Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2023


ΠΕΤΡΟΠΗΓΗ – ΔΟΥΚΑΛΙΟΝ - ΚΑΓΙΑΜΠΟΥΝΑΡ (KAYA-BUNAR)

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

(Με την ιστορία της Πετροπηγής ασχολήθηκε ιδιαίτερα ο αγαπητός φίλος Μανώλης Κοντοστέλιος, στην διπλωματική εργασία που εκπόνησε, με τίτλο «η Εκκλησιαστική Περιφέρεια Χρυσούπολης (Νέστου) κατά τη Βυζαντινή και Οθωμανική Περίοδο και ο Ελληνισμός της». Από την εργασία αυτή προέρχεται ένα μέρος αυτής της εργασίας μου».

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Πετροπηγή, (που τα παλιότερα ονόματά της ήταν Δουκάλιον και Καγιάμπουναρ – Kaya-bunar, κατά την βυζαντινή και την οθωμανική περίοδο, αντίστοιχα), είναι δημοτική κοινότητα του Δήμου Νέστου, της περιφερειακής ενότητας Καβάλας, της περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Βρίσκεται σε υψόμετρο 66 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας και σε απόσταση 22 χιλιομέτρων ανατολικά της Καβάλας, δίπλα στην Εγνατία οδό.

Η ΠΕΤΡΟΠΗΓΗ ΚΑΙ Η ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΗΣ, ΗΔΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΩΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

Η Πετροπηγή είναι ένας τόπος, η ιστορία του οποίου χάνεται στα βάθη του χρόνου. Ένας τόπος, που κατοικείται συνέχεια, από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι σήμερα. Πολλοί λόγοι συνέτειναν σ’ αυτό, οι σπουδαιότεροι, όμως, ήταν οι εξής δύο:

Ήδη από την απώτερη αρχαιότητα, ολόκληρη η περιοχή του σημερινού Δήμου Νέστου, συμπεριλαμβανομένης και της Πετροπηγής, αποτελούσε μέρος της τεράστιας, γεωγραφικής περιοχής, που ήταν γνωστή υπό το όνομα «Θράκη» και την κατοικούσαν θρακικά φύλα.

Η οικονομία της περιοχής που μας απασχολεί και η ιστορία της συνδέονται με τα πλουσιότατα χρυσωρυχεία της, που έγιναν γνωστά, κατά την κλασική αρχαιότητα, ως χρυσωρυχεία της Σκαπτής Ύλης.

Πράγματι, η πιο σημαντική, χρυσοφόρος περιοχή, μέσα στα όρια της σημερινής, Περιφερειακής Ενότητας Καβάλας, αλλά και γενικότερα, μέσα στα όρια του αρχαίου, ελληνικού κόσμου, ήταν, αναμφισβήτητα, αυτή της Σκαπτής Ύλης. Είναι, βέβαια, γνωστό ότι η Σκαπτή Ύλη δεν ήταν ένα μεμονωμένο χρυσωρυχείο, αλλά μια μακρά σειρά μεταλλευτικών θέσεων, που η παλαιότερη παράδοση και οι παλαιότεροι ιστορικοί, όπως ο P. Perdrizet, την τοποθετούσαν στο Παγγαίο, σήμερα, όμως, η άποψη αυτή δεν γίνεται αποδεκτή, από τη συντριπτική πλειοψηφία των αρχαιολόγων και ιστορικών ερευνητών, οι οποίοι, (μεταξύ των οποίων και η πρώην Έφορος της ΙΗ’ Εφορείας προϊστορικών και κλασικών αρχαιοτήτων Καβάλας, κ. Χάιδω Κουκούλη – Χρυσανθάκη), δέχονται ότι η μεταλλευτική περιοχή της Σκαπτής Ύλης εκτεινόταν από τις χαμηλές κορυφές του Συμβόλου όρους, κοντά στο σημερινό χωριό Κοκκινόχωμα του Δήμου Παγγαίου, στα δυτικά, μέχρι τους λόφους «Μεταλλείο» των βουνών της Λεκάνης, νότια του σημερινού Μακρυχωρίου του Δήμου Νέστου, στ’ ανατολικά.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την κ. Κουκούλη, «ο Ηρόδοτος ανέφερε την Σκαπτή Ύλη, ως τμήμα της Θασιακής ηπείρου, στα 491-490 π.Χ. Εκείνη την εποχή, οι Θάσιοι ήταν αδύνατο να έχουν διεισδύσει βαθιά, στην ενδοχώρα του Παγγαίου, όπου άλλωστε δεν κατάφεραν να στεριώσουν ούτε στον 4οπ.Χ. αι. (360-356 π.Χ.)…..Σε καμιά τέλος αρχαία πηγή, εκτός από την αμφισβητούμενη διόρθωση του Hirschwalder στο χωρίο του Μαρκελλίνου, δεν σχετίζεται η Σκαπτή Ύλη με το Παγγαίο. Η μοναδική σχέση της Σκαπτής Ύλης με το Παγγαίο είναι οι μεγάλες ποσότητες χρυσού που και οι δύο περιοχές παρήγαν. Η αρχαιολογική έρευνα δεν έχει ακόμα εντοπίσει, με απόλυτη ασφάλεια, τη θέση της περίφημης Σκαπτής Ύλης. Σύμφωνα με νεώτερες, συστηματικές έρευνες, οι αναφορές του Ηρόδοτου πρέπει να συνδεθούν με την περιοχή βόρεια και ανατολικά της πόλης της Καβάλας, όπου εντοπίζεται ένας μεγάλος αριθμός εμφανίσεων χρυσοφόρου και αργυρούχου μεταλλεύματος….. Μαρτυρίες έντονης, μεταλλευτικής δραστηριότητας αποτελούν οι πολυάριθμες, υπόγειες και επιφανειακές εργασίες, οι τεράστιοι σωροί εξορυγμένου υλικού και εκκαμινεύσεων, μεταξύ των χωριών Κρηνίδες, Ζυγός- Κρυονέρι, Αμυγδαλεώνας, Παλαιά Καβάλα και Χαλκερό έως και την Πέρνη. Σε μια επιφάνεια περίπου 100 τετρ. χλμ., εντοπίζονται πάνω από 150 εμφανίσεις μεταλλεύματος, τα οποία εκμεταλλεύτηκαν κατά την αρχαιότητα, τη Ρωμαϊκή και Οθωμανική εποχή και τον 20ο αιώνα. Η εκμετάλλευση στην περιοχή αυτή κατά την αρχαιότητα ήταν προσανατολισμένη στην εξόρυξη του πλούσιου σε χρυσό και άργυρο μεταλλεύματος……»

Η Σκαπτή Ύλη έγινε ονομαστή κυρίως από τον Θουκυδίδη, τον κορυφαίο ιστορικό της αρχαιότητας, που είχε πατρογονικά κτήματα σ' αυτήν, έζησε εδώ εξόριστος, στα είκοσι τελευταία χρόνια της ζωής του κι εδώ συνέγραψε την αξεπέραστη «ιστορία του πελοποννησιακού πολέμου».

Όσον αφορά τις παραγόμενες, στα ορυχεία της Σκαπτής Ύλης, ποσότητες χρυσού, επισημαίνω τα εξής: Η «θασιακή περαία», δηλαδή οι παραθαλάσσιες κτήσεις των Θασίων, μεταξύ των ποταμών Στρυμόνα και Νέστου, απέδιδαν σ’ αυτούς ογδόντα (80) χρυσά τάλαντα τον χρόνο, (1 τάλαντο = 27 κιλά), δηλαδή πολύ περισσότερα από όλες μαζί τις πλουτοπαραγωγικές πηγές τους νησιού τους. Όταν, αργότερα, ο Φίλιππος ο Β' κατέλαβε τα μεταλλεία της περιοχής των Φιλίππων και του Παγγαίου και οργάνωσε καλύτερα τις εργασίες και τις μεθόδους εξόρυξής του, έβγαζε, μόνο από τα καινούργια κοιτάσματα, περισσότερα από 100 τάλαντα το χρόνο! Απ' αυτά λοιπόν τα μεταλλεία προήλθαν τα χρυσά νομίσματα της Αμφιπόλεως, γύρω στο 400 π.Χ., της συνομοσπονδίας των Χαλκιδέων της Χαλκιδικής, γύρω στα 392 - 358 π.Χ., των Θασίων της ενδοχώρας (ΘΑΣΙΩΝ ΗΠΕΙΡΟ), γύρω στα 361 π.Χ. και κυρίως ο μεγάλος αριθμός των χρυσών στατήρων του Φιλίππου και του γιου του, Αλεξάνδρου του Μεγάλου, με τους οποίους κατακτήθηκε όλος ο τότε γνωστός κόσμος κι έγινε ένας ενιαίος χώρος ανάπτυξης και διάδοσης του ελληνικού πολιτισμού.

Η εκμετάλλευση των μεταλλείων συνεχίσθηκε και κατά την βυζαντινή, καθώς και κατά την οθωμανική περίοδο. Γι’ αυτή την τελευταία περίοδο εκμετάλλευσης των μεταλλείων, αποδεικτικά στοιχεία αποτελούν τα κατάστιχα, τα οποία δημοσίευσε η Αιμιλία Στεφανίδου, στην εργασία της με τίτλο «η πόλη – λιμάνι της Καβάλας κατά την περίοδο της Οθωμανική περίοδος – Πολεοδομική και ιστορική διερεύνηση (1391 -1912)» και αφορούν κυρίως τα μεταλλεία της Παλαιάς Καβάλας.

Σύμφωνα, λοιπόν, με όσα ήδη εξέθεσα, η σημερινή Πετροπηγή βρισκόταν στην καρδιά της πλούσιας, μεταλλοφόρου περιοχής της Σκαπτής Ύλης και το γεγονός αυτό, κυρίως, διαμόρφωσε την μακραίωνη ιστορία της.

Ένα δεύτερο, αλλ’ εξ ίσου σημαντικό με το προηγούμενο γεγονός, που επίσης διαμόρφωσε την ιστορική πορεία του συγκεκριμένου τόπου, είναι η γειτνίασή της με μια πανάρχαια, στρατιωτική κι εμπορική οδό, που ένωνε κι εξακολουθεί να ενώνει την Ανατολή με τη Δύση, διασχίζοντας ολόκληρη την περιοχή του σημερινού Δήμου Νέστου.

Κατά την αρχαιότητα, η πανάρχαια αυτή οδός λεγόταν «κάτω οδός», (έτσι την αποκαλούσε κι ο Θουκυδίδης), ερχόταν από το Βυζάντιο της Θράκης, διέσχιζε την Ανατολική Μακεδονία και οδηγούσε στην αρχαία Θέρμη. Το σημείο, στο οποίο η οδός αυτή εισερχόταν στην Ανατολική Μακεδονία, πρέπει ν’ αναζητηθεί βόρεια του σημερινού χωριού Παράδεισος, με δεδομένο ότι η πεδιάδα του Νέστου κατακλυζόταν συνεχώς από τα ορμητικά νερά του ποταμού αυτού. Ο εντοπισμός ερειπίων ρωμαϊκής γέφυρας, βόρεια από το χωριό αυτό, μας κάνει να υποθέσουμε ότι κτίστηκε στη θέση προγενέστερης, παρά το γεγονός ότι η ύπαρξή της δεν μνημονεύεται από κανέναν συγγραφέα της αρχαιότητας.

