ΤΟ ΜΗΛΙΟ ΤΩΝ ΓΑΝΟΧΩΡΩΝ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ
(Παλιότερα Melenköy, σήμερα Güzelköy)
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ
Ο Ευστράτιος Ι. Δράκος, στο σύγγραμμά του, που εκδόθηκε το έτος 1892, ανέφερε ότι «υπό 260 ελληνικών οικογενειών και 30 οθωμανικών το χωρίον σύγκειται, περίφημον δε ως έδρα και πατρίς του προ της παλιγγενεσίας τελευταίου Τούρκου τιμαριούχου των Γανοχώρων».
Σε τεύχος του έτους 1907, του περιοδικού «Εκκλησιαστική Αλήθεια», που εκδιδόταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αναφερόταν ότι «βορείως της Κερασιάς είναι ο Μηλιός εκ 300 ως έγγιστα οικιών».
Αργότερα, πληροφορίες για τον αριθμό των κατοίκων της κοινότητας έχουμε από απογραφές του ελληνικού πληθυσμού των εκκλησιαστικών επαρχιών Γάνου και Χώρας και Μυριοφύτου και Περιστάσεως, που πραγματοποιήθηκαν σε συνεργασία με τις κατά τόπους ελληνικές προξενικές αρχές, τα αποτελέσματα των οποίων υποβλήθηκαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την απογραφή του 1911, στο Μηλιό κατοικούσαν 1.330 (675 άνδρες και 655 γυναίκες) Έλληνες και 134 Τούρκοι.
Από την καταγραφή των Γανοχώρων, που πραγματοποιήθηκε μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1912, γνωρίζουμε ότι κατοικούσαν 1.470 κάτοικοι.
Το επόμενο έτος, οπό μία νέα απογραφή πληροφορούμαστε τον πληθυσμό της υποδιοικήσεως Μυριοφύτου. Στην κοινότητα καταγράφονται 193 (άνδρες 91 και 102 γυναίκες) Έλληνες και 152 (67 άνδρες και 85 γυναίκες) Τούρκοι• συνολικά 345 κάτοικοι.
Κατά το έτος 1917 πραγματοποιήθηκε εθνολογική καταγραφή του άρρενος πληθυσμού των υποδιοικήσεων Μυριοφύτου και Περιστάσεως. Στην κοινότητα καταγράφονται 699 (350 κάτω και 349 άνω των 25 ετών) Έλληνες και 62 (33 κάτω και 29 άνω των 25 ετών) Τούρκοι.
Σύμφωνα με την απογραφή που πραγματοποιήθηκε το Μάιο του 1920, στο Μηλιό συναντούμε 235 (111 άνδρες και 124 γυναίκες) Έλληνες και 200 (96 άνδρες και 104 γυναίκες) Τούρκοι• συνολικά 435 άτομα.
Ο Μ. Μαραβελάκης και ο Α. Βακαλόπουλος αναφέρουν ότι λίγο πριν τον εκπατρισμό των κατοίκων (1922) της κοινότητας στο Μηλιό ζούσαν περίπου 300 ελληνικές και 100 τουρκικές οικογένειες.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις που υπέβαλαν, οι επιζώντες και εγκατασταθέντες στη Θεσσαλονίκη, προς τη Διεύθυνση Ανταλλαγής το 1926 ήσαν 321 οικογένειες.
Ήδη, όμως, από το έτος 1908 είχε αρχίσει η πληθυσμιακή αιμορραγία του Μηλιού. Πολλοί νέοι Μηλιώτες, για ν’ αποφύγουν την στράτευση στον Τουρκικό στρατό (αμελέ ταμπουρού = τάγματα εργασίας), που με την ανακήρυξη του Συντάγματος των Νεοτούρκων είχε καθιερωθεί, για όλες τις μη Μουσουλμανικές εθνότητες της Αυτοκρατορίας, έφυγαν κατά δεκάδες στην Αμερική, όπου απετέλεσαν τον πυρήνα των Γανοχωριτών, που εγκαταστάθηκαν εκεί. Τους ακολούθησαν κι' άλλοι, κατά τον διωγμό του 1915, έτσι ώστε κάθε οικογένεια, σχεδόν, να έχει 1-2 ξενιτεμένους της εκεί.
