορισμένες ελληνικές οικίες, όπως και τουρκικές που υπέστησαν τη φθορά του χρόνου και στη θέση τους κτίστηκαν νέες. Ο μεγάλος ιστορικός πλάτανος, όπως αναφέρουμε παραπάνω, που βρισκόταν κοντά στο ιερό του ναού, σώζεται, ενώ στη θέση του ναού ανοικοδομήθηκε τέμενος με μεγάλο μιναρέ. Το κοινοτικό σχολείο δεν υπάρχει, καθώς και το ελληνικό νεκροταφείο- κατεδαφίστηκαν επίσης και τα παρεκκλήσια. Εντυπωσιακή είναι μία επιγραφή, που είναι τοποθετημένη στον εξωτερικό τοίχο μιας οικίας, που απέχει μικρή απόσταση από το τέμενος, δυτικά του χωριού, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως οικοδομικό υλικό και φέρει τους εξής χαρακτήρες «Δ. Α. Ψ. ΝΕ-25 Μ. 5. 1922». Σώζονται ορισμένες κρήνες, που ρέουν διαυγές ύδωρ και το Ξηρόρεμα. Η Τούρκικη συνοικία παραμένει και αυτή, όπως ήταν με το ταπεινό τζαμί της και ελάχιστες αλλαγές. Το μονοπάτι της Χώρας έγινε αυτοκινητόδρομος, ενώ το μονοπάτι του Γάνου έγινε δρόμος χαλικόστρωτος.
Οι σημερινοί κάτοικοι του Μηλιού φέρονται φιλόξενοι στους Έλληνες επισκέπτες, τους οποίους αγαπούν ιδιαίτερα. Με προθυμία τούς ξεναγούν στο χωριό και τους δείχνουν ότι απέμεινε από τους προγόνους.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


1. ΤΑ ΓΑΝΟΧΩΡΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ, του Αγγέλου Γερμίδη, (Θεσσαλονίκη, 1976).
2. ΤΟ ΜΗΛΙΟ, μονογραφία του Πασχάλη Βαλσαμίδη, (Αθήνα, 2001).
3. ΘΡΑΚΙΚΑ, ΗΤΟΙ ΔΙΑΛΕΞΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ ΣΗΛΥΒΡΙΑΣ, ΓΑΝΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΑΣ, ΜΕΤΡΩΝ ΚΑΙ ΑΘΥΡΩΝ, ΜΥΡΙΟΦΥΤΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΩΣ, ΚΑΛΛΙΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΜΑΔΥΤΟΥ, του Ευστρατίου Δράκου, (Αθήνα, 1892).
4. ΜΝΗΜΗ ΓΑΝΟΧΩΡΩΝ, του Μανουήλ Γεδεών, (Κωνσταντινούπολη, 1913).
5. ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΓΑΝΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ, της Σμαρώς Κζούνια, (Θεσσαλονίκη, 2005).
6. Περιοδικό ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, τόμος ΚΖ’ (έτους 1907), σελίδα 455.
7. Η ΘΡΑΚΗ ΚΑΙ Η ΔΥΝΑΜΙΣ ΤΟΥ ΕΝ ΑΥΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΟΙΧΕΙΟΥ, του Σταματίου Β. Ψάλτη, (1919).
8. Ο ΠΡΩΤΟΣ ΔΙΩΓΜΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΡΑΚΗ (1913-1918), της Βασιλικής Τσακόγλου, (Θεσσαλονίκη, 2010).
















ΤΟ ΜΗΛΙΟ ΤΩΝ ΓΑΝΟΧΩΡΩΝ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ
(Παλιότερα Melenköy, σήμερα Güzelköy)


(Το κείμενό μου βασίζεται κυρίως α) στο εξαίρετο πόνημα του υποστρατήγου εν αποστρατεία Αγγέλου Γερμίδη, το οποίο εκδόθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1976, με τίτλο «ΤΑ ΓΑΝΟΧΩΡΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ» και β) στην επίσης ωραία μονογραφία με τίτλο «ΤΟ ΜΗΛΙΟ», του Πασχάλη Βαλσαμίδη, Κωνσταντινουπολίτη, που διδάσκει σήμερα την τουρκική γλώσσα και την ιστορία της τουρκικής λογοτεχνίας, στο τμήμα Γλώσσας, Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνιων Χωρών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, όπως συμπληρώνεται με στοιχεία από άλλους ιστορικούς συγγραφείς, που αναφέρονται, όπως και τα συγγράμματά τους, στην βιβλιογραφία που παραθέτω στο τέλος - Οι φωτογραφίες μου είναι τραβηγμένες το 1994).


ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ


Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ, Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΤΟΥ

Ένα από τα πιο όμορφα χωριά των Γανοχώρων της Ανατολικής Θράκης, (τα οποία κατοικούνταν από Έλληνες και ήταν κτισμένα κατά μήκος της θρακικής ακτής της Προποντίδας, στις πλαγιές και στους πρόποδες του Ιερού όρους), ήταν το Μηλιό, που άλλοτε ονομαζόταν Melenköy και σήμερα καλείται Güzelköy, (δηλ. Ομορφοχώρι). Βρίσκεται στο μέσο περίπου της αποστάσεως Γάνου και Χώρας και περί τα 4 χλμ. μακριά από την παραλία. Είναι κτισμένο αμφιθεατρικά, στις προς την θάλασσα πλαγιές του Ιερού Όρους και σε υψόμετρο 300 μέτρων.
Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, στην περιοχή γύρω από το χωριό σώζονταν πολλά ερείπια, γεγονός που αποδείκνυε ότι υπήρχε εκεί κάποια αρχαία, θρακική κώμη. Βορειότερα, επίσης, προς την γειτονική Καστάμπολι, σώζονταν ρωμαϊκά φρούρια και λιθόστρωτα τμήματα δρόμων.
Το όνομά του μάλλον προέρχεται από το ομώνυμο δένδρο, την μηλιά, που φυόταν στην περιοχή κι από το ξύλο της οποίας κατασκευάζονταν τα στεφάνια των βαρελιών του κρασιού.
Άλλωστε και τα γειτονικά Γανόχωρα, Πλάτανος και Κερασιά, από τα ομώνυμα δένδρα πήραν τα ονόματά τους. Μια άλλη άποψη, ότι το όνομά του προήλθε από τους πολλούς νερόμυλους της περιοχής δεν ευσταθεί, διότι δεν μπορεί να εξηγήσει την αντικατάσταση του γράμματος ύψιλον της λέξης μύλος από το γράμμα ήτα, με το οποίο γραφόταν πάντα το Μηλιό.
Κατά τον Άγγελο Γερμίδη, το όνομα Μηλιό φαίνεται να προέρχεται από παλαιότερο χωριό, που πιθανόν να υπήρχε στην τοποθεσία εκείνη, από τους βυζαντινούς ακόμα χρόνους, με το όνομα Μηλέα και στην οποία υπήρχε και φρούριο με το ίδιο όνομα, ενώ, κατά μια άλλη εκδοχή, αναφερομένη από τον εις Η.Π.Α. εγκατεστημένο Μηλιώτη, Βασ. Κοτρωνίδη, σ' ένα αναμνηστικό φυλλάδιο, που εξέδωσε το 1937 η ιδρυθείσα, από το 1907, στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Αδελφότης Γανοχωριτών η «ΟΜΟΝΟΙΑ», για την 30ή επέτειο της ιδρύσεως της, το Μηλιό, στα πολύ παλιά χρόνια, βρισκόταν αρκετά νοτιοανατολικά, σε μια τοποθεσία που λεγόταν τελευταία «Παληοχώρι», όπου υπήρχαν υπολείμματα μνημείων, στα οποία είχαν βρεθεί αρχαία νομίσματα και άλλα αντικείμενα, στις ανασκαφές που είχαν γίνει κατά περιόδους, από τις συχνές όμως επιδρομές ληστοπειρατών, αναγκάσθηκαν οι κάτοικοι του αρχαίου εκείνου Μηλιού να μετακινηθούν βορειοδυτικότερα, περί τα 4 χλμ. και να ιδρύσουν το νέο χωριό τους πάνω σ' ένα ύψωμα, το οποίο, στα χρόνια εκείνα, ήταν απρόσιτο και προστατευόταν, από το μέρος της θάλασσας, από μεγάλη και βαθιά ρεματιά.
Ένα μονοπάτι, που ξεκινούσε από το «ποτάμι της Χώρας», λίγο πέρα από την ανατολική παρυφή της και περνούσε αριστερά από το Μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, ανηφόριζε, ανάμεσα σε αμπέλια και χωράφια κι έφθανε σ' ένα πλάτωμα, απ' όπου πρόβαλε το χωριό, στα ριζά ενός τμήματος του Ιερού Όρους με τρεις κορυφές, που το έλεγαν «Τρίκορφα». Από το πλάτωμα εκείνο, το μονοπάτι κατηφόριζε κι αφού περνούσε το ξηρόρεμα του Άη Γιώργη, έμπαινε στον πλακόστρωτο δρόμο, που κατέληγε στην πλατεία του χωριού, όπου βρισκόταν η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, δίπλα στο ιερό της οποίας υπήρχε ένα τεράστιο, αιωνόβιο πλατάνι, που, κατά την παράδοση, φυτεύτηκε όταν ιδρύθηκε το χωριό και γύρω - γύρω υπήρχαν διάφορα καταστήματα, που τα αποκαλούσαν «της εκκλησιάς τ' αργαστήρια».
Το χωριό φαίνεται να κτίσθηκε γύρω στα 1650, οπότε άρχισαν να βελτιώνονται οι συνθήκες της ζωής των Χριστιανών, που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αρχικά φαίνεται να είχε μια μόνο, μουσουλμανική συνοικία, στην οποία κατοικούσαν μονίμως oι μπέηδες τσιφλικιούχοι της περιοχής, κοντά στους οποίους ζούσαν, σαν δουλοπάροικοι, οι Έλληνες χωρικοί, όταν, όμως, αυτοί οι τελευταίοι απελευθερώθηκαν από τον ζυγό του δουλοπάροικου, άρχισαν να κτίζουν δικά τους σπίτια, δίπλα στην μουσουλμανική συνοικία, δημιουργώντας έτσι το δικό τους χωριό. Προτίμησαν την κοντινή, σχεδόν συνεχόμενη περιοχή, γιατί, αν και ελεύθεροι πια, εξακολουθούσαν να εργάζονται στα κτήματα των μπέηδων, με μισθό πλέον. Τα αρχικά καλύβια γρήγορα έγιναν πέτρινα σπίτια, το χωριό μεγάλωσε και οι δρόμοι στρώθηκαν με πέτρινες πλάκες (καλντερίμια). Κτίσθηκαν, έτσι, δυο ελληνικές συνοικίες, από τις δύο πλευρές του ξηρορέματος, που γεφυρώθηκαν με το γεφύρι, που κατασκευάστηκε το 1680, πάνω στο οποίο υπήρχε εντοιχισμένη πλάκα, στην οποία αναγραφόταν το έτος κατασκευής του, 1680. Το γεφύρι όμως αυτό γκρεμίστηκε πολλές φορές, από τα ορμητικά νερά του ξηρορέματος. Το 1768, οι κάτοικοι του χωριού, πάνω στα θεμέλια του παλιού γεφυριού, που είναι ορατά μέχρι σήμερα, ανοικοδόμησαν το γεφύρι που υπάρχει μέχρι σήμερα, στο οποίο εντοίχισαν πλάκα, που γράφει, στην ελληνική γλώσσα, «ΕΤΟΣ 1768 ΕΝ ΜΗΝΙ ΑΥΓΟΥΣΤΩ».
Κατά τον ρωσσοτουρκικό πόλεμο του 1877 - 1878, οι Τούρκοι μπέηδες εγκατέλειψαν το χωριό κι έφυγαν στην Μικρά Ασία, οπότε οι Έλληνες συντοπίτες τους λεηλάτησαν τα κονάκια και τα πυρπόλησαν. Μετά την υπογραφή όμως της συνθήκης ειρήνης το 1878, οι μπέηδες αυτοί ξαναγύρισαν στο χωριό και στην θέα των ερειπωμένων κονακιών τους εξεμάνησαν και σκότωσαν αρκετούς Έλληνες συμπατριώτες τους. Κατόπιν αυτού, πολλοί Μηλιώτες μετακινήθηκαν προς την Χώρα και το Μυριόφυτο, όπου εγκαταστάθηκαν μόνιμα. Την ίδια εκείνη εποχή, επειδή είχε αναπτυχθεί πολύ κι επειδή είχε πολλούς Τούρκους μπέηδες, έγινε έδρα καζά και αστ. σταθμού.