Πάνω στο ίχνος αυτής της οδού, που στην κλασική κι ελληνιστική αρχαιότητα διερχόταν από την καρδιά της Θράκης, χαράχτηκε, από τον ρωμαίο Εγνάτιο, η περίφημη Εγνατία Οδός, η οποία διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στα ιστορικά δρώμενα της βαλκανικής χερσονήσου, μέχρι την οθωμανική κατάκτηση, οπότε, η ίδια, εν πολλοίς, οδός αποτέλεσε βασικό, στρατιωτικό, οδικό άξονα της οθωμανικής αυτοκρατορίας και συγκεκριμένα τον αριστερό (δυτικό) βραχίονά της (sol kol).

Η ιστορία της Πετροπηγής σχετίζεται με την ευρύτερη ιστορία της περιοχής, στις χρονικές περιόδους που μόλις ανέφερα. Όλες οι αναφορές για την περιοχή της, μετά την καταστροφή της σπουδαίας πόλης Τοπείρου, το 549 μ.Χ., από Σλάβους επιδρομείς, (βλ. Προκοπίου «υπέρ των Πολέμων Λόγοι»), τα ερείπια της οποίας είναι ορατά κοντά στο χωριό Παράδεισος του Δήμου Νέστου, αφορούν και την Πετροπηγή, στην οποία σώζονται ερείπια ρωμαϊκής κώμης, αλλά και κτιρίων, που ανήκουν σε οχυρό σταθμό της Εγνατίας οδού, ο οποίος, σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Βασίλη Πούλιο, βρίσκεται κτισμένος πάνω σε εννέα διαδοχικά στρώματα οχυρώσεων, ενώ έχει εντοπιστεί και νεκροταφείο, από το οποίο προέρχεται η μνημονευόμενη στο επόμενο κεφάλαιο επιγραφή ρωμαϊκών χρόνων.

Η ΣΠΟΥΔΑΙΑ, ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΕΠΙΓΡΑΦΗ, ΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΤΟΥ ΤΡΑΪΑΝΟΥ

Στην Πετροπηγή βρέθηκε και δημοσιεύτηκε μια μεγάλης σπουδαιότητας λατινική επιγραφή, που καθόριζε τα βόρεια όρια της θασιακής Περαίας, στην περιοχή του σημερινού χωριού της Πετροπηγής, κατά την ρωμαϊκή εποχή και ειδικότερα κατά τα χρόνια του αυτοκράτορα Τραϊανού. Για την επιγραφή αυτήν αντιγράφω από το έργο με τίτλο «ΤΑ ΜΕΤΑΛΛΑ ΤΗΣ ΘΑΣΙΑΚΗΣ ΠΕΡΑΙΑΣ», της σπουδαίας αρχαιολόγου, πρώην Εφόρου στην ΙΗ’ Εφορεία προϊστορικών και κλασικών αρχαιοτήτων Καβάλας, κ. Χάϊδως Κουκούλη – Χρυσανθάκη, που περιλήφθηκε στον τιμητικό τόμο «ΜΝΗΜΗ Δ’ ΛΑΖΑΡΙΔΗ – ΠΟΛΙΣ ΚΑΙ ΧΩΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΑΚΔΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗ», (σελ. 503 επόμ.):

Η επιγραφή, που βρέθηκε σπασμένη και εντοιχισμένη στον περίβολο του νεκροταφείου της Πετροπηγής, δημοσιεύτηκε στην αρχή αποσπασματικά και αργότερα συμπληρωμένη, (D. Hereward, «nscriptions from Amorgos, Hagios Eustratios and Thrace», Palaeologia, 16.2 (1968), σ. 25-28).

Μετά την αποτείχιση των θραυσμάτων της επιγραφής και την συγκόλλησή τους στο Μουσείο Καβάλας, δόθηκε η δυνατότητα να διαβαστούν οι τελευταίοι στίχοι της επιγραφ,ς που ήταν αδύνατο να διαβάσει, στα εντοιχισμένα θραύσματα, η D. Hereward:

Imp(eratore). Caesare/

Nerva. Trajano/

A[u]g(usto). Germanico./

4 [I]III. Articuleio. Pae/ to. Co(n)s(uli).ex. auctoiY tate. Imp(eratoris). Caesaris./

Nervae Trajani. Aug(usti)/

8 Germanici. Fines./

inter. Thracas. et. Tha/ sios. Terminus. secur^/

[d]us. infra. v[i]cum. Rha 12 deloninijm [ ]

Στη χρονολόγηση της επιγραφής στα 101 μ.Χ., που έδωσε η D. Hereward, με βάση το όνομα του υπάτου Articuleius Paetus, δεν προσθέτει τίποτε η νέα ανάγνωση της επιγραφής. Οι προσθήκες βρίσκονται στον στίχο 6, όπου προστίθεται το Imp(eratoris) πριν από το Caesaris και προπαντός στους τελευταίους στίχους 11 και 12, όπου μετά το infra, στο οποίο σταματούσε η ανάγνωση της D. Hereward, προστίθεται το vicum Rha/deloninum. Προφανώς πρόκειται για το όνομα της κώμης, κάτω από την οποία είχε στηθεί, ως terminus secundus, η ενεπίγραφη, οριοθετική στήλη, μετά την οριοθέτηση που έκανε στην περιοχή ο Τραϊανός.

Το τοπωνυμικό Rhadeloninum εντάσσεται στη σειρά των θρακικών τοπωνυμικών, των οποίων η κατάληξη είναι συχνά anus, enus, inus. Το τοπωνυμικό Rhadelonini εμφανίζεται για πρώτη φορά στην περιοχή κι έρχεται να προστεθεί στη γνωστή σειρά θρακικών εθνικών – τοπωνυμικών, που είναι γνωστά από την περιοχή της χώρας της ρωμαϊκής αποικίας Φιλίππων.

Η επιγραφή ήταν εντοιχισμένη στην είσοδο του περιβόλου του νεκροταφείου της Πετροπηγής, αλλά, κατά ζωντανή μαρτυρία, βρέθηκε ακέραιη έξω από την βόρεια πλευρά του περιβόλου του νεκροταφείου, στην άροση. Στη θέση αυτή υπάρχουν ερείπια σπιτιών του παλιού χωριού «Καγιά Μπουνάρ», όπου θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί και ως οικοδομικό υλικό, αλλά, οπωσδήποτε, δεν πρέπει να είχε μεταφερθεί από μακριά, γιατί στην βραχώδη περιοχή του παλιού χωριού δεν δικαιολογείται η μεταφορά λίθων από μακριά, για να χρησιμοποιηθούν ως οικοδομικό υλικό.

Επειδή, λοιπόν, η οριοθετική επιγραφή δεν πρέπει να έχει βρεθεί μακριά από την αρχική της θέση, θα πρέπει ν’ αναζητήσουμε την θρακική αυτή κώμη των Rhadeloninum (Ραδελονινών;) σε μικρή απόσταση ψηλότερα από τη θέση όπου βρέθηκε η επιγραφή. Μια τέτοια θέση, που προσφέρεται για θέση οικισμού, είναι η κορυφή του λόφου «Καγιά Μπουνάρ», όπου βρισκόταν και το παλιό χωριό της Πετροπηγής, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. (Ερείπια του παλιού χωριού των χρόνων της Τουρκοκρατίας σώζονται, στους λόφους βόρεια και βορειοανατολικά του σημερινού νεκροταφείου της Πετροπηγής. Το χωριό ήταν ακμάζουσα, ελληνική κοινότητα, στα χρόνια της Ύστερης Τουρκοκρατίας. Η κεντρική εκκλησία του σημερινού χωριού (Άγιος Γεώργιος) χρονολογείται στα 1874 και πιθανότατα σχετίζεται με τη μετατόπιση του χωριού νοτιότερα, στην πεδιάδα).

Δυστυχώς, η μεταγενέστερη κατοίκηση του λόφου, οι καλλιέργειες και η πυκνή, σε μερικό σημεία, βλάστηση δεν δίδουν και μεγάλα περιθώρια, για περισυλλογή από το λόφο επιφανειακής κεραμεικής, που θα μπορούσε να βεβαιώσει τις αρχαιότερες φάσεις του οικισμού της Τουρκοκρατίας. Σε επιφανειακή, ωστόσο, έρευνα του λόφου, συγκεντρώθηκαν ορισμένα δείγματα αρχαίας κεραμεικής, που βεβαιώνουν την κατοίκηση του λόφου στην ρωμαϊκή εποχή, με ενδείξεις όμως και προγενέστερης κατοίκησης.

Η θρακική κώμη των Rhadeloninum θα μπορούσε να τοποθετηθεί σ’ αυτόν, τον προσφερόμενο για οικισμό, οχυρό λόφο. Αν όχι, τότε, με βάση πάντα το infra της επιγραφής, θα πρέπει ν’ αναζητήσουμε την κώμη αυτή στην κορυφή του ορεινού συγκροτήματος, που υψώνεται στα βόρεια της Πετροπηγής, η δυσπρόσιτη, ωστόσο, κορυφή του οποίου δεν προσφέρεται για κατοίκηση. Στα νοτιοδυτικά του λόφου «Καγιά Μπουνάρ», σε κορυφή χαμηλότερου λόφου, εντοπίστηκαν επίσης ίχνη περιβόλου, άγνωστης εποχής. Ελάχιστα τμήματα από το τείχος αυτού του περιβόλου σώζονται σήμερα, κυρίως στην ανατολική πλευρά του λόφου. Ο περίβολος ήταν κτισμένος με μεγάλους, ακατέργαστους, τοπικούς λίθους, χωρίς χρήση συνδετικού κονιάματος. Στο εσωτερικό του περιβόλου δεν σώζεται κανένα ίχνος κτίσματος. Ο απογυμνωμένος βράχος εμφανίζει φανερά δείγματα μεταλλοφορίας και ενδείξεις εξορυκτικών εργασιών, άγνωστης εποχής. Σύμφωνα με πληροφορίες των κατοίκων της Πετροπηγή,ς ο περίβολος καταστράφηκε πρόσφατα, από τους κατοίκους της περιοχής, που μετέφεραν και πουλούσαν τους λίθους του περιβόλου στο εργοτάξιο κατασκευής της γέφυρας του Νέστου. Αν, κατά την πιθανότερη άποψη, η κώμη Rhadeloninum τοποθετηθεί στο ύψωμα «Καγιά Μπουνάρ», το βάθος της θασιακής «χώρας», στην περιοχή αυτή της Θράκης, εμφανίζεται πολύ μικρό στη ρωμαϊκή εποχή, με δεδομένη την άποψη ότι ο terminus secundus, που αντιπροσωπεύει η επιγραφή, ορίζει το βόρειο όριο της θασιακής επικράτειας.