Ακολούθησε ο μεγάλος σεισμός της νύκτας της 27ης Ιουλίου του 1912, που είχε ως επίκεντρο την Προποντίδα, τις πλαγιές του Ιερού Όρους, ανάμεσα στα χωριά Γάνος, Χώρα, Πλάτανο, Μηλιό και Καλαμίτσι και είχε διάρκεια περίπου 16 δευτερολέπτων. Από το σεισμό αυτόν το Μηλιό καταστράφηκε ολοσχερώς. Την περίοδο αυτή ζούσαν 1.470 κάτοικοι, οι οποίοι στεγάζονταν σε 240 οικίες, από τις οποίες καταστράφηκαν οι 173, ενώ 30 κάηκαν από την πυρκαγιά που ξέσπασε μετά το σεισμό. Οι νεκροί ανήλθαν σε 111, οι τραυματίες σε 78, από τους οποίους 10 ήσαν βαριά τραυματισμένοι, ενώ κάτω από ερείπια εγκλωβίστηκαν 11 άτομα. Την επομένη του σεισμού, οι κάτοικοι αντίκρισαν το μέγεθος της καταστροφής• όλη η περιουσία τους καταστράφηκε. Οι περισσότεροι δεν είχαν πού να μείνουν και τα-κτοποιήθηκαν σε παράγκες. Αμέσως μετά τη θεομηνία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο προσπάθησε να ενισχύσει οικονομικά και υλικά τους κατοίκους των περιοχών που επλήγησαν. Σύστησε, μετά από σχετική, κυβερνητική άδεια, ερανικές επιτροπές, για τη διενέργεια εράνων, με σκοπό την άμεση βοήθεια των σεισμοπλήκτων και την παροχή των πρώτων, απαραίτητων βοηθειών. Στη συνέχεια φρόντισε να τακτοποιηθούν οι σεισμόπληκτοι σε παραπήγματα. Σημαντική ήταν η βοήθεια που παρείχε, με αγγελίες και παραινέσεις για βοήθεια προς τους σεισμόπληκτους, το επίσημο όργανο του Οικουμενικού Πατριαρχείου Εκκλησιαστική Αλήθεια, στην πρόσκληση του οποίου ανταποκρίθηκαν πολλοί χριστιανοί. Ακόμη για να βοηθήσουν τους σεισμόπληκτους, είχαν διοργανωθεί γυναικείες ομάδες στην Κωνσταντινούπολη, οι οποίες πουλούσαν λουλούδια στους δρόμους της. Οι τραυματίες μεταφέρονταν στην Κωνσταντινούπολη, όπου νοσηλεύονταν δωρεάν σε διάφορα νοσοκομεία. Την όλη ευθύνη και το συντονισμό του έργου της αποκαταστάσεως των σεισμοπαθών είχε αναλάβει η Μεγάλη Κεντρική Πατριαρχική Επιτροπή, με επικεφαλής τον μητροπολίτη Αίνου Ιωακείμ (1907 - 1923), η οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα ολοκλήρωσε με επιτυχία το έργο της.
Την καταστροφή εκείνη θρήνησαν οι Μηλιώτες με το τετράστιχο: «Μηλιό μου πούν' τα σπίτια σου, πούν' η εκκλησιά σου, με τον δικό σου τον καϋμό κλαίω την συμφορά μου».