ΝΑΟΙ – ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ - ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΑ – ΑΓΙΑΣΜΑΤΑ
 
Όπως προανέφερα, ο ιερός ναός του χωριού ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, γιόρταζε στις 8 Μαΐου, με συμμετοχή πολλών προσκυνητών από τα γύρω χωριά, μέχρι το σεισμό του 1912 είχε δύο ιερείς, αλλά από το σεισμό εκείνο καταστράφηκε ολοσχερώς. Σήμερα στη θέση του υπάρχει το μουσουλμανικό τέμενος του χωριού, κοντά στο οποίο σώζεται ακόμη ο περίφημος πλάτανος του ναού.
Ο Μανουήλ Γεδεών διασώζει μία επιγραφή, που υπήρχε επάνω σε κρήνη και βρισκόταν κοντά στον ναό του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Από την επιγραφή πληροφορούμαστε το όνομα του ιερέως Γεωργίου, που υπηρετούσε στην κοινότητα κατά το έτος 1707, καθώς και την κατασκευή του υδραγωγείου από τον ίδιο ιερέα. Η επιγραφή έχει ως εξής:
ΕΦΕΡΘΗ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΗΔΟΡ ΚΕ ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΕΚΒΑΘΡΟΝΔΙΑΕΞΩ ΔΟΥ ΚΕ ΚΟΠΟΥ ΓΕΟΡΓΗ ΟΥ ΙΕΡΕΟΣ ΚΕ ΤΟΝ ΓΟΝΕ ON ΑΥΤΟΥ. ΕΤΟΣ 1707
Κοντά στο χωριό υπήρχε κάποιο μοναστήρι, του οποίου τα κτήματα, μετά τον θάνατο του τελευταίου ηγουμένου του, χωρίς οποιαδήποτε συνοδική απόφαση, προσκολλήθηκαν στα κτήματα της κοινότητας. Ίχνη αυτού του μοναστηριού ανακάλυψα το έτος 1988, δεξιά του δρόμου που οδηγεί από την Χώρα στο Μηλιό, περί τα δύο χιλιόμετρα πριν το χωριό.
Υπήρχαν, επίσης, τέσσερα εξωκκλήσια ή παρεκκλήσια, του Αγίου Γεωργίου, στο μονοπάτι που πήγαινε προς τον Γάνο, των Αγίων Θεοδώρων, στο μονοπάτι προς τα πίσω χωριά, (Καστάμπολη κλπ.), της Μεσηνής Παναγιάς, στο δρόμο Γάνου - Μηλιού, του Αγίου Σωτήρα (ή της Αγίας Σωτήρας, σύμφωνα με τον Πασχάλη Βαλσαμίδη), δυτικά του χωριού και η Αγία Μαρκέλλα, ακόμα δυτικότερα.
Τέλος, υπήρχαν και τα αγιάσματα, δηλαδή οι «ηγιασμένες πηγές»: α) Το αγίασμα του Ιωάννου Προδρόμου και βαπτιστού, μέσα στο ξηρόρεμα και δίπλα στο γεφύρι του, στο οποίο πιο μπροστά αναφέρθηκα και β) του Θεοδώρου του Στρατηλάτου, προς δυσμάς, πάνω από το βουνό, σε απόσταση ενός τετάρτου της ώρας από το χωριό. Εκεί υπήρχαν και ερείπια παλαιού ναού και ίσως σ’ αυτό το ναό οφείλεται η προφανής σύγχυση του Ευστρατίου Δράκου, ο οποίος, στο σύγγραμμά του με τίτλο «ΘΡΑΚΙΚΑ, ΗΤΟΙ ΔΙΑΛΕΞΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ ΣΗΛΥΒΡΙΑΣ, ΓΑΝΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΑΣ, ΜΕΤΡΩΝ ΚΑΙ ΑΘΥΡΩΝ, ΜΥΡΙΟΦΥΤΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΩΣ, ΚΑΛΛΙΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΜΑΔΥΤΟΥ», που εκδόθηκε στην Αθήνα το έτος 1892, αναφέρει ότι ο ναός του χωριού ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Θεόδωρο Στρατηλάτη, αγνοώντας το ναό του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, που ήταν αυτός που μνημονεύεται από πλείστους ιστορικούς, περιηγητές αλλά και τους κατοίκους, ότι ήταν ο «κεντρικός», ούτως ειπείν, ναός του χωριού.


Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ – ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ – ΟΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙ
 
Για την παιδεία της κοινότητας δεν έχουμε πληροφορίες, αναφε¬ρόμενες στον χρόνο ίδρυσης του σχολείου της. Πιθανόν τα γράμματα θα διδάσκονταν από τον ιερέα στο κελί του ή στο γυναικωνίτη, όπως συνηθιζόταν την εποχή εκείνη.
Χαρακτηριστικές είναι οι εκθέσεις της Επετηρίδος του Θρακικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου, των ετών 1872 - 1873 και 1873 – 1874, που αναφέρονται στην επαρχία Γάνου και Χώρας.
Στην πρώτη έκθεση διαβάζουμε: «Έκ δέ της γείτονος της Σηλυβρίας επαρχίας "Γάνου και Χώρας" μανθάνομεν ότι υπάρχουσι δι' άπασαν την επαρχίαν δύο μόνον κεντρικά σχολεία εν Γάνω αμφότερα μετά μεγάλης δυσκολίας διατηρούμενα».
Η δεύτερη έκθεση σημειώνει τα εξής: «Περί της επαρχίας ταύτης ουδεμίαν έχομεν πληροφορίαν ουδέ παρά του αρχιερέως, ουδέ παρά των δημογερόντων. Απέχοντες ως εκ τούτου του να βασισθώμεν επί ιδιωτικών πληροφοριών, αίτινες πιθανόν να ώσιν εσφαλμένοι, ελπίζομεν ότι εις το μέλλον δεν θα οκνήσωσιν ουδ' ο αρχιερεύς ούδ' οι δημογέροντες όπως παράσχωσι τω Συλλόγω τας απαιτουμένας πληροφορίας και διευκολύνωσιν ούτω το έργον αυτού, έργον αφορών την διανοητικήν ανάπτυξιν των λαών ους ίθύνουσιν».
Από την παραπάνω έκθεση αντιλαμβανόμαστε ότι κατά τα έτη αυτά στο Μηλιό δεν λειτουργούσε σχολή.
Ο Ευστράτιος Ι. Δράκος, στο σύγγραμμά του , που εκδόθηκε στην Αθήνα το έτος 1892, αναφέρει ότι «το ομοεθνές σχολείον εκατόν παιδία περικλείει μετά διδασκάλου 32 λιρών έχοντος κατ’ έτος μισθόν».
Το 1901 λειτουργούσε μία δημοτική σχολή με 60 μαθητές και ένα διδάσκαλο, ενώ η ετήσια δαπάνη συντήρησης της ανερχόταν σε 300 χρυσά φράγκα.
Κατά το 1907, στον τόμο ΚΖ’ και στην σελίδα 455 του περιοδικού «Εκκλησιαστική Αλήθεια», που εκδιδόταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, διαβάζουμε ότι το χωριό «διατηρεί σχολήν μικτήν μετά μαθητών (εξ εκατέρου του φύλου)», δεν αναφέρεται, όμως, ο αριθμός των δασκάλων.
Το Μηλιό ανέδειξε τον ιεροδιδάσκαλο Φιλόθεο που πρόσφερε πολλά στα γράμματα και στο Γένος. Γεννήθηκε το 1770. Ο πατέρας του ονομαζόταν Νικόλαος. Τα εγκύκλια γράμματα διδάχθηκε στην Πατριαρχική Ακαδημία, κατόπιν, γύρω στο 1794, σπούδασε στη Χίο και στη Σίφνο62 και είχε διδασκάλους τον, Πάτμιο στην καταγωγή, Μισαήλ και τον άγιο Αθανάσιο Πάριο. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του δίδαξε στην ιδιωτική σχολή του Μουχλιού (Αγιοταφι-κού Μετοχιού του Φαναριού) από το 1819 έως το 1836. Ο Φιλόθεος πέθανε στο Μηλιό τον Αύγουστο του 1837. Ο μεγάλος αυτός διδάσκαλος, μετά το θάνατο του, άφησε με τη διαθήκη του το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του σε διάφορα καθιδρύματα.
Στα σχολεία του Μηλιού δίδαξαν, επίσης, οι διδάσκαλοι: Νικόλαος Καβαλιώτης (1892), Ελ. Μωραϊτόπουλος (1913), Καύκαλος, Ιωάννης Δρόσος και Αγγελής Πρωτοψαλτίδης ή Πρωτοψάλτης, ο οποίος καταγόταν από το Μηλιό, δίδαξε σ’ αυτό ως το 1914 και κατόπιν στα 1920 - 1922 και πέθανε στον Ζυγό Καβάλας, όπου είχε εγκατασταθεί μετά τον εκπατρισμό.


ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΡΤΩ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟΥΝΙΟ ΤΟΥ 1994.

Στις τρεις πρώτες φωτογραφίες, το Μηλιό, όπως φαίνεται για όποιον κατευθύνεται προς αυτό από την Χώρα.
Στην 4η και 5η φωτογραφία, με τους φιλόξενους κατοίκους του χωριού, οι οποίοι, μ’ επικεφαλής τον πρόεδρο (μουχτάρη), μας κέρασαν και μας ξενάγησαν με προθυμία.
Στην 6η, 7η και 8η φωτογραφία η γέφυρα του ξηρορέματος, (στην 7η φωτογραφία η παρέα του 1994, φωτογραφημένη στην γέφυρα, με τους φιλόξενους κατοίκους του χωριού Στο κέντρο της παρέας, ο μουχτάρης, που μας κάλεσε και στον γάμο του παιδιού του)!
Στην 9η φωτογραφία, η ελληνική επιγραφή στην γέφυρα, με το έτος κατασκευής της: 1768.
Στην 10η φωτογραφία, ελληνική επιγραφή σε παλιά οικία.
Στην 11η και 12η φωτογραφία, μια κρήνη του χωριού.














 



KAVADJIK – ΚΑΒΑΤΖΙΚ – ΛΕΥΚΑΔΙ (ΑΝΩ ΚΑΙ ΚΑΤΩ – ΔΥΟ ΣΥΝΟΙΚΙΣΜΟΙ, ΑΠΕΧΟΝΤΕΣ ΠΕΡΙ ΤΑ 2-3 ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ) – ΥΠΑΓΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟ ΝΕΣΤΟΥ



Α) Συντεταγμένες: 41°2'46"N 24°34'59"E



Β) ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ (ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΗΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ: ΕΛΑΦΟΧΩΡΙ ΚΑΒΑΛΑΣ)

Το μουσουλμανικό χωριό Kavadjik ή Kavatzik (Κάβατζικ), που υπαγόταν, στην διάρκεια της Οθωμανικής κατάκτησης, στον καζά του Σαρή – σαμπάν!

Το 1919 υπάγεται στον Νομό Δράμας,Υποδοίκηση Νέστου
Κοινότητα Ουζούν Κιοϊ ( ΦΕΚ 251 Α 20/11/1919).

Το 1924 η Καβάλα γίνεται Νομός και συμπεριλαμβάνει
τις Υποδιοικήσεις Καβάλας,Νέστου,Πραβίου και Θάσου
( ΦΕΚ 193 Α 14/8/1924).

Το 1926 μετονομάζεται από Καβατζίκ σε Λευκάδι ( ΦΕΚ413Α
22/11/1926).

Το 1934 αποσπάται από την κοινότητα Μακρυχωρίου και
προσαρτάται στην κοινότητα Ελαφοχωρίου( 285 Α 31/8/1934).

Το 1971 καταργείται ,λόγω εγκατάλειψης από τους κατοίκους.

Εξέλιξη του αριθμού των κατοίκων.

Το 1913: άνδρες 113 γυναίκες 118,σύνολο 231 ( Τούρκοι).
( ΦΕΚ 112Α 26/3/1915).ήταν και το 1919 (Στατιστικοί πίνακες του πληθυσμού κατ’ εθνικότητας των νομών Σερρών και Δράμας, έκδοση της Επιτελικής Υπηρεσίας του Ελληνικού Στρατού, 1919.

Το 1920 : άνδρες 93,γυναίκες 96 , σύνολο 189 ( Τούρκοι ).
( ΦΕΚ 244Α. 17/12/1921 ).

Το 1923: άνδρες 72, γυναίκες 77,σύνολο 149 ( Πρόσφυγες).
( GRESYE_02_0101_00017.pdf ).

Το 1928: άνδρες 54, γυναίκες 82 ,σύνολο 136.
( GRESYE_02_0101_00023.pdf).

Το 1954: σύνολο 127.
(GRESYE_02_0101-00031.pdf ).

Το 1962 : σύνολο 73.
( ΦΕΚ 16 Β 18/1/1962).

Δηλώσεις Προσφύγων το 1928.