Η οριοθέτηση όμως του Τραϊανού δεν είναι βέβαιο ότι καλύπτει τα όρια της θασιακής περαίας, την εποχή της ακμής του θασιακού, αποικιακού κράτους. Η Θάσος έχανε και επανακτούσε την περαία της, στις διάφορες περιόδους της ιστορίας της, σε έκταση που δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε. Στην ρωμαϊκή, οπωσδήποτε, εποχή, είχε επανακτήσει ένα τμήμα της περαίας, όπως προκύπτει από τις γνωστές επιγραφές του senates consultum του Σύλα, την επιστολή του ανθύπατου Μακεδονίας Gn. Cornelius Dolabella (80-78 π.Χ.) ή την επιστολή του προκουράτορα της Θράκης στην εποχή του Βεσπασιανού, L. Vinuleius Pataecius.

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ, «ΔΟΥΚΑΛΙΟΝ»

Το όνομα Δουκάλιο, το οποίο έφερε παλιότερα ο οικισμός της Πετροπηγής, σύμφωνα με διάφορους μελετητές προέρχεται από την λέξη Δούκας, πλην όμως, δεν υπάρχει κάποια γραπτή μαρτυρία, ότι το χωριό ήταν έδρα Δούκα, κατά την Βυζαντινή περίοδο ή κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Εν πάση περιπτώσει, όμως, η θέση του χωριού, πάνω στο λόφο, ήταν ιδιαίτερης, στρατηγικής σημασίας, καθώς ήλεγχε την πεδιάδα του Νέστου, σε μεγάλη έκταση, αλλά και την σπουδαιότατη οδό, που προανέφερα ότι ένωνε, ανά τους αιώνες, την Δύση με την Ανατολή και η οποία διερχόταν νότια του χωριού. Η αρχαιολόγος X. Κουκούλη - Χρυσανθάκη θεωρεί ότι, ακριβώς επειδή η Εγνατία Οδός διερχόταν νοτίως του Δουκαλίου, για το λόγο αυτό υπήρχε και το στρατιωτικό φυλάκιο – σταθμός, για τους οδοιπόρους, στο οποίο αναφέρθηκα πιο μπροστά, [σχ. και Αρχαιολογι­κό Δελτίο 33 (1978)].

Το όνομα Δουκάλιο αποτελούσε το επίσημο όνομα της κοινότητας Πετροπηγής μέχρι το 1961, όπως μας πληροφορεί το σχετικό βιβλίο της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. Για το ίδιο θέμα κάνει λόγο και το βιβλίο του Τούρκου ερευνητή Sefer Guvenc, με τίτλο «KUZEY YUNANISTAN YER ADLARI ATLASI», σ. 30, στο οποίο το χωριό Πετροπηγή αναφέρεται και ως Δουκάλιο, πέρα από την τουρκική ονομασία του. Αυτή την άποψη περί Δουκαλίου εξέφρασε και ο καθ. Απ. Γλαβήνας, σε δημοσίευσή του στην επιστημονική, περιοδική επιθεώρηση «Περί Θράκης» 2 (Ξάνθη 2002) 72-73, με τίτλο «τρία έγγραφα από τη Νομική Συναγωγή του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δοσιθέου για την εκκλησιαστική ιστορία της Ξάνθης κατά τον 17ο αιώνα».

ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ

Στις 1η έως και 4η από τις φωτογραφίες βλέπετε την πηγή μέσα στο βράχο, (σε περιόδους ξηρασίας και μη, αντίστοιχα), που ύδρευε αρχικά την αρχαία, θρακική κώμη, μετά τον ρωμαϊκό οικισμό, από τον οποίο προήλθε η λατινική επιγραφή που παρέθεσα και, τέλος, τον ελληνικό οικισμό της οθωμανικής περιόδου, ο οποίος χτίστηκε πάνω στα ερείπια των προηγούμενων, (Kaya-bunar ήταν το «επίσημο» όνομα του ελληνικού χωριού «Δουκάλιον», κατά την οθωμανική περίοδο, όπου kaya σημαίνει βράχος, στην τουρκική γλώσσα). Τέλος, το τουρκικό αυτό όνομα του ελληνικού οικισμού της οθωμανικής περιόδου «μεταφράστηκε» αργότερα, από το ελληνικό κράτος, σε Πετροπηγή.

Στις 5η και 6η από τις φωτογραφίες, βλέπετε ένα μικρό γεφύρι του Kayna-bunar (Δουκαλίου) της οθωμανικής περιόδου.

Στις 7η, 8η και 9η από τις φωτογραφίες, βλέπετε τον κεντρικό δρόμο του ελληνικού χωριού της οθωμανικής περιόδου, κατασκευασμένο, ολοφάνερα, πάνω στα ίχνη αρχαιότερου δρόμου.

Στις φωτογραφίες 10η έως και 13η, ερείπια του ελληνικού χωριού «Δουκάλιον» - «kaya-bunar», της οθωμανικής περιόδου.

Στις φωτογραφίες 14η και 15η, βλέπετε την λατινική επιγραφή, με το όνομα της ρωμαϊκής κώμης, που βρισκόταν στην θέση του ελληνικού χωριού της οθωμανικής περιόδου, ενώ στην 16η τον τρόπο, με τον οποίο ήταν εντοιχισμένη αυτή η επιγραφή, στον τοίχο του σύγχρονου νεκροταφείου της Πετροπηγής.

Στο βάθος, δεξιά, στην 17η φωτογραφία, βλέπετε τα κυπαρίσσια του νεκροταφείου της Πετροπηγής, όπου βρέθηκε η λατινική επιγραφή, σπασμένη και εντοιχισμένη σε δύο διαφορετικά σημεία.




















Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2023


ΤΡΕΙΣ ΑΓΝΩΣΤΕΣ, ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΨΗΦΙΔΕΣ ΤΗΣ ΠΛΟΥΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ
Ο αείμνηστος αρχαιολόγος, Δημήτριος Λαζαρίδης, που διετέλεσε Έφορος αρχαιοτήτων Καβάλας, δημοσίευσε, στο Bulletin de correspondance hellénique, (τόμος 85, 1961. Σελ. 426-434) και σε γαλλική γλώσσα, ένα σπουδαίο κείμενο, με τίτλο «ΤΡΙΑ ΝΕΑ ΠΩΛΗΤΗΡΙΑ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΦΙΠΟΛΗ».
Η σπουδαιότητα της δημοσίευσης αυτής έγκειται στο γεγονός ότι τα τρία αυτά συμβόλαια περιγράφουν συμβάσεις πώλησης ακινήτων, που μας επιτρέπουν να ρίξουμε μια εκπληκτική ματιά στο αστικό δίκαιο της σπουδαίας, Αθηναϊκής αποικίας, της Αμφίπολης, η οποία άκμασε στις δυτικές παρυφές του Παγγαίου όρους, αλλά και στην πληθυσμιακή σύνθεση και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των κατοίκων της, κατά τους χρόνους της ακμής της, περί τα τέλη της κλασικής εποχής.
Ως νομικός, ενθουσιάστηκα με τις συμβάσεις αυτές και την πλήρη περιγραφή του περιεχομένου τους, ενώ ως Παγγαιορείτης, αισθάνθηκα ιδιαίτερα περήφανος, για το ότι η γη του τόπου μου παρέδωσε στον Ελληνισμό νέες αποδείξεις του γεγονότος ότι τα πάντα, στην σπουδαία αυτή πολιτεία - Δίκαιο, θεσμοί, ονόματα κατοίκων, λατρείες θεοτήτων – μαρτυρούν τους άρρηκτους δεσμούς της με όλο τον υπόλοιπο Ελληνισμό.
Αυτοί ήταν οι λόγοι που τις μετέφρασα, από την γαλλική στην ελληνική γλώσσα, για να τις καταστήσω προσιτές σε όλους τους Έλληνες.
Στις φωτογραφίες, βλέπετε τις μαρμάρινες πλάκες, πάνω στις οποίες γράφτηκαν οι τρεις συμβάσεις.
ΘΟΔΩΡΟΣ Δ. ΛΥΜΠΕΡΑΚΗΣ