Μετά το σεισμό ξέσπασαν οι βαλκανικοί πόλεμοι (1912 - 1913) και η κατάληψη της περιοχής από τους Βουλγάρους και στη συνέχεια ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος (1914 - 1918). Το 1914 στο Μηλιό ζούσαν 250 ελληνικές οικογένειες, οι οποίες καλλιεργούσαν 1.200 στρέμματα αμπελώνων και 1.800 στρέμματα αγρών. Σύμφωνα με μία άλλη εκτίμηση της Πατριαρχικής Κεντρικής Επιτροπής υπέρ των Μετατοπισθέντων, Ελληνικών Πληθυσμών, στο Μηλιό κατοικούσαν 1.500 Έλληνες και υπήρχαν 100 οικίες, 50 ζεύγη βοών και 350 αγελάδες. Το ίδιο έτος και οι 1.500 Έλληνες κάτοικοι του Μηλιού εκτοπίστηκαν αναγκαστικά από το χωριό τους και απ’ αυτούς οι 504, (ή αλλιώς, 144 οικογένειες), κατέφυγαν ως πρόσφυγες στην Ελλάδα. Στο χωριό η τουρκική κυβέρνηση εγκατέστησε Τούρκους πρόσφυγες. Από μία πράξη που καταγράφεται σε κώδικα της επαρχίας Γάνου και Χώρας πληροφορούμαστε ότι οι κάτοικοι είχαν παραδώσει στην κοινότητα Γάνου τις εικόνες, τα άμφια και τα βιβλία του ναού του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Την 24η Σεπτεμβρίου του 1914 συνήλθαν οι εκκλησιαστικοί επίτροποι του Γάνου και της Χώρας και οι πρώτοι, ύστερα από απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, τα παρέδωσαν στην επιτροπή του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Χώρας για φύλαξη. Στη συνέχεια υπογράφτηκε η Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) σύμφωνα με την οποία παραχωρούνταν σχεδόν το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολικής Θράκης στην Ελλάδα. Μετά την απελευθέρωση του Μηλιού από τον ελληνικό στρατό οι μισές οικογένειες επέστρεψαν στην πατρίδα τους, (ενώ από τους άλλους μισούς, άλλοι έμειναν στην Θεσσαλονίκη οριστικά και άλλοι έφυγαν για την Αμερική, για να συναντήσουν τους εκεί συγγενείς τους). Όσοι γύρισαν στο χωριό βρήκαν κατεστραμμένες τις οικίες τους, τα 160 παραπήγματά τους και δεν βρήκαν κανένα από τα 50 ζεύγη βοών και τις 350 αγελάδες τους. Η Πατριαρχική Κεντρική Επιτροπή βοήθησε τους παλιννοστήσαντες Μηλιώτες οικονομικά, χορηγώντας δάνεια. Οι συνθήκες διαβίωσης ήσαν, όμως, πολύ δύσκολες, αλλά οι κάτοικοι του κάτω από άθλιες συνθήκες άρχισαν να κτίζουν, να επιδιορθώνουν τις οικίες τους και να οραματίζονται μία νέα ζωή.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή (1922), τα πολιτικά γεγονότα επηρέασαν οριστικά την τύχη των ελληνικών κοινοτήτων της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης. Οι συμμαχικές δυνάμεις αποφάσισαν να παραχωρήσουν την Ανατολική Θράκη στην Τουρκία με το Πρωτόκολλο των Μουδανιών, που υπογράφτηκε την 11η Οκτωβρίου του 1922. Μετά την υπογραφή του οι κάτοικοι της αναγκάστηκαν να φύγουν ως πρόσφυγες στην Ελλάδα. Το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων του Μηλιού εγκαταστάθηκε στους Φιλίππους και στο Ζυγό Καβάλας• το υπόλοιπο τμήμα κατευθύνθηκε στη Θεσσαλονίκη, ενώ λίγοι ήταν εκείνοι που διασκορπίστηκαν σε διάφορες πόλεις και χωριά της Βόρειας Ελλάδας. Αυτοί που ζούσαν στους Φιλίππους και στο Ζυγό ως το 1941, οι μεν παλαιότεροι εξέλιπαν λόγω ηλικίας, οι δε νεώτεροι με τη Βουλγαρική κατοχή αναγκάστηκαν να εγκατασταθούν στη Θεσσαλονίκη, όπου και παρέμειναν μόνιμα πλέον. Στη θέση των Ελλήνων στο Μηλιό εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες Τούρκοι από την Ελλάδα και την Αλβανία.
Η ΦΥΣΗ – ΤΟ ΚΛΙΜΑ – ΟΙ ΑΣΧΟΛΙΕΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ
Το Μηλιό είχε άφθονα πόσιμα νερά, πού ερχόταν από πηγές του βουνού, αλλά ήταν ιδιωτικά διαφόρων αρχόντων, των οποίων τα ονόματα έφεραν οι διάφορες βρύσες του χωριού, όπως ο «Τσεσμές του Λογοθέτη» στην πλατεία της εκκλησίας.
Οι αvάγλυφες επιγραφές στις βρύσες αυτές, που ανάγονταν στην Ρωμαϊκή και Βυζαντινή εποχή, σωζόταν μέχρι τέλους.
Το καλοκαίρι στο Μηλιό ήταν δροσερό, αλλά ό χειμώνας δριμύτατος και με άφθονα χιόνια, που απέκοπταν τις επικοινωνίες μεταξύ των σπιτιών, σε τρόπο ώστε αναγκαζόταν οι χωρικοί να ανοίγουν δρόμους με τα φτιάρια.