Το 1928 δήλωσαν στην Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων
οι αρχηγοί ή μέλη των οικογενειών:

Αβραμίδης Αλέξανδρος του Αλεξάνδρου, από Έλματζικ Αμασείας, με α.δ. 64830.
Αβραμίδου ή Κοτζά Αβράμογλου Άννα του Νικολάου το γένος Αβραάμ Καραπαπάζογλου, από Έλματζικ -Αμασείας με α.δ. 64824.
Αγγελίδης ή Κατακόζου Παναγιώτης του Αγγέλου από Δαρδανέλια -Δαρδανελίων ,με α.δ. 64803.
Αμοιρίδου Ελπίς του Στυλιανού ,από Σταυρί -Χαλδείας ,με α.δ. 64846 Μ.
Ανδρονικίδης Παύλος του Κων/νου,από Χότς-Τραπεζούντος με α.δ.64842.
Αντώνογλου Δημήτριος( κληρονόμος) από Αμισό -Αμασείας , με α.δ.64806.
Αντώνογλου ή Αντωνιάδης Κων/νος του Δημητίου,από Αμισό-Αμασείας, με α.δ.64806.
Αρζόγλου Αναστάσιος (κληρονόμοι),από Πάφρα-Αμασείας με α.δ. 64808.
Αρζόγλου Αναστάσιος ( κληρονόμοι),από Πάφρα -Αμασείας με α.δ.64809 Μ.
Αρζόγλου Αναστάσιος (κληρονόμοι) από Πάφρα-Αμασείας με α.δ. 64810 Μ.
Αρζόγλου Εφραίμ του Αναστασίου από Πάφρα-Αμασείας με α.δ.64809 Μ.
Αρζόγλου Κυριάκος του Αναστασίου από Πάφρα-Αμασείας με α.δ. 64810 Μ.
Αρζόγλου Μαρία του Αναστασίου το γένος Αναστασίου Οξιούζογλου από Πάφρα -Αμασείας με α.δ. 64808 .
Αρζόγλου Αναστάσιος ( κληρονόμοι) απο Πάφρα-Αμασείας με α.δ. 64811 Μ.
Αρζόγλου Παρασκευή του Αναστασίου από Πάφρα-Αμασείας με α.δ. 64811 Μ.
Βουδάκης ή Ποτακάκης Νικόλαος του Δημητρίου από Γωνιά-Κυζίκου, με α.δ. 64850.
Γαβριήλογλου Μερόπη χήρα του Ιωάννου ,το γένος Κων/νου Ποτόσογλου από Πάφρα -Αμασείας ,με α.δ. 64838.
Γιαραμτζάς Χρηστόδουλος του Θεοδώρου από Δασόρνη-Αίμου ,με σ.δ. 64804.
Γκαμάς ή Καμάς Γεώργιος του Κων/νου από Δασόρνη Αίμου με α.δ. 64819.
Ζουρνατζίδης Αναστάσιος του Νικολάου ,από Ολούκολ-Αμισός- Αμασείας, με α.δ. 64801 Β.
Καλαϊτζόγλου Αναστασία του Θεοφάνους,από Δερβεντή – Νικαίας, με α.δ. 64801 Β.
Καλαϊτζόγλου Χαράλαμπος του Ιωάννου ( κληρον.), από Μούζενα Χαλδείας, με α.δ.64818.
Καλαϊτζόγλου ή Κοϊμτζίδης Χρήστος του Χαραλάμπους, από Τσίμερα -Χαλδείας ,με α.δ. 64856.
Καραγιάννης ή Καϊτουράκης Θεοδόσιος του Ιωάννου από Άνω Νεοχώρι Κυζίκου, με α.δ. 64831.
Καρατόμου Άννα χήρα του Κων/νου από Κριθιά-Καλλιπόλεως με α.δ. 64802 Μ.
Κεϊβανίδης ή Μοσκοφίδης Μιλτιάδης του Παύλου από Τσίμερα- Χαλδείας ,με α.δ. 64845.
Κοτσαπαράσογλου Ελευθέριος του Κυριάκου ,από Πάφρα Αμασείας , με α.δ. 64813.
Κοτσαπαράσογλου Κυριακή του Ελευθερίου το γένος Δαμιανού Λαμπριανού ,από Μουζμελέκ -Πάφρας-Αμασείας,με α.δ.64814 Μ.
Κουμπής Ιωάννης του Στυλιανού,από Στέρνα Μυριοφύτου, με α.δ. 64812.
Λευκαδίτης Ελευθέριος του Χαραλάμπους ,από Στέρνα Μυριοφύτου,με α.δ. 64839.
Μόρφογλου Αγαθή χήρα Αλεξάνδρου το γένος Γεωργίου Τζαφερτζόγλου ,από Πάφρα Αμασείας με α.δ. 64815.
Μόρφογλου Βασίλειος του Αλεξάνδρου,από Πάφρα Αμασείας με α.δ. 64817.Μ.