ΤΡΙΑ ΝΕΑ ΠΩΛΗΤΗΡΙΑ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΦΙΠΟΛΗ
Τα τρία συμβόλαια πώλησης ακινήτων, που δημοσιεύουμε εδώ, βρέθηκαν είτε στην Αμφίπολη, είτε στα περίχωρά της, αλλά προέρχονται, και στη μια και στην άλλη περίπτωση, από την αρχαία πόλη. Φυλάσσονται στο Μουσείο της Καβάλας.
ΠΡΩΤΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ
Χονδρόκοκκη, μαρμάρινη στήλη, σπασμένη στη μέση, σε δύο κομμάτια, που συνδέονται. Επάνω αριστερά, ένα σπάσιμο εξαφάνισε τα αρχικά γράμματα των πρώτων έξι γραμμών (σειρών). Οι κοντές πλευρές είναι αδρά δουλεμένες και έχουν άνιση επιφάνεια. Η πίσω πλευρά είναι εντελώς τραχιά. Διαστάσεις: Ύψος 0,42 μ., μήκος 1,22 μ., πάχος 0,075. Ύψος των γραμμάτων, από 0,008 μ. έως 0,02 μ.. Τα γράμματα στις τελευταίες τέσσερις γραμμές είναι πολύ μεγαλύτερα από τα άλλα. Απόσταση γραμμών: Από 0,006 μ. έως 0,010 μ..
Αυτό το μάρμαρο βρέθηκε στις 3 Μαΐου 1954, κατά την ανασκαφή ενός αρχαίου τάφου, που είχε ανοιχτεί στο προαύλιο του σχολείου της κοινότητας Νέων Κερδυλλίων, σε μια απόσταση λίγων μέτρων βόρεια του τάφου αυτού, κοντά στα θεμέλια μιας μέτριας, οικοδομικής κατασκευής (1). Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η περιοχή αυτή των σημερινών, νέων Κερδυλλίων, δυτικά του Στρυμόνα, βρισκόταν, κατά την αρχαιότητα, στην επικράτεια της Αμφίπολης. Το κείμενο λέει:
[Έπ]ί έπισστάτου
[Κα]λλίπου ΄επρία[το]
[Τί]μων παρ' Έξη[κέ]-
[σ]το τον άγρόν το
5 'Απολλωνίο και
[τ]όν πιθώνα δραχ-
μών πεντάκις χι-
λίων ' δίδωσι δε Τί-
μων Απολλωνίωι
10 λύσασθαι όταν β-
ούληται του ίσου.
Μάρτυρες Λέων,
Τιμωνίδης, Σώ-
στρατος, Αίσ-
15 χύλος.
Η γραφή είναι επιμελημένη ΄ τα λάθη ή η αμέλεια των χαρακτικών που μπορούν να σημειωθούν είναι σπάνια ΄ στην 3η σειρά, το Ρ αρχικά χαράχθηκε ως Ε και μετά διορθώθηκε. Στην 13η σειρά, έχει χαραχθεί το Μ σαν διπλό Λ, χωρίς σύνδεση μεταξύ των δύο ενδιάμεσων γραμμών. Στην ίδια σειρά, το Ω της λέξης «ΤΙΜΩΝΙΔΗΣ» είχε αρχικά σκαλιστεί ως Ο και αποκαταστάθηκε στη συνέχεια. Με μία σχεδόν εξαίρεση, (σειρές 10-11), ο κανόνας της συλλαβικής διακοπής τηρείται.
Η κατανόηση του κειμένου δεν παρουσιάζει δυσκολία ΄ Πρόκειται για μια σύμβαση πώλησης αγρού και αποθήκης πίθων (πιθαριών). Τα στοιχεία της πράξης μας επιτρέπουν να τη συσχετίσουμε με δύο άλλα συμβόλαια της Αμφίπολης, που μας είναι ήδη γνωστά (2). Όμως, παρατηρεί κανείς (τις εξής) διαφορές: Διαφοροποιήσεις στη σειρά των διαφόρων τμημάτων (μερών της πράξης) και πάνω απ' όλα εμφάνιση, μέσα στο υπό κρίση έγγραφο, μιας νέας, σημαντικής ρήτρας, που δείχνει ότι τα πωλούμενα ακίνητα είναι υποθηκευμένα.
Το κείμενο μπορεί να αναλυθεί (χωριστεί) ως εξής (3): Ημερομηνία, αντικείμενο της πώλησης, ρήτρα άρσης της υποθήκης, απαρίθμηση των μαρτύρων. Δεν υπάρχει ούτε επίκληση, ούτε αναφορά κάποιου ιερέα, ούτε εγγυητών, ούτε ο συνηθισμένος ορισμός της τοποθεσίας (θέσης) των ακινήτων, με τον ορισμό των γειτόνων ή με οποιαδήποτε άλλη πληροφορία.
Στην αρχή της επιγραφής συναντάμε την αναφορά του επιστάτου, γεγονός το οποίο μας παρέχει τη μόνη, χρονολογική ένδειξη. Το πρόσωπο (του επιστάτου) μας είναι άγνωστο ΄ και δυστυχώς, τα πρώτα γράμματα του ονόματός του έχουν εξαφανιστεί, (διότι βρίσκονταν) στο κενό που υπάρχει στην αρχή της 3ης γραμμής. Θα συναντήσουμε κάποιες δυσκολίες στην κάλυψη του κενού: Κατά την γνώμη μου, λείπουν δύο γράμματα, όπως και στην αρχή των γραμμών 2ης και 3ης. Η πιο πιθανή αποκατάσταση φαίνεται να είναι [Κα]λλίπου (4), με μόνο ένα πι, όπως φαίνεται.
Γραμμές 3-5. Τα ονόματα Τίμων, Έξήκεστος και 'Απολλώνιος είναι γνωστά (5). Η πώληση των ακινήτων στον Τίμωνα δεν γίνεται από τον ιδιοκτήτη τους, τον Απολλώνιο, αλλά από κάποιον τρίτο, τον Εξήκεστο. Το δικαίωμα του Εξηκέστου μπορεί να εξηγηθεί μόνο εάν ο αγρός και η αποθήκη των πίθων ήταν δεσμευμένα,(5) σαν εγγύηση κάποιας οφειλής, που δεν είχε ακόμη τακτοποιηθεί (6). — Η λέξη πιθεών ή πιθών είναι γνωστή από συμβάσεις πώλησης στην Όλυνθο, την Τήνο και τη Ρήνεια (7).
Γραμμές 6-8. Το τίμημα των πέντε χιλιάδων δραχμών, για την πώληση του αγρού και της αποθήκης των πίθων. είναι υψηλό, αν το συγκρίνουμε με τα ποσά που αναγράφονται σε άλλα συμβόλαια πώλησης ακινήτων 8.
Γραμμές 8-11. Δίδωσι δε Τίμων 'Απολλωνίωι λύσασθαι όταν βούληται του ίσου. Αυτή η ρήτρα, που είναι το πιο σημαντικό σημείο της σύμβασης και αντίστοιχη προς την οποία δεν έχω βρει, σε άλλα έγγραφα αυτού του τύπου, δείχνει ότι τα ακίνητα, που αποτελούν αντικείμενο της συναλλαγής, είναι περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται (κρατούνται) ως εγγύηση. Η έννοια της (ρήτρας) είναι η εξής: Ο Τίμων, ο αγοραστής, γενόμενος κάτοχος του υποθηκευμένου αντικειμένου της σύμβασης, βάσει του δικαιώματος, που του παρέχει ο Έξήκεστος, ο πρώτος πιστωτής, παρέχει στον Απολλώνιο, τον οφειλέτη, τη δυνατότητα ν’ απαλλαγεί από την υποθήκη — ή να εξαγοράσει την αλλοτριωθείσα περιουσία του — όταν το θελήσει, καταβάλλοντας ποσό ίσο με πέντε χιλιάδες δραχμές. Αυτή η πώληση ανήκει έτσι — σε δεύτερο βαθμό, κατά κάποιον τρόπο — στην κατηγορία: πράσις επί λύσει (9), πώληση «με δυνατότητα επαναγοράς» ή με συμφωνία επαναγοράς (ο τεχνικός όρος λύσασθαι παρεμβαίνει και εδώ στην γραμμή 10). Παραδείγματα πράσεων επί λύσει μας είναι γνωστά, από την επιγραφική τεκμηρίωση (10).
Στις γραμμές 12-15 είναι γραμμένα τα ονόματα των τεσσάρων μαρτύρων της πώλησης (11). Τα ονόματα αυτά είναι γνωστά στη Μακεδονία (12).
Η γραφή είναι επιμελημένη ΄ οι ακραίες γραμμές (τα ακραία στελέχη) των Σ και Μ έχουν μια κατανοητή λοξότητα ΄ Το δεξί στέλεχος του Π είναι πιο κοντό. Το Ο έχει σχεδόν το ίδιο ύψος με τα άλλα γράμματα ΄ η μεσαία, οριζόντια γραμμή του Ε είναι ίση σε μήκος με τις άλλες δύο ΄ κανένα από τα γράμματα δεν έχει ακίδες. Κατά τη γνώμη μου, αυτό το συμβόλαιο είναι το παλαιότερο της σειράς και θα μπορούσε να χρονολογηθεί στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ.
ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ
Τεμάχιο παραλληλεπιπέδου μαρμάρου, του οποίου η μπροστινή όψη είναι γραμμένη και οι πλευρικές όψεις είναι σχεδιασμένες προσεκτικά. Διαστάσεις: Ύψος 0.16 μ. ΄ - μήκος 1,32 μ. ΄ - πάχος: 0,55 μ. Ύψος γραμμάτων: 0,006 έως 0,013 μ.. Απόσταση γραμμών: 0,006 μ.
Η επιγραφή αυτή παραλήφθηκε, στις 2 Οκτωβρίου 1959, από το σπίτι του Ιωάννη Παπαδόπουλου, κατοίκου Αμφίπολης, ο οποίος μου είπε ότι την βρήκε στον αγρό του, στον αρχαιολ. χώρο της Αμφίπολης.
'Αγαθή ι Τύ[χηι]. Έφ' ιερέως Αισχύλου, έπισ-
τάτου δε Κλεάνδρου, μηνός Δίου. Κισσό-
ς Εκαταίου έπρίατο παρά Σωσικράτους του Ά-
νδρονίκου την οίκίαν και το οικόπεδον το
προσόν, ή γείτονες 'Αντίγονος Μαχάτα,
Νίκανδρος Λεωνίδου, χρυσών έβδομήκ-
οντα τριών . Βεβαιωταί Μαχάτας Άνδρονί-
[κ]ου, Καλλίστρατος Δάδου, Νύμφων Ξεν-
οφώντος και αύτός Σωσικράτης. Μάρτυρ-
ες Νέων Ίχναίου, 'Αστιδίης 'Αντιδότου.
Το κείμενο της σύμβασης είναι αρκετά λεπτομερές και χωρίζεται ως εξής: Επίκληση (της «αγαθής τύχης»), χρονολόγηση, καθορισμός του αντικειμένου της πώλησης, μνεία των εγγυητών και των μαρτύρων.
Γραμμές 1-2. Ο τύπος της χρονολόγησης είναι ο πιο εξελιγμένος, μεταξύ των τύπων που συναντούμε, στα γνωστά μέχρι σήμερα συμβόλαια της Αμφίπολης: Περιλαμβάνει όχι μόνο τα ονόματα του ιερέα και του επιστάτου, αλλά επίσης την ένδειξη του μήνα Δίου, που είναι ο πρώτος στο μακεδονικό ημερολόγιο (13). Το όνομα του ιερέα, Αισχύλος, βρίσκεται στο πρώτο συμβόλαιο που μας είναι γνωστό από την Αμφίπολη, όπου αυτό είναι το όνομα του επιστάτη (14). Το ότι ο ιερέας είναι αυτός του Ασκληπιού είναι αναμφισβήτητο, μετά την ανακάλυψη του συμβολαίου που δημοσιεύεται παρακάτω, με αριθμό 3, και στο οποίο μπορούμε να διαβάσουμε την φόρμουλα «επί ιερέως του 'Ασκληπιού» (15). Ο επιστάτης Κλέανδρος εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αμφίπολη, αλλά το όνομα είναι κοινό στη Μακεδονία (16). Το όνομα του αγοραστή, «Κισσός» καθώς και το επώνυμό του, «Εκαταίος» είναι (επίσης) κοινά (17).
Το όνομα του πωλητή, «Σωσικράτης» είναι πιο σπάνιο, αλλά γνωστό, ενώ το πατρωνυμικό «'Ανδρόνικος» είναι κοινό στη Μακεδονία (18).
Γραμμές 4-6. Την οικίαν και το οικόπεδον το προσόν, ή γείτονες 'Αντίγονος Μαχάτα και Νίκανδρος Λεωνίδου. Η γη που περιγράφεται ως προσόν εφάπτεται στο σπίτι ή βρίσκεται κοντά σ’ αυτό (19). Η τοποθεσία του σπιτιού ορίζεται με την αναφορά των γειτόνων. Αυτοί έχουν ονόματα είτε ολότελα μακεδονικά, είτε κοινά (γνωστά) στη Μακεδονία (20.
Γραμμές 6-7. Το τίμημα των εβδομήντα τριών χρυσών στατήρων, για την αγορά του σπιτιού και της γης, είναι σχετικά χαμηλό. Ωστόσο, βρίσκουμε ένα παράδειγμα παρόμοιας πώλησης, πάλι στην Αμφίπολη, έναντι ενός πολύ μικρότερου ποσού (21).
Γραμμές 7-9. Παρατίθενται τα ονόματα τεσσάρων εγγυητών, η παρουσία των οποίων είναι συνήθης και ουσιαστική στα συμβόλαια πώλησης και οι οποίοι επιλέγονται συνήθως μεταξύ των στενών συγγενών του πωλητή (22). Ο πρώτος, ο Μαχάτας 'Ανδρόνικου, είναι μάλλον ο αδερφός του πωλητή Σωσικράτη, ο οποίος είναι και ο ίδιος γραμμένος στο τέλος της λίστας («αυτός Σωσικράτης»). Το όνομα Καλλίστρατος είναι κοινό ΄ πιο σπάνια συναντάμε το μακεδονικό όνομα «Δάδος» (23). Το Νύμφων είναι πολύ κοινό στη Θάσο (24).
Στο τέλος του κειμένου αναφέρονται τα ονόματα δύο μαρτύρων, με τα πατρωνυμικά τους. Τα ονόματα «Νέων» και « Ίχναίος» — αυτό το τελευταίο προέρχεται από το εθνικό όνομα της πόλης «Ίχναι» (25) — είναι γνωστά στη Μακεδονία (26). Η ανάγνωση του ονόματος του δεύτερου μάρτυρα, «Άστιδίης», είναι βέβαιη. Δεν μπόρεσα να βρω άλλο παράδειγμα αλλού, αν και γνωρίζουμε «τα ονόματα) «΄Αστις», «΄Αστης» και «΄Αστος» (27). Το όνομα του πατέρα αυτού του ατόμου, «Άντίδοτος», είναι γνωστό (28).
Η χάραξη της επιγραφής είναι πολύ επιμελημένη, χωρίς αβλεψίες και χωρίς λάθη. Τα άκρα των γραμμάτων σημειώνονται με μικρές ακίδες (κορυφές). Στο τέλος της γραμμής δεν τηρείται η συλλαβική τομή. Οι ακραίες γραμμές των Σ είναι ελαφρώς λοξές, όπως και του M, στην πραγματικότητα σχεδόν κατακόρυφες. Στο γράμμα Ε, η μεσαία, οριζόντια μπάρα είναι πολύ μικρότερη από εκείνες των δύο άκρων. Το O είναι πάντοτε πολύ μικρότερο από τα άλλα γράμματα. Αυτά τα χαρακτηριστικά δείχνουν ότι το κείμενο, παρά τη φροντίδα της χάραξης, πρέπει να τοποθετηθεί χρονολογικά αργότερα από την προηγούμενη και πρέπει να χρονολογηθεί στον 3ο αιώνα, πιθανότατα μετά το 250.
ΤΡΙΤΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ
Ενεπίγραφο τεμάχιο ασβεστολίθου, ακανόνιστου σχήματος, ακρωτηριασμένο στα δεξιά, λόγω της αφαίρεσης ενός τμήματος. Η γραμμένη πλευρά διαμορφώθηκε με κανονικό τρόπο, σε ύψος 0,28 μ. περίπου, ενώ το κάτω μέρος παρέμεινε τραχύ και ακατέργαστο, αναμφίβολα γιατί αυτό βρισκόταν μέσα στη γη, έχοντας τοποθετηθεί σαν ορόσημο. Διαστάσεις: Ύψος 0,57 μ ΄ - μήκος μέγιστο 0,325 μ. ΄ - βάθος (πάχος): 0,009 μ. - ύψος γραμμάτων: από 0,010 μ. έως 0,018 μ ΄ - διάστιχο (απόσταση ανάμεσα στις σειρές): 0,008 μ..