Η κύρια απασχόληση των κατοίκων του Μηλιού ήταν η γεωργία, η σηροτροφία και ιδιαίτερα η αμπελουργία, από τα σταφύλια της οποίας οι Μηλιώτες παρασκεύαζαν άφθονα εξαγώγιμα κρασιά. Πολλές ποσότητες επιτραπέζιων λευκών σταφυλιών τα μετέφεραν και τα πωλούσαν στα πίσω από το Ιερό Όρος χωριά, όπου τα αντάλλαζαν με διάφορα, οικιακά παρασκευάσματα και σιτάρι.
Πολλοί Μηλιώτες εργαζόταν στον Γάνο και στη Χώρα, «τσιράκια» διαφόρων μαγαζιών κι άλλοι στα κεραμοποιεία της Χώρας σαν εργάτες. Κάθε πρωΐ κατηφόριζαν προς τις δύο αυτές κώμες και το βράδυ ανηφόριζαν για το Μηλιό, αλλά την Κυριακή, όλοι τους, εργάτες, αγρότες, επαγγελματίες, ντυμένοι τα γιορτινά τους, πήγαιναν στην εκκλησία και μετά την απόλυση, οι μεν άνδρες καθότανε στα γύρω της πλατείας καφενεία, οι δε γυναίκες πηγαίνανε στα σπίτια, για να ετοιμάσουν το κυριακάτικο τραπέζι.
Πολλοί, τέλος, ασχολούνταν με το πλανόδιο εμπόριο, με τα πέρα από το Ιερό Όρος καμποχώρια, όπου ήταν γνωστοί με το παρατσούκλι «Γιαλελήδες ή Γιαλετζήδες», δηλαδή άνθρωποι του γιαλού. Άλλοι μετέφεραν εγχώρια προϊόντα στην Ραιδεστό, όπου επίσης τ' αντάλλαζαν με διάφορα είδη παντοπωλείου και οικιακής χρήσης.
ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΤΟΙΚΟΙ
Τα ήθη και έθιμα του Μηλιού δεν διέφεραν από εκείνα του Γάνου, της Χώρας και του Μυριοφύτου. Η επικοινωνία με τις κωμοπόλεις αυτές ήταν τόσο πυκνή, ώστε το Μηλιό εθεωρείτο σαν μακρινή συνοικία τους, η δε επιμιξία με αυτές ήταν κι αυτή τόσο πυκνή, ώστε όλες σχεδόν οι οικογένειες του Μηλιού να έχουν σ' αυτές συμπεθέρους.
Κατά την περίοδο της ελευθερίας της ανατολικής Θράκης, πολλοί Μηλιώτες κατατάχθηκαν στον Ελληνικό Στρατό κι έλαβαν μέρος στην Μικρασιατική εκστρατεία. Μνημονεύονται οι Λαμπαδαρίδης Δημοσθένης και Γκότρας Θεόδωρος, που έπεσαν μαχόμενοι ηρωικά, ο λοχίας Λαμπαδαρίδης Ραφαήλ, που τιμήθηκε με το Αριστείο Ανδρείας, ο επιλοχίας Κόσμογλου Κοσμάς, ο Λαμπαδάριος Δημοσθένης, ο Παπουτσής Ιωάννης, ο Δεδέκης Κων/τίνος κ.ά. Από τους ανωτέρω, ο Λαμπαδαρίδης Δημοσθένης, εγκατασταθείς, μετά τον εκπατρισμό του 1922, στον Ζυγό Καβάλας, διετέλεσε επί σειράν ετών Πρόεδρος της Κοινότητος.
Μνημονεύονται, στη συνέχεια, αρκετές από τις εξέχουσες οικογένειες του Μηλιού, που έζησαν σ' αυτό στα μέχρι του 1914 χρόνια, μερικές από τις οποίες ξαναγύρισαν, μετά την απελευθέρωση κι έμειναν ως τον εκπατρισμό του 1922: του Ιωάννη Λογοθέτη, του Αθανασίου Αθανασούλη, Ιωάννου Δρόσου, Κων/νου Βάτκα (Βατοπούλου), Ραφαήλ Λαμπαδαρίδη, Αντ. Γιαννάκη, Αναγνώστου Μαυρονίδη, Βαρσαμή Ζουλίδη, Δαμιανού Ποτάλα, Φουντοκλέτου, Δημ. Γκόντρα, Καμπαράνη, Δημ. Ψίλη, Μαστρογιάννη, Κοτρώνη, Γεωργ. Μυριάπη, Ίωάν. Γκούντα, Νικ. Γκιουζέλλου, Δημ. Γάκη και Κυριάκου Παπαδοπούλου.