Μόρφογλου Γεώργιος του Αλεξάνδρου ,από Πάφρα Αμασείας με α.δ. 64816Μ.
Μοσχόπουλος Αναστάσιος του Χαραλάμπους ( κληρον.) από Τσιμερά Χαλδείας, με α.δ. 64832.
Μοσχόπουλος Ιωάννης του Λαζάρου ,από Τσιμερά Χαλδείας με α.δ. 64843.
Μοσχόπουλος ή Μοσχοφίδης Κων/νος ( κληρον.) από Τσιμερά Χαλδείας, με α.δ. 64847.
Μοσχόπουλος Μιλτιάδης του Λαζάρου ,από Τσιμερά-Χαλδείας με α.δ. 64835.
Μοσχοπούλου ή Δεληγιαρίδου Εύα του Αδάμ ,το γένος Δεληγιαρίδου, από Τσιμερά-Χαλδείας με α.δ. 64833 Μ.
Μοσχοπούλου Παρθένα χήρα, το γένος Λαζάρου Ζαφειριάδου από Τσίμερα -Χαλδείας ,με α.δ. 64834 Μ.
Μοσχοπούλου Σοφία του Χριστοδούλου το γένος Στεφάνου Σουρτζίδη από Λωρία -Χαλδείας,με α.δ. 64841 Μ.
Μόσχου Αναστάσιος του Αθανασίου από Περγάζιον Καλλιπόλεως, με α.δ. 64801.
Μόσχου Λάζαρος του Μόσχου από Στέρνα Μυριοφύτου, με α.δ. 64837.
Οξιούζογλου Σταυρούλα χήρα Κυριάκου ( κληρονόμοι) από Μπάφρα Αμασείας, με α.δ. 64852.
Παναγιωτίδης Λεωνίδας του Παναγιώτου από Καρά Κιοϊ, με α.δ. 64801 Β.
Παπαγερασίμου Βαρσαμής του Γερασίμου ,απο Στέρνα Μυριοφύτου ,με α.δ.64822.
Παρασκευάογλου ή Σαββίδου Ευσέβεια του Σάββα ,από Ακ-Κουνέγι-Αλατσάμ-Αμάσειας,με α.δ. 64828 Μ.
Παρασκευόπουλος Θεόδωρος του Παρασκευά,από Κανλικά Τραπεζούντος,με α.δ. 64823.
Πεφτουλίδης Ηρακλής του Βασιλείου ,από Μπάφρα Αμασείας, με α.δ. 64844.
Πλένης Ράλλης του Δημητρίου,από Τένεδο-Τενέδου , με α.δ. 64801 Β.
Πίτσικος Παναγιώτης του Ιωάννου ,από Στέρνα Μυριοφύτου με α.δ. 64851.
Ποδάρας Νικόλαος του Θεοδώρου,από Στέρνα Μυριοφύτου, με α.δ. 64829.
Πολυχρονίδης ή Μαχαίρας Ιωσήφ του Παύλου από Στέρνα Μυριοφύτου ,με α.δ. 64836.
Πολυχρονίδου ή Μαχαιρίδου Σουλτάνα του Παύλου ,το γένος Διαμαντή Σπαρή, από Καλαμίτσι Μυριοφύτου, με α.δ. 64840 Μ. 
Πρωτοψάλτης Θεοδόσιος του Κων/νου από Στέρνα Μυριοφύτου με α.δ. 64805.
Ρότσικος Κων/νος του Ιωάννου από Στέρνα Μυριοφύτου ,με α.δ. 64820.
Συνοδινός Νάνος του Νικολάου από Στέρνα Μυριοφύτου,με α.δ. 64821.
Σφυρής Αθανάσιος του Κοσμά από Στέρνα Μυριοφύτου ,με α.δ. 64831.
Σώης ή Ζώης Στυλιανός του Γεωργίου ,από Στέρνα Μυριοφύτου με α.δ.648825.
Σωτηριάδης Δημήτριος του Ηλία από Κιρέτς-Χανέ-Τραπεζούντος, με α.δ. 64853.
Τοτικίδης Στυλιανός του Κων/νου από Πάφρα Αμασείας, με α.δ. 64836.
Τοτικίδου Δέσποινα του Στυλιανού το γένος Σάββα Παρασκευά Ογλού από Αλατσάμ-Αμασείας, με α.δ. 64827Μ.
Τσαλταπάσογλου ή Φιλόσογλου Γεώργιος του Μιχαήλ από Πάφρα -Αμασείας , με α.δ. 64854.
Τσαλταπάσογλου ή Φιλόσογλου Ευθυμία του Μιχαήλ από Πάφρα Αμασείας, με α.δ. 64855.
Χατζή Ιωάννου Δέσποινα χήρα Ιωσήφ το γένος Σάββα Αράπογλου από Πάφρα Αμασείας, με α.δ. 64849 Μ.
Χατζή Ιωάννου Πλάτων του Ιωσήφ από Πάφρα Αμασείας, με α.δ. 64848.
ΧατζήΣαββόπουλος Αριστείδης του Χρήστου από Στέρνα Μυριοφύτου ,με α.δ. 64801 Β.