Η επιγραφή αυτή βρέθηκε το 1960, στο σπίτι ενός χωρικού, στο χωριό Μεσολακκιά, πολύ κοντά στην Αμφίπολη. Δεν αποκλείεται να μεταφέρθηκε εκεί από την αρχαία πόλη (Αμφίπολη), αλλά μπορεί επίσης κάποιος να σκεφτεί ότι αυτή βρέθηκε στη θέση όπου βρισκόταν, στην αρχαιότητα, ο αμπελώνας που αναφέρεται στο κείμενο.
'Αγαθήι Τύχηι. Έπριάτο Ν[ικό;]-
λαος Μελαντάδου παρ' 'Α-
σάνδρου αμπέλων πέλεθ[ρ]-
α εξ δραχμών τριακοσίων κα[ί]
5 είκοσι ών γείτων εστίν Κλεό[δ]-
ημος, Νικαίος, Μενέλαος.
Έπί ιερέως του 'Ασκληπιού
Εύαινέτου, έπί Σπάργεος έ-
πισστάτου. Μάρτυρες Διο-
10 νύσιος, Έπιχάρης, Άπελλ-
άς.
Ατημέλητη (πρόχειρη) γραφή. Στην 1η γραμμή, (οι λέξεις) Ν[ικο] ή Ν[εο] είναι λίγο μεγάλες, αλλά αυτό δεν είναι ασυνήθιστο ΄ δεν βλέπω κανένα πιο σύντομο όνομα και δεν έχουμε δικαίωμα να φανταστούμε ότι υπήρξε κάποιο σφάλμα, κατά την χάραξη και να γράψουμε έπρίατο <Ν> Λάος. Στη 2η γραμμή, στο όνομα Μελαντάδης, αρχικά είχε χαραχθεί, αντί για Λ, ένα Ν, το οποίο διορθώθηκε. Στην 5η γραμμή, το ουσιαστικό γείτων και το ρήμα έστιν τέθηκαν στον ενικό (αριθμό), ενώ σχετίζονται με τρία ονόματα. Στην 6η γραμμή, στη θέση του Σ, στο όνομα Μενέλαος, είχε αρχικά χαραχθεί ένα Υ.
Στη σύμβαση αυτή αναγνωρίζουμε τα ακόλουθα τμήματα: επίκληση, αντικείμενο πώλησης, χρονολόγηση, κατάλογο των μαρτύρων. Κι εδώ, όπως και στο 1ο έγγραφο, λείπουν οι εγγυητές.
Γραμμές 2-3. Η αποκατάσταση Ν[ικό]λαος παραμένει αμφίβολη. Το επώνυμο Μελαντάδης, κι αν είναι σπάνιο, είναι, ωστόσο, γνωστό (29). Το όνομα του πωλητή, Άσανδρος, είναι κοινό στην Μακεδονία και συναντιέται ιδίως στην Αμφίπολη (30).
Γραμμές 3-6. Το πωλούμενο ακίνητο είναι ένας αμπελώνας, έκτασης έξι πλέθρων. Αυτή είναι η πρώτη φορά, που εμφανίζεται μια επιγραφική μαρτυρία, που αναφέρεται στην καλλιέργεια αμπέλου στην περιοχή της Αμφίπολης (31). Δεν μπορούμε να ξέρουμε ποιες καλλιέργειες λάμβαναν χώρα στους αγρούς των γειτόνων, οι οποίοι αναφέρονται παρακάτω στο κείμενο, για να προσδιορίσουμε την θέση του, αλλά είναι πιθανό αυτό το αμπέλι να μην ήταν μεμονωμένο. Το πλέθρο, ως μονάδα επιφάνειας, βρίσκεται και σε άλλες επιγραφές (32). Εδώ, αντί για τη μορφή πλέθρα, χρησιμοποιείται η διευρυμένη μορφή πέλεθρα, που είναι φιλολογικά τεκμηριωμένη (33).
Τα ονόματα τριών γειτονικών ιδιοκτητών δεν χρειάζονται κάποιον ιδιαίτερο σχολιασμό.
Γραμμές 7-9. Η ημερομηνία προσδιορίζεται με βάση το όνομα του ιερέα του Ασκληπιού, (με τον ίδιο τρόπο, όπως και στο πρώτο, γνωστό συμβόλαιο της Αμφίπολης) (34) και από το όνομα του επιστάτου. Το όνομα του ιερέα, Ευαίνετος, είχε ένας πολίτης της Αμφίπολης, που είχε λάβει το αξίωμα της προξενείας, καθώς και τις αντίστοιχες τιμές, στους Δελφούς (ευεργεσία, προμαντική κ.λπ.) (35) Η υπόθεση που θα ταύτιζε αυτή την τελευταία προσωπικότητα με τον ιερέα του συμβολαίου μας είναι ελκυστική, αλλά πρέπει ν’ αποκλειστεί: Πιστεύω, πράγματι, ότι η (υπό κρίση) σύμβαση δεν μπορεί να είναι το ίδιο παλιά με την δελφική πράξη, η οποία χρονολογείται στον 4ο αιώνα (36).
Ο επιστάτης, που εμφανίζεται στην επιγραφή αυτή, ο «Σπάργης», κατονομάζεται και σ’ ένα άλλο συμβόλαιο της Αμφίπολης (37): Είναι, έτσι, βέβαιο ότι τα δύο έγγραφα απέχουν χρονολογικά πολύ λίγο, μεταξύ τους. Αλλά, αν και ο επιστάτης είναι ο ίδιος, το όνομα του ιερέα αλλάζει, από το ένα κείμενο στο άλλο. Αυτή η αλλαγή δείχνει ότι ο πραγματικός, επώνυμος άρχοντας είναι ο ιερέας και όχι ο επιστάτης και ότι αυτός ο τελευταίος μπόρεσε να παραμείνει στην εξουσία για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους (38).
Γραμμές 9-11. Οι μάρτυρες είναι τρεις. Ο πρώτος, ο Διονύσιος, πιθανώς να ταυτιζεται με τον «Διονύζιο», που επανεμφανίζεται ως μάρτυρας σε κάποιο άλλο συμβόλαιο από την Αμφίπολη, το οποίο πιστεύω ότι είναι σύγχρονο (με το εξεταζόμενο) (39).
Αυτή η τελευταία επιγραφή πρέπει να χαράχθηκε, κατά τη γνώμη μου, στο δεύτερο μισό του 3ου αιώνα π.Χ. Το Ο είναι μικρότερο από τα κοινά γράμματα ΄ Τα ακραία στελέχη των Σ και M αποκλίνουν ΄ η οριζόντια μπάρα (γραμμή) του Ε είναι πιο μικρή από τις άλλες δύο ΄ το δεξί στέλεχος (γραμμή) του Π είναι πιο κοντό από το αριστερό.
Στα ήδη γνωστά συμβόλαια Αμφίπολης (40) προστίθενται, λοιπόν, τρία νέα κείμενα, που βοηθούν ν’ αναδειχθεί (φανεί) η τρέχουσα μορφή, που είχαν στην πόλη (Αμφίπολη) οι συναλλαγές οι σχετικές με ακίνητα, κατά την ελληνιστική περίοδο• Μετά την Τήνο και την Όλυνθο, η Αμφίπολη είναι η μόνη που μας παρέχει τόσα πολλά έγγραφα, αυτού του τύπου.
Εκτός από το νομικό ενδιαφέρον τους, οι νέες επιγραφές μας παρέχουν τα ονόματα δύο νέων επιστατών και δύο νέων ιερέων του Ασκληπιού (41), επωνύμων αρχόντων• αυξάνονται, έτσι, με χρήσιμο τρόπο, οι γνώσεις μας για την προσωπογραφία αυτής της σημαντικής πόλης.
Δημήτριος Ι. Λαζαρίδης
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Δύο τοίχοι αυτού του κτίσματος αποκαλύφθηκαν ΄ Διαστάσεις: 5,35 μ. x 3,35 μ.
2 Βλ. και στο «Γέρας Αντωνίου Κεραμοπούλλου», άρθρο του Δ. I. Λαζαρίδη, «Επιγραφή εξ Άμφιπόλεως», σελ. 159 επ σελ. 161, σημείωση 1.
3 Για την ανάλυση των επιγραφών αυτού του τύπου, βλ. D. M. Robinson, «New Inscriptions from Olynthus and Environs», σελ. 43-44, στις «Transactions οf the American Philological Association (TAPA), LXII (1931).
4 Κάποιος Κάλιππος είναι γνωστός ως Βασιλεύς στη Σαμοθράκη: βλ. P. M. Fraser, Samothrace 2, 1, αρ. 60.
5 Σχετικά με τον «Έξήκεστος», βλ. ένα πρόσφατα γενόμενο γνωστό παράδειγμα, ΒCH 1958, σελ. 639 (G. Daux). Κάποιος 'Απολλώνιος μαρτυρείται ήδη στην Αμφίπολη, βλ. Ι. Παπασταύρου, Αμφίπολις..., σελ. 83, αρ. 17.
6 Υπάρχουν ομοιότητες ανάμεσα σ’ αυτή τη σύμβαση και στην πράξη πώλησης της Τήνου αρ. 30: άπέδωκε τήν οίκίαν ή ήν πρότερον Εύβούλου, ήν έπρίατο Πραξίας παρά Εύβούλου κατά δανείον. Δείτε ιδιαίτερα στο Dareste-Haussoullier-Reinach. Inscr.jur. gr. Ι, σελ. 78, 1. 73-74: Olynthus XII, σελ. 204-5, 258, 468 ΄ W: Petersen, Class. Phil. 32, 1937, σελ. 326; J.II. Kent, Hesperia 17, 1948, σελ. 295.
7 D. M. Robinson, Inscriptions from Olynthus, TAPA LXV (1934), σελ. 128 και σημείωση 43• Dareste-Haussoulier-Reinach, Inscr. jur. gr. Ι, σελ. 74, αρ. 22. Διόδωρος Σικελιώτης, XIII, 83.
8 Βλ. Δ. Ι. Λαζαρίδης, όπ.. παρ., σελ. 164 και αρ. 3.
9 Σχετικά με την «πράσιν επί λύσει», μπορούμε ν’αναφερθούμε στον Egon Weiss, Gr. Privatrecht, σελ. 340-341 και σημείωση 313• Fritz Pringsheim, The Greek Law of Sale, σελ. 105, 107, σημ. 2, 117 και σελ. 457, 461, σημείωση 1 ΄ L. Beauchet, Histoire du droit privé III, σελ. 176 επ.
10 Michel, Recueil d'inscriptions grecques,, αρ. 1369, 1371, 1372, 1374 και 1375• Inscr. jur. gr.Ι, σελ. 112, αρ. 25 επ.
11 Σχετικά με τους μάρτυρες, βλ. Ch. Lecrivain, D.A., s. v. Testimonium, σελ. 151.
12 Το όνομα Αισχύλος είναι γνωστό στην Αμφίπολη: βλέπε Παπασταύρου, ό.π. σελ. 59, σημείωση 4 (δείτε στο κείμενό μας αυτό, αρ. 2).
13 Για το μακεδονικό ημερολόγιο, βλέπε Bischoff, RE, s. v. Kalender, col. 1595 ΄ Ι. Καλλέρης, «οι αρχαίοι Μακεδόνες», σελ. 158.
14 Sylloge, σελ. 832. Βλέπε και το προηγούμενο κείμενο.
15 Βιβλιογραφία, για τη σύμβαση αυτή: βλ. Δ. Λαζαρίδης, τοπ. cit., σελ. 161, σημείωση 1.
16 O. Hoffmann, Die Makedonen..., σσ. 143, 183, 197; I. Russu, Macedonica (Eph. Dacor. VII, 1938), σχέδιο 192; Berve, Bas Alexanderreich, σελ. 204-205.
17 O. Hoffmann, ό.π., σελ. 195, 205; I. Russu, ό.π., σελ. 185, 192; Bechtel, HP ΄ Dunan - Pouilloux, Recherches sur... Thasos II, Prosopographie (αρ. 334, 29, και IG XII συμπλήρωμα. 470, 1).
18 Βλέπε HP O. Hoffmann, ό.π., σελ. 138, 193, 200; I. Rupssu, ό.π., σελ. 170.
19 Βλέπε συγκρίσιμες εκφράσεις, στις πράξεις πώλησης της Τήνου, Inscr.jur. gr. Ι, αρ. 40: και τα ύδατα τα προσόντα ΄ σελ. 72 αρ. 19: ...και το οικόπεδον άπαν το προς τει οικία.
20 Ο. Hoffmann, ό.π., σελ. 149, 164; I. Russu, ό.π., σελ. 200; Ι. Καλλέρης, ό.π., σελ. 291, σημ. 6. Το όνομα «Λεωνίδης» είναι γνωστό στην ίδια την Αμφίπολη: βλ. Παπασταύρου, ό.π., σελ. 92, αρ. 52. Το όνομα «'Αντίγονος είναι γνωστό από τον O. Hoffmann, όπ. παρ., σελ. 193, και Berve, ό.π., σελ. 42. Το όνομα «Νίκανδρος» είναι επίσης γνωστό: Βλέπε O. Hoffmann, ό.π., σελ. 144, 176 και I. Russu, όπ., σελ. 204.
21 Δ. Ι. Λαζαρίδης, loc. cit., σελ. 159 και σελ. 164, σημείωση 3.
22 Για τους εγγυητές, βλέπε RE, λέξη Βεβαίωσις, στήλ. 178-179 (Thalheim).
23 Βλέπε Ι. Russu, ό.π., σελ. 182, και τα συγγενικά (παρεμφερή) ονόματα Δάδων Δάδας, Δάος στον Ο. Hoffmann, ό.π. σελ. 146 και 243. Το όνομα Δάδας είναι γνωστό στη Θάσο, από σφραγίδες των αμφορέων της: βλέπε Dunant-Pouilloux, ό.π., Prosopographie.
24 Bon-Grace, Les timbres amphoriques de Thasos. Dunant-Pouilloux, ό.π.,Prosopographie.
25 Ι. Καλλέρης, ό.π., σελ. 197 και σημείωση 5.
26 Berve, ό.π., σελ. 274, και Dunant-Pouilloux, ό.π., Prosopographie.
27 Βλέπε HP; Berve, ό.π., σελ. 89; Dunant-Pouilloux, ό.π., Prosopographie (αρ. 362)
28 (6) HP. Dunant-Pouilloux, ό.π., Prosopographie.
29 Βλέπε HP ΄ γνωρίζουμε, επίσης και τη μορφή Μελάντας.
30 Papastavru, ό.π., σελ. 97, σημ. 57. Βλέπε επίσης O. Hoffmann, ό.π., σελ. 193-194 I. Russu, ό.π., σελ. 176 ΄Berve, ό.π., σελ. 87 ΄Καλλέρης, ό.π.., σελ. 291-292, σημ. 9.
31 Για τους πόρους της πόλης και της επικράτειάς της και για την οικονομική σημασία της περιοχής, βλέπε Ηροδότου Ζ', 115, Θουκυδίδη Δ', 108, 1 και Στράβωνος Ζ', 329.
32 Sylloge, 990.
33 Liddell-Scott-Jones βλ. λέξη.
34 Βλέπε Kirchhoff, Hermes II (1867), σελ. 171, ή Michel, Recueil, 1386.
35 Sylloge 268.
36 Sylloge 268 (περί το 331-328 π.Χ.).
37 Δ. Ι. Λαζαρίδης, oπ. παρ., σελ. 160. Για το όνομα αυτό, βλ. ό.π., σελ. 166, σημείωση 3.
38 Για τον επώνυμο άρχοντα, βλ. A. Kirchhoff, ό.π., σελ. 172; Inscr.jur. gr. ΄ , σελ. 105 ΄ Δήμιτσας, Ή Μακεδονία, σελ. 700; Παπασταύρου, ό.π., σελ. 49. Στα Άβδηρα, επώνυμος άρχων ήταν ο ιερέας του Απόλλωνα. Βλέπε ειδικότερα F. Munzer-M. Strack, Die ant. Munzen von Thrakien.
39 Δ. Ι. Λαζαρίδης, όπ. παρ., σελ. 160.
40 Βλ. βιβλιογραφία του Δ. Ι. Λαζαρίδη, όπ. παρ., σελ. 161, σημ. 1. Το δεύτερο συμβόλαιο, που αναδημοσιεύτηκε εκεί από τον Perdrizet, BCΗ 1922, σελ. 39, μάλλον προέρχεται από την Αμφίπολη.
41 Στον μέχρι τώρα γνωστό κατάλογο των επιστατών της Αμφίπολης, πρέπει να προσθέσουμε το όνομα της επιστάτου Ξενίας Όργέως και στον κατάλογο των ιερέων το όνομα Λυσίμαχος, ο οποίος είχε αυτό το αξίωμα επί της βασιλείας του Αντιγόνου, πράγμα που γνωρίζουμε από επιγραφή της (νήσου) Κω. Βλέπε J. και L. Robert. BEG 66 (1953), Bulletine. αρ. 152, σελ. 158. Για τους επιστάτες, αναφερόμαστε στον Παπασταύρου, ό.π., σελ. 49.





Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2023



ΜΟΥΣΘΕΝΗ. ΕΝΑΣ ΠΑΝΑΡΧΑΙΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ, ΣΤΟΥΣ ΝΟΤΙΟΥΣ ΠΡΟΠΟΔΕΣ ΤΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ – ΧΑΝΙ ΤΗΣ ΚΟΥΝΑΡΓΑ (KUNARGA HAN)

ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ:

Η παρουσία της Μουσθένης στην ιστορία του Παγγαίου όρους συνεχίστηκε και στην βυζαντινή και την οθωμανική περίοδο, όπως μαρτυρούν τα κατάλοιπα της ανθρώπινης παρουσίας στον ίδιο τον οικισμό της και στην γύρω απ’ αυτόν περιοχή.

Σύμφωνα με την καταγόμενη από τη Μουσθένη αρχαιολόγο και αγαπητή φίλη, Δημητρία Μαλαμίδου, το κάστρο στην τοποθεσία «Τσάλη», ανατολικά της Μουσθένης, υπήρχε μάλλον από τα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια (4ο-5ο αιώνα μ.Χ.), οπότε εμφανίστηκαν στο Παγγαίο, όπως και σε όλα τα βουνά της Μακεδονίας, τειχισμένοι οικισμοί-φρούρια, που αποτελούσαν καταφύγια του πληθυσμού σε περιόδους ανασφάλειας, με την έναρξη των βαρβαρικών επιδρομών και έλεγχαν επίσης τα περάσματα, σε φυσικές διαβάσεις. Το κάστρο αυτό εξακολούθησε να κατοικείται στα παλαιοχριστιανικά χρόνια (5ο - 6ο αι. μ.Χ.), όπως μαρτυρούν και τα λιγοστά ερείπια μιας εκκλησίας, που σώζονται μέσα σ’ αυτό.

