ΤΟ ΘΡΑΚΙΚΟ ΦΥΛΟ ΤΩΝ ΒΟΤΤΙΑΙΩΝ ΤΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ
Οι Βοττιαίοι ήταν ένα φύλο, η χώρα του οποίου θεωρείται πως εκτεινόταν βορειοανατολικά της Ημαθίας, σε όλη τη βαλτώδη, πεδινή περιοχή μεταξύ των ποταμών Λουδία, Αλιάκμονα και Αξιού, (άλλοτε, λίμνη των Γιαννιτσών). Ιστορικές πόλεις της Βοττιαίας ήταν η Άλωρος, η Πέλλα, (την οποία ο Αρχέλαος όρισε ως νέα πρωτεύουσα του μακεδονικού κράτους), οι Αιγές, (η πρώτη πρωτεύουσα του κράτους εκείνου), η Κύρρος, η Μίεζα, η Ευρωπός, η Έδεσσα κλπ. Ο Στράβων (Γεωγραφικά, 6.3.2. και 7.7.12) αναφέρει παράδοση της εποχής του, κατά την οποία Κρήτες, μ’ ενδιάμεσο σταθμό τη Σικελία, κατέλαβαν την παραπάνω περιοχή, που ονομάστηκε Βoττιαία από τον οικιστή τους, τον Βόττωνα.
Οι Βοττιαίοι, όταν οι Τημενίδες βασιλείς των Μακεδόνων άρχισαν να καταλαμβάνουν τη Δυτική και Κεντρική Μακεδονία, (6ο-5ο αιώνες π.Χ.), αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στη Χαλκιδική, στην περιοχή της Ολύνθου, η οποία ονομάστηκε Βοττική.
Στον 14ο τόμο (έτους 1874) της περιοχής έκδοσης με τίτλο: «The numismatic chronicle and journal of the Numismatic society», που εκδιδόταν στο Λονδίνο, υπάρχει πολυσέλιδο άρθρο, σχετικά μ’ ένα δίδραχμο της πόλης ΙΧΝΑΙ των Βοττιαίων, το οποίο υπογράφει ο νομισματολόγος H. Ferdinand Bompois. Στο άρθρο του αυτό ο συγγραφέας αναφέρεται λεπτομερώς στα κλασικά νομίσματα του φύλου των Βοττιαίων, τα οποία χωρίζει σε τρεις διαφορετικούς τύπους. Περιγράφοντας, λοιπόν, κάποια νομίσματα των Βοττιαίων, τα οποία δεν μπορεί να υπαγάγει, ούτε στο νομισματικό τύπο των Βοττιαίων της Χαλκιδικής, ούτε σ’ αυτόν των Βοττιαίων της Ημαθίας, αναφέρει τα εξής, εξόχως ενδιαφέροντα για την ιστορία του Παγγαίου:
Ο συγγραφέας του συγκεκριμένου κειμένου της προαναφερθείσας, περιοδικής έκδοσης αναφέρεται, κατ’ αρχάς, σε μια ομάδα ορειχάλκινων, αρχαϊκών νομισμάτων, δύο από τα οποία απεικονίζουν τα εξής:
Το πρώτο: Εμπρόσθια όψη: Κεφαλή γενειοφόρου Ηρακλή, φέροντος λεοντή, που βλέπει είτε προς τα δεξιά, είτε προς τ’ αριστερά.
Οπίσθια όψη: ΒΟΤΤΑΙΩΝ. Άλογο που καλπάζει προς τα δεξιά.
Το δεύτερο: Εμπρόσθια όψη: Κεφαλή Αθηνάς, φέρουσας κράνος, προς τα δεξιά. Το εμπρόσθιο μέρος του κράνους φέρει τέθριππο άρμα.
Οπίσθια όψη: ΒΟΤΤΑΙΩΝ. Βόδι που τρέχει προς τα δεξιά.