Από αυτές, ο Αθαν. Αθανασούλης, γνωστός ως Θανασούλιας, διετέλεσε τελευταίος Πρόεδρος του χωριού στην περίοδο της ελευθερίας, 1920 -1922. Και ο Γανοχωρίτης ψάλτης, που κατέπληξε το εκκλησίασμα του Ναού της Κων/πόλεως, ήταν Μηλιώτης και ονομαζόταν Παναγιώτης, γιος του Ιερέα Παπακυριάκου, που υπηρετούσε στην εκκλησία του Μηλιού.
Σήμερα το Μηλιό είναι σχεδόν όπως το άφησαν οι Έλληνες κάτοικοί του, τον Οκτώβριο του 1922. Κατεδαφίστηκαν ορισμένες ελληνικές οικίες, όπως και τουρκικές που υπέστησαν τη φθορά του χρόνου και στη θέση τους κτίστηκαν νέες. Ο μεγάλος ιστορικός πλάτανος, όπως αναφέρουμε παραπάνω, που βρισκόταν κοντά στο ιερό του ναού, σώζεται, ενώ στη θέση του ναού ανοικοδομήθηκε τέμενος με μεγάλο μιναρέ. Το κοινοτικό σχολείο δεν υπάρχει, καθώς και το ελληνικό νεκροταφείο- κατεδαφίστηκαν επίσης και τα παρεκκλήσια. Εντυπωσιακή είναι μία επιγραφή, που είναι τοποθετημένη στον εξωτερικό τοίχο μιας οικίας, που απέχει μικρή απόσταση από το τέμενος, δυτικά του χωριού, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως οικοδομικό υλικό και φέρει τους εξής χαρακτήρες «Δ. Α. Ψ. ΝΕ-25 Μ. 5. 1922». Σώζονται ορισμένες κρήνες, που ρέουν διαυγές ύδωρ και το Ξηρόρεμα. Η Τούρκικη συνοικία παραμένει και αυτή, όπως ήταν με το ταπεινό τζαμί της και ελάχιστες αλλαγές. Το μονοπάτι της Χώρας έγινε αυτοκινητόδρομος, ενώ το μονοπάτι του Γάνου έγινε δρόμος χαλικόστρωτος.
Οι σημερινοί κάτοικοι του Μηλιού φέρονται φιλόξενοι στους Έλληνες επισκέπτες, τους οποίους αγαπούν ιδιαίτερα. Με προθυμία τούς ξεναγούν στο χωριό και τους δείχνουν ότι απέμεινε από τους προγόνους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. ΤΑ ΓΑΝΟΧΩΡΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ, του Αγγέλου Γερμίδη, (Θεσσαλονίκη, 1976).
2. ΤΟ ΜΗΛΙΟ, μονογραφία του Πασχάλη Βαλσαμίδη, (Αθήνα, 2001).
3. ΘΡΑΚΙΚΑ, ΗΤΟΙ ΔΙΑΛΕΞΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ ΣΗΛΥΒΡΙΑΣ, ΓΑΝΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΑΣ, ΜΕΤΡΩΝ ΚΑΙ ΑΘΥΡΩΝ, ΜΥΡΙΟΦΥΤΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΩΣ, ΚΑΛΛΙΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΜΑΔΥΤΟΥ, του Ευστρατίου Δράκου, (Αθήνα, 1892).
4. ΜΝΗΜΗ ΓΑΝΟΧΩΡΩΝ, του Μανουήλ Γεδεών, (Κωνσταντινούπολη, 1913).
5. ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΓΑΝΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ, της Σμαρώς Κζούνια, (Θεσσαλονίκη, 2005).
6. Περιοδικό ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, τόμος ΚΖ’ (έτους 1907), σελίδα 455.
7. Η ΘΡΑΚΗ ΚΑΙ Η ΔΥΝΑΜΙΣ ΤΟΥ ΕΝ ΑΥΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΟΙΧΕΙΟΥ, του Σταματίου Β. Ψάλτη, (1919).
8. Ο ΠΡΩΤΟΣ ΔΙΩΓΜΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΡΑΚΗ (1913-1918), της Βασιλικής Τσακόγλου, (Θεσσαλονίκη, 2010).