Μια αρχαία λατρεία, της οποίας η παλαιότητα και η αδιάλειπτη τέλεσή της, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, μαρτυρείται στο σπήλαιο «της Παναγιάς οι τρύπες» της Μουσθένης. Πρόκειται για ένα ευρύχωρο σπήλαιο, στα όρια του χωριού και σε απόσταση αναπνοής από την ακρόπολη του θρακικού πολίσματος «Πέργαμον», με μεγάλο χώρο μπροστά στις εισόδους του, όπου, προφανώς, τελούνταν κατά την αρχαιότητα λατρευτικές τελετουργίες. Στο εσωτερικό του σπηλαίου αυτού οι γηγενείς κάτοικοι του χωριού έχουν τοποθετημένα, άγνωστο από πόσους αιώνες πριν, τα δείγματα της χριστιανικής τους πίστης, όπως εικόνες, κύρια της Παναγίας, αλλά και διαφόρων Αγίων, καμένα (άγνωστο γιατί) εκκλησιαστικά βιβλία, όλα τοποθετημένα ανάμεσα στις σχισμές των βράχων κλπ. Είναι προφανές ότι η ανάμνηση μιας αρχαίας λατρείας στο σπήλαιο αυτό, που την ασκούσαν οι Θράκες κάτοικοι του πολίσματος του γειτονικού Περγάμου, διασώθηκε από τους κατοίκους του πανάρχαιου, ελληνικού χωριού, οι οποίοι την αντικατέστησαν, όπως ήταν φυσικό, για λόγους θρησκευτικού συγκρητισμού και, ίσως, προκειμένου να καθαγιάσουν τον άλλοτε ειδωλολατρικό χώρο, με μια χριστιανική λατρεία, η οποία, όμως, λόγω του ασυνήθους, ακριβώς, του χώρου, στον οποίο αδιάλειπτα μέχρι τις ημέρες μας ασκείται, προδίδει την αρχαιότητα της καταγωγής της.

Στη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου, πλην της Χρυσοπόλεως, έδρας μιας επισκοπής της Μητροπόλεως Φιλίππων, που βρισκόταν κοντά στις εκβολές του Στρυμόνα, το μεγαλύτερο μέρος της Πιερίας Κοιλάδας και του γειτονικού Συμβόλου όρους ήταν διαιρεμένο σε μεγάλα, αυτοκρατορικά ή μοναστηριακά κτήματα.

Στην δεκαετία του 1990, ένα σπουδαίο, συλλογικό έργο, με τον γενικό τίτλο «ARCHIVES DE L’ ATHOS» (ΑΡΧΕΙΑ ΤΟΥ ΑΘΩ), είδε το φως της δημοσιότητας. Μια πλειάδα σπουδαίων ιστορικών και αρχαιολόγων, με σημαντική, ελληνική συμμετοχή, δημοσίευσε και σχολίασε πλήθος χειρογράφων και άλλων εγγράφων, που υπάρχουν φυλαγμένα στις Ιερές Μονές του Αγίου Όρους και τα κείμενα, με τον σχολιασμό τους, τα εξέδωσε, χωριστά για κάθε μονή, υπό τον ειδικό τίτλο ACTES (ΠΡΑΞΕΙΣ). Έτσι, υπάρχουν οι ACTES D’ IVIRON, ACTES DE LAVRA κλπ. Σημειώνω, επίσης, ότι τα κείμενα των εγγράφων είναι στην ελληνική γλώσσα, αλλά ο σχολιασμός τους στην γαλλική, καθώς και ότι έχουν πλέον αναρτηθεί όλα στο διαδίκτυο.

Επειδή, λοιπόν, αρκετές από τις Ιερές Μονές του Αγίου Όρους διατηρούσαν, κατά την βυζαντινή εποχή, μετόχια γύρω από το Παγγαίο όρος, στην Πιερία κοιλάδα, στις εκβολές του Στρυμόνα, ενώ, ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο τμήμα του Συμβόλου όρους ανήκε επίσης στις Μονές αυτές, έχουμε την τύχη, στη μνημειακή έκδοση που προανέφερα, να περιλαμβάνονται πολλά έγγραφα, που περιγράφουν εκτάσεις στην περιοχή μας, με πλήθος τοπωνυμίων, με πολλά ονοματεπώνυμα κατοίκων, με τους τόπους καταγωγής τους, με περιγραφή των ναών και των κτημάτων τους, με πλήθος φορολογικών στοιχείων κι όλα αυτά σχολιασμένα επιμελώς και περιγραφόμενα σε σχεδιαγράμματα, που ανταποκρίνονται στα σημερινά, τοπογραφικά δεδομένα.

Από τα κείμενα εκείνα περιορίζομαι ν’ αναφερθώ σ’ ένα έγγραφο του Δεκεμβρίου του έτους 1101, με το οποίο ο αυτοκράτορας Αλέξιος 1ος Κομνηνός επιβεβαίωσε, προς τον «σεβαστό Ιωάννη Κομνηνό», το δικαίωμα της Ιεράς Μονής Ιβήρων, πάνω σε κτήματα της περιοχής του Παγγαίου και του Συμβόλου όρους, που βρίσκονται σήμερα μέσα στα όρια του Δήμου Παγγαίου. Το αυτοκρατορικό αυτό έγγραφο έφθασε ως τις μέρες μας από έγγραφο του έτους 1104, του ίδιου του σεβαστού Ιωάννη Κομνηνού, το οποίο βρίσκεται στο αρχείο της Μονής Ιβήρων. (Ο σεβαστός Ιωάννης Κομνηνός ήταν θετός γιος του σεβαστοκράτορος Ισαάκ και της Ειρήνης της Αλανίας, ανεψιός του αυτοκράτορα Αλεξίου 1ου Κομνηνού).

Από το έγγραφο αυτό, το οποίο είναι γραμμένο στην τότε καθομιλούμενη, κοινή ελληνική γλώσσα κι έχει δημοσιευθεί και σχολιασθεί στις «ACTES D’ IVIRON II – DU MILIEU DU XIe SIECLE A 1204», αξίζει να παραθέσω τα σημεία του, που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για εμάς, τους Παγγαιορείτες κι αναφέρονται στο «προάστειον η Δοβροβίκεια», κτήμα της Ιεράς Μονής Ιβήρων, το οποίο βρισκόταν εκεί, όπου βρίσκονται τα ερείπια του χωριού Φτέρη, στην καρδιά του Συμβόλου όρους και ιδιαίτερα το σημείο του εκείνο, στο οποίο αναφέρεται ως κάτοικος του μοναστηριακού χωριού Δοβροβίκεια (μετέπειτα, Φτέρη), ο Μιχαήλ ο Μουστινιανίτης: Εδώ έχουμε, νομίζω, την αρχαιότερη αναφορά του μεγάλου, ελληνικού χωριού Μουσθένη, του Δήμου Παγγαίου, που πριν 900 χρόνια ονομαζόταν, προφανώς, Μουστινιανή:

«Προάστειον ή Δοβροβίκεια» περί του τοιούτου προαστείου ερευνήσαντες, εύρομεν αυτό διαφέρον τη μονή από λιβέλλου, καθώς και το γεγονός σημείωμα παρ' ημών μέσον αυτών τε και τοϋ Βούρτζη διαλαμβάνει, και περιορίσαντες ανεγραψάμεθα και τους εν αυτώ προσκαθημένους παροίκους και παραδεδώκαμεν κατά την θείαν και ανακτορικήν πρόσταξιν. Έχει δε και ο περιορισμός) ούτως' καθώς απάρχεται από της κλεισούρας, εν ώ διαχωρίζονται τα σύνορα του χωρίου Βολοσβιδού, κρατεί προς μεσημβρίαν το καταπόταμον των Θερμών, και έρχεται μέχρι της θαλάσσης, και κάμπτει προς ανατολάς, κρατεί την παραλείαν, και έρχεται έως του Μονολίθου, και κάμπτει προς βορράν διαχωρίζων δεξιά τα σύνορα του κάστρου Αλεκτοροπόλεως, ανέρχεται το αυχένιον κρατών τας κορυφάς των βουνών, και έρχεται έως των πετρών των λεγομένων των Σπηλαίων, και κάμπτει προς δύσιν κρατών διόλου τας κορυφάς των βουνών, και αποδίδει ένθα και ήρξατο. Έσωθεν δε του τοιούτου περιορισμού εκκλησία του μετοχίου επ' όνόματι του Αγίου) Δημητρίου ιδρυμένη, δρομική λιθοπηλόκτιστος δίρρυτος, υπό βήματος ενός, υλογραφική. Και τα εκείσε ευρεθέντα τέσσαρα οικήματα οροφόσκεπα λιθοπηλόκτιστα, αμφότερα υπό αυλής και πυλώνος και ο πλησίον του μετοχίου αμπελών ωσεί μοδίων είκοσιν. Εισί δε και οι εν αυτώ προσκαθήμενοι πάροικοι ούτοι: Γεώργιος ο του επισκόπου μίσθιος, έχει γυναίκα Άνναν, ακτήμων. Κυριακός ο Σιδηρός, έχει γυναίκα Ειρήνην, ζευγαράτος. Νικόλαος του Κοντολέοντος, έχει γυναίκα Ειρήνην, ζευγαράτος). Μιχαήλ ο Μουστινιανίτης, έχει γυναίκα Άνναν, ονικάτος. Δημήτριος ο του επισκόπου, έχει υιόν Θεόδωρον, ακτήμων. Θεόδωρος του Συμεωνίτζη, ονικάτος. Ίακμος του Κοσμά, έχει γυναίκα Βετζέρναν, ζευγαράτος. Δημήτριος ο Ελεσι-ανίτης, έχει γυναίκα Θεοδώραν, ακτήμων. Στανίλας του Κοσμά, έχει γυναίκα Δοβράναν, ζευγαράτος. Μύριλος, έχει υιόν Νικόλαον, ζευγαράτος. Στλαβωτάς, έχει γυναίκα Ρωσίτζαν, υιόν Βασίλειον, ζευγαράτος. Γέρκος του Προδάνου, έχει γυναίκα Στρίελαν, ακτήμων. Δημήτριος του Προδάνου, έχει γυναίκα Μαρίαν, ζευγαράτος. Θεόδωρος του Ακρίτα, έχει γυναίκα Ειρήνην, ζευγαράτος. Δημήτριος του Κοντογεωργίου, έχει γυναίκα Καλήν, ζευγαράτος. Νικόλαος ο Σφινάρης, έχει γυναίκα Ειρήνην, ακτήμων. Η Καλογραία, ακτήμων. Καλοϊωάννης ο Τζυκαλάς, ζευγαράτος. Θεόδωρος του επισκόπου, ακτήμων. Ο Δαυγίας, έχει γυναίκα Ειρήνην, ζευγαράτος. Λέων ο Μυλωνάς, έχει γυναίκα Μαρίαν, ακτήμων. Νικόλαος του Μακρονικολάου, έχει γυναίκα Μαρίαν, ζευγαράτος. Τζέρνης ο της Γρίκαινας, ακτήμων. Μιχαήλ παπάς ο Περατικός, έχει γυναίκα Ρωμαίαν, ακτήμων. Μαρμαράς ο Περατικός, έχει γυναίκα Πολυβλέπουσαν, ζευγαράτος. Ιωαννουλία χήρα έχει υιόν Βελκωνάν, ακτήμων. Θεόδωρος του κυρού Ιωάννου, ακτήμων. Μιχαήλ ο Οικοδόμος, έχει (γυναίκα) Ψεφησμένην, θυγατέρα Μαρίαν, ακτήμων. Όμού ζευγαράτοι ιγ, ονικάτοι β', ακτήμονες ιγ'».