Αφήνω, όμως, τον διαπρεπή νομισματολόγο να συνεχίσει ο ίδιος:
«Εκτός του ότι οι τύποι και η υποκατηγορία αυτών των νομισμάτων δεν μοιάζουν καθόλου (με τις άλλες δύο κατηγορίες νομισμάτων των Βοττιαίων, που αποδίδονται χωρίς αμφιβολία στους Βοττιαίους της Χαλκιδικής και της Ημαθίας), ο συμπιεσμένος, γραμματικός τύπος ΒΟΤΤΑΙΩΝ (αντί αυτού των ΒΟΤΤΙΑΙΩΝ), που διαβάζει κανείς σ’ αυτά τα δύο ορειχάλκινα νομίσματα, εμφανίζει, σε σχέση με τα λοιπά νομίσματα (των Βοττιαίων) μια ορθογραφική διαφορά, η οποία είναι, ταυτόχρονα, τόσο υπερβολικά αισθητή και υπερβολικά σκόπιμη, ώστε να μας αναγκάζει να τολμούμε να συμπεράνουμε ότι αυτά τα ορειχάλκινα νομίσματα δεν κόπηκαν ούτε από τους Βοττιαίους της Χαλκιδικής, ούτε από εκείνους της Ημαθίας, αλλά από τα μέλη του τρίτου κλάδου της ίδιας, εθνικής οικογένειας, τα οποία, αντί να μεταναστεύσουν στην χερσόνησο της Χαλκιδικής, προτίμησαν ν’ ακολουθήσουν τους Πίερες, όταν αυτοί εκδιώχθηκαν από την αρχική κοιτίδα τους, την Πιερία του Ολύμπου, όπου ζούσαν από τα προϊστορικά χρόνια και να έλθουν να εγκατασταθούν κοντά τους, στους πρόποδες των τελευταίων, δυτικών πλαγιών του Παγγαίου όρους. Πράγματι, γνωρίζουμε από τον Πλίνιο, ότι μια κοινωνία (μια ομάδα) Βοττιαίων υπήρχε στην Πιερία Κοιλάδα, ανάμεσα στον ποταμό Στρυμόνα και στην χώρα των Ηδωνών: «Odrisarum gens fundit Hebrum, adcolentibus Cabyletis…. corpillis Bottiaeis, Edonis» (4ο βιβλίο, xviii, II) Αυτοί οι Βοττιαίοι είχαν υπό την κυριαρχία τους, κάτω από την Αμφίπολη, ένα τμήμα της ακτής, που εκτεινόταν από την Ηιόνα μέχρι την Απολλωνία. (Σημ. δική μου: Η Ηιών βρισκόταν εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η παραλία Οφρυνίου και η Απολλωνία ανατολικά από τα λουτρά των Ελευθερών). Οι Πίερες, διωγμένοι, όπως και οι Βοττιαίοι, από τις εστίες τους, προερχόμενοι από την ίδια (θρακική) φυλή και μιλώντας την ίδια γλώσσα, δεν ήταν δυνατόν να είναι εχθρικοί απέναντί τους. Η φυσική διαμόρφωση της νέας πατρίδας τους, (ενν. την Πιερία Κοιλάδα) είχε πολλές αναλογίες με την χώρα που είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν και αυτή η ομοιότητα πρέπει να συνετέλεσε αποφασιστικά, στο να τους κρατήσει σ’ αυτή τη (νέα) περιοχή. Από κοινού με τους Πίερες ίδρυσαν πολλές πόλεις, αρκετά ενδιαφέρουσες: Ανάμεσά τους, τον Φάγρη, το Πέργαμον και την Απολλωνία. Οι δύο πρώτες κατείχαν τα δύο άκρα της Πιερίας Κοιλάδας: Το Πέργαμον αντιστοιχεί στο σημερινό (ενν. στα 1874) Πράβι, (σημ. δική μου: Σήμερα είναι γενικά αποδεκτό ότι το Πέργαμον ταυτίζεται με το αρχαίο πόλισμα της Μουσθένης), ο Φάγρης στο σημερινό Ορφανό, ενώ την τρίτη, την Απολλωνία, η οποία, τα πάντα συνηγορούν στο να πιστέψουμε ότι ήταν η κύρια πόλη των Βοττιαίων αυτού του τόπου, ο Στράβων την τοποθετεί με ακρίβεια στα ανατολικά της Γαληψούς, αποικίας των Θασίων, (σημ. δική μου, η οποία βρισκόταν στο λόφο «Αρίκα» της παραλίας του Ακροποτάμου), ακριβώς στο άκρο του ακρωτηρίου που κλείνει τον Στρυμονικό κόλπο, του σημερινού (ενν. το 1874) «ακρωτηρίου Κάρκα» (;) ή ακρωτηρίου Ελευθερών. (Οι συγγραφείς αναφέρονταν στον «χάρτη της Ευρωπαϊκής Τουρκίας» του Kieper).
Η διαίρεση σε τρία ξεχωριστά φύλα, την οποία εγώ προτείνω να γίνει στους Βοττιαίους, δεν θάπρεπε, όπως πιστεύω, να προκαλέσει σε κανέναν σοβαρές αντιρρήσεις, αρκεί να σκεφθεί ή να θυμηθεί ότι ένα απολύτως ανάλογο παράδειγμα υπήρξε ανάμεσα στην μεγάλη οικογένεια των Λοκρών, οικογένεια, η οποία περιλαμβάνει, όπως ξέρουμε όλοι, τους Οπουντίους Λοκρούς, τους Επικνημιδίους Λοκρούς και τους Οζολούς ή Εσπερίους Λοκρούς, χωρίς να αναφερθούμε σ’ εκείνους της Ιταλίας, που ονομάζονταν επίσης Επιζεφύριοι Λοκροί, οι οποίοι, όλοι τους, αναφέρονταν υπό το όνομα ΛΟΚΡΟΙ. Εφόσον έχουμε την απτή απόδειξη ότι οι Βοττιαίοι της Χαλκιδικής και οι Βοττιαίοι της Ημαθίας έκοψαν νομίσματα με το κοινό (εθνικό) τους όνομα, θα μπορούσε κάποιος λογικά να δεχθεί ότι οι Βοττιαίοι της Επικτήτου Θράκης ήταν οι μόνοι που, με την θέλησή τους, απέφυγαν να κόψουν τέτοια νομίσματα; Εν πάση περιπτώσει, πρόκειται για μια απολύτως προσωπική άποψη, την οποία αφήνω στην κρίση των ειδικών και την οποία ο καθένας είναι ελεύθερος να λάβει ή να μη λάβει υπόψη του».
Αυτά τα στοιχεία για τον ιστορικό τόπο μας, γράφτηκαν από επιφανή, γάλλο νομισματολόγο, πριν από εκατόν πενήντα χρόνια και δεν είδαν ποτέ το φως της ελληνικής δημοσιότητας! Μήπως θάπρεπε, άραγε, να σκύψουμε, επιτέλους, πάνω από την τοπική ιστορία μας;