Γ) ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΜΟΥ

Ένα από τα πιο σπουδαία, οθωμανικά κτίσματα, που σώζονται στην Περιφερειακή Ενότητα Καβάλας. Είναι επαρκώς συντηρημένο, από το σημερινό ιδιοκτήτη του.







Μια από τις κρήνες του χωριού.


 

Ένα πολύ ενδιαφέρον σπίτι, σύμφωνα με το συνοδοιπόρο μου μηχανικό, Φίλιππο Πάχτα. Το ενδιαφέρον συνίσταται στο ότι στο μέσον του είχε αίθριο, δεξιά και αριστερά του οποίου βρίσκονταν δωμάτια, όπως γινόταν στα αρχαία, ελληνικά οικήματα.



 

Το μουσουλμανικό τέμενος του χωριού. Πρόκειται για ένα μεγάλο κτίσμα, πολύ καλής κατασκευής, με είσοδο στην βόρεια πλευρά, στην οποία οδηγούσαν τρία, μαρμάρινα σκαλοπάτια και πάνω από την οποία υπήρχε στέγαστρο, όπως αποδεικνύουν τα δοκάρια που εξέχουν. Το μισράχ διατηρείται άριστα, ενώ είναι ορατές και οι επεμβάσεις που έγιναν από τον Έλληνα πρόσφυγα, που, προφανώς, εγκαταστάθηκε σ’ αυτό μετά το 1922. Συγκεκριμένα, ενώ διατηρήθηκαν τα ευρισκόμενα σε υψηλά σημεία παράθυρα, έκλεισαν αρκετά ανοίγματα, που υπήρχαν στο ύψος του ισογείου και κατασκευάστηκε πατάρι ή ανώγειος όροφος, με ξύλινο δάπεδο.
 






















Ο ισχυρός και καλοφτιαγμένος περίβολος του τεμένους.
 

 

Μερικά από τα πολλά δρομάκια (καλντερίμια) του χωριού.















 

Υδραγωγός, μεγάλου ύψους και άριστης κατασκευής, στο κατερχόμενο κατά μήκος της βορειοδυτικής πλευράς του χωριού ρέμα.

































O καλυμμένος με ασβεστόλιθους υδραύλακας, που οδηγούσε το νερό πέραν της υδατογέφυρας, καθώς κι ένα κομμάτι από τον ίδιο τον πήλινο αγωγό. Λόγω του ότι, εξ άλλου, το ρέμα κατεβαίνει από τα αρχαία μεταλλεία χρυσού της Σκαπτής Ύλης, είναι γεμάτο, σε όλο το (μεγάλο) μήκος του και σε κάθε σημείο της κοίτης του με αναρίθμητα κομμάτια σκωριών, από τις εκκαμινεύσεις του εξαγόμενου μεταλλεύματος, (δείτε τελευταία φωτογραφία).









 

Το σχολείο, το οποίο κατασκεύασε το Ελληνικό Κράτος, για τους πρόσφυγες, που εγκαταστάθηκαν στο χωριό μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, το 1922. Στην 4η και 5η φωτογραφία φαίνεται το επίχρισμα, πάνω στο οποίο, σε μαύρο χρώμα, ήταν κατασκευασμένος ο μαυροπίνακας. Επίσης, φαίνονται κάποια κεραμίδια στέγης, της εταιρίας ΑΛΛΑΤΙΝΙ, από την Θεσσαλονίκη.










 

Δύο τεράστιοι λιθοσωροί, που βρίσκονται μέσα στο χωριό. Οι σωρευμένες πέτρες συγκρατούνται από πλευρικά, στιβαρά, ισχυρά και πολύ υψηλά τοιχία αντιστήριξης. Η χρήση τους μου είναι ανεξήγητη!
















 

Στο εσωτερικό μιας οικίας υπάρχει οπή στο έδαφος, που οδηγεί σε υπόγεια κατασκευή, σχήματος παραλληλογράμμου. Η εσωτερική επένδυσή της με κονίαμα, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι είναι αδύνατη η κάθοδος σ’ αυτήν, συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι αποτελούσε δεξαμενή συλλογής των ομβρίων υδάτων, για οικιακή χρήση.

 




Ένα κτίσμα που μάλλον αποτελούσε «εμπορικό κατάστημα», με αρκετούς, μικρούς, αποθηκευτικούς χώρους. Στον εξωτερικό τοίχο διακρίνεται τμήμα αλυσίδας, όπου δένονταν ζώα, (φωτογραφία 111).





 

Η κεντρική κρήνη του χωριού.





 

Μια μουσουλμανική, επιτύμβια στήλη, επιχρισμένη πλευρικά με τσιμέντο, σε δεύτερη (οικοδομική) χρήση.


 

Τμήματα κτισμάτων του χωριού, που στέκονται ακόμη όρθια.






















 

Όλες οι επόμενες φωτογραφίες περιέχουν διάφορες όψεις του μεγάλου αυτού χωριού, του οποίου η μεγάλη έκταση, ο μεγάλος αριθμός των κτισμάτων, τα σπουδαία, αρχοντικά κτίσματα, η επιμελημένη και πυκνή, εσωτερική «οδοποιία» αποδεικνύουν έναν οικισμό που ευημερούσε, πράγμα που δεν μπορώ ν’ αποδώσω τόσο στην αγροτική παραγωγή, γιατί, παρά τα αναρίθμητα περιβόλια, δεν υπάρχουν εκτεταμένες εκτάσεις προς καλλιέργεια, αλλά κυρίως στην απασχόληση των κατοίκων, αφενός στα παρακείμενα μεταλλεία, (από τα οποία ίσως ορισμένα ν’ ανήκαν και σ’ επιφανείς κατοίκους του χωριού), η οποία συνεχιζόταν μέχρι το τέλος της Οθωμανικής κυριαρχίας κι αφετέρου με την κτηνοτροφία.