Αλλά και κατά τον 12ο αιώνα, στο Τυπικόν της Μονής Παντοκράτορος της Κωνσταντινούπολης (1165 μ.Χ.), μαζί με άλλα χωριά της Ανατολικής Μακεδονίας, αναφέρεται κι ένας οικισμός, που λεγόταν Μουστώνιανη. Πρόκειται, ασφαλώς, για τη σημερινή Μουσθένη!

Στην διάρκεια της βυζαντινής κυριαρχίας, η διερχόμενη από την Πιερία κοιλάδα πανάρχαια, «κάτω» οδός διατήρησε τη σημασία της. Ίχνη της οδού αυτής φαίνονται, αμέσως νότια από τον κόμβο Μουσθένης, της νέας, Εγνατίας οδού, όπου σώζεται, μέχρι σήμερα, μια σειρά καμπυλωτών γεφυριών, τα οποία είναι τουλάχιστον πέντε (5) κι από τα οποία τα τρία έχουν θαφτεί μέσα στο έδαφος, σ ένα ποσοστό σχεδόν 80 %. Τα γεφύρια αυτά συνδέονταν μεταξύ τους με τμήμα της οδού που προανέφερα, η οποία φαίνεται καθαρά ανάμεσά τους, ασχέτως του ότι σήμερα και τα γεφύρια και η οδός βρίσκονται μέσα σε καλλιεργημένους αγρούς, μια και ο μεγάλος χείμαρρος που διασχίζει την Πιερία κοιλάδα από ανατολικά προς δυτικά, (ο Θερμοπόταμος των Βυζαντινών ή Μαρμαράς των συγχρόνων Ελλήνων), που επί αιώνες είχε δύο κοίτες, μία κοντά στο Παγγαίο και μία κοντά στο Σύμβολο όρος, σήμερα έχει μία μοναδική κοίτη, που βρίσκεται ανάμεσα στη νότια από τις παλιές κοίτες του και στη νέα, Εγνατία οδό.

Στα χρόνια της οθωμανικής κατάκτησης, η ίδια αυτή οδός όχι μόνο διατήρησε, αλλά κι επαύξησε τη σημασία της, διότι αποτέλεσε τμήμα του δυτικού, στρατιωτικού βραχίονα (sol yol) της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Έτσι, χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον, σε όλη την διάρκεια της οθωμανικής κατάκτησης, ως μία από τις πιο σημαντικές, στρατιωτικές και οικονομικές, οδικές αρτηρίες της αυτοκρατορίας κι αυτή η σημασία της εξακολουθεί να διατηρείται και στο σύγχρονο, ελληνικό κράτος, αφού απ’ αυτήν διέρχεται τόσο η παλαιά, εθνική οδός Καβάλας – Θεσσαλονίκης όσο, στα τελευταία χρόνια, και η σύγχρονη, Εγνατία οδός!



Στη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου, ολόκληρη η Πιερία κοιλάδα είχε μεγάλη, οικονομική ανάπτυξη. Οι ισχυροί μπέηδες της Μουσθένης είχαν στα χέρια τους τα εύφορα εδάφη αυτής της κοιλάδας και τους περιηγητές, που περνούσαν απ’ αυτήν, τους εντυπωσίαζαν οι εντατικές καλλιέργειες βαμβακιού, σιτηρών και αργότερα, (μετά τα μέσα του 19ου αιώνα), καπνού εκλεκτής ποιότητας. Έτσι, πρώτος ο Γάλλος υποπρόξενος στη Θεσσαλονίκη, Βαρώνος Louis-Auguste Felix de Beaujour, στον 1ο τόμο του έργου του «Tableau du commerce de la Grece, formé d'après une année moyenne, depuis 1787 jusqu'en 1797», που εξέδωσε στο Παρίσι το έτος 1800, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις καπνοφυτείες, που είδε να υπάρχουν στην «Πράβα (Πράβι), Μουσθένια» κλπ. και έγραψε ότι τα παραγόμενα εκεί καπνά είναι εξαιρετικής ποιότητας. Ο ίδιος, περιέγραψε ως εξής την οδό που, από τον Στρυμόνα οδηγούσε στο Πράβι και την Καβάλα, μέσω της Πιερίας Κοιλάδος: « Βγαίνοντας από το Ορφανό, ο δρόμος ανεβαίνει σε άλλους λόφους, εξίσου δασωμένους. Από κει κατεβαίνει μέσα σε μια κοιλάδα, που έχει μήκος περίπου πέντε λευγών κι έχει από τις δυο πλευρές της υψηλά βουνά, από τα οποία τα μεν βόρεια αποτελούν το Πουρνάρ – Ντάγ (τουρκικό όνομα του Παγγαίου) κι έχουν στις πλαγιές τους τα χωριά Κούρτσοβα (;) και Μουσθένια, τα δε ανατολικά ανυψώνονται μέχρι μια απότομη οροσειρά, (εννοεί το Σύμβολο όρος), που χωρίζει την πεδιάδα των Φιλίππων από τη θάλασσα».

Ο JOHN GALT, στο έργο που εξέδωσε το 1812 με τίτλο «VOYAGES AND TRAVELS, IN THE YEARS 1809, 1810 AND 1811, CONTAINING STATISTICAL, COMMERCIAL AND MISCELLANEOUS OBSERVATIIONS ON GIBRALTAR, SARDINIA, SICILY, MALTA, SERIGO AND TURKEY», αναφέρει ότι ο ίδιος ξεκίνησε από το Ορφανό, όπου είχε διανυκτερεύσει, πολύ πρωί και μέχρι να φωτίσει η μέρα είχε ήδη πίσω του δύο ώρες έφιππης πορείας. «Ο αέρας, λέει, ήταν υπερβολικά ψυχρός, αλλά η θέα της κοιλάδας, μέσα από την οποία περνάει ο δρόμος μας, καθώς ο ήλιος ανεβαίνει από τα βουνά, μας αποζημίωσε για την ταλαιπωρία μας, από την ψυχρή επιρροή (επίδραση) του πρωινού φεγγαριού. Δεν έχω δει άλλον πιο όμορφο τόπο τέτοιου μήκους, αφότου αναχώρησα από την Αγγλία. Κι ούτε υπάρχει οποιοδήποτε σημείο της ίδιας της Αγγλίας, που να βρίσκεται σε υψηλότερο βαθμό καλλιέργειας, (δηλ., που να καλλιεργείται πιο συστηματικά). Οι αγροί ήταν σπαρμένοι με φυτά καπνού και βαμβακιού και οι φράχτες τους ήταν καθαροί και καλοδιατηρημένοι.

Το 1815, ο E.D. CLARKE, στο έργο του «TRAVELS IN VARIOUS COUNTRIES OF EUROPE, ASIA AND AFRICA…», κατευθύνθηκε από την Θεσσαλονίκη προς τη Νεάπολη (Καβάλα), περιέγραψε ιδιαίτερα το Ορφανό (Ορφάνι), από όπου αγόρασε εκατοντάδες αρχαίων νομισμάτων, προερχομένων, προφανώς, από τη γειτονική Πιερική πόλη Φάγρης και ύστερα μνημόνευσε την εύφορη πεδιάδα της Μεστάνιας (Μουσθένης), που εκτείνεται ανάμεσα σε δύο βουνά, (εννοώντας το Παγγαίο και το Σύμβολο), όπου είδε φυτείες καπνού και καλαμποκιού.

Στο «HAND BOOK FOR TRAVELLERS IN THE IONIAN ISLANDS, GREECE, TURKEY, ASIA MINOR AND CONSTANTINOPLE..», που εκδόθηκε το έτος 1840, αναφέρεται ότι ο δρόμος που περνά από το Ορφανό και πηγαίνει προς τα ανατολικά – βορειοανατολικά, διασχίζει την πεδιάδα της Μεστάνια (Μουσθένης), η οποία καλλιεργείται εντατικά και ότι, σ’ αυτήν, διακρίνονται πολλά τουρκικά χωριά και κρήνες.

Ο Βασίλειος Νικολαϊδης, στην «ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΚΑΙ ΙΔΙΩΣ ΤΩΝ ΟΜΟΡΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΕΠΑΡΧΙΩΝ ΗΤΟΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, ΗΠΕΙΡΟΥ ΚΑΙ, ΑΛΒΑΝΙΑΣ», που εξέδωσε το 1851, γράφει: «Ἡ ὁδὸς ἐξελθοῦσα τοῦ Ὀρφανοῦ ὑψοῦται ἐπὶ δασωδῶν λόφων, διευθύνεται πρὸς τὸ ΒΑ μέρος, παρακολουθοῦσα τὴν ἐπιμήκη καὶ στενὴν ῥευματείαν τοῦ Παγγαίου ὄρους, ἥτις κατὰ πᾶν βῆμα σχεδὸν παρουσιάζει στενωπούς, εἰς τὰς ὁποίας εὐκόλως ἐμποδίζεται ἡ διάβασις τοῦ στρατοῦ. Ἡ ὁδὸς ἐξελθοῦσα τέλος τῆς ῥευματείας ταύτης, διαβαίνει στενόν τινα λαιμόν, εἰς τὴν διέξοδον τοῦ ὁποίου κεῖται ἡ πόλις Πράβι».
Ο Auguste Viquesnel, στο σύγγραμμά του με τίτλο «Voyage dans la Turquie d' Europe: Description physique et geologique de la Thrace», T2 (έκδοση 1868), τη Μουσθένη την αποκαλεί Μουστένια, λέει ότι αυτή απέχει ¾ της ώρας από την Μεσωρόπη, ότι αποτελείται από 60 -70 τουρκικές οικίες, έχει δύο τζαμιά και είναι χτισμένη πάνω σ’ ένα χείμαρρο, στους πρόποδες της υψηλότερης κορυφής του Μπουνάρ νταγ (Παγγαίου).

Το χάνι της Κουνάργα

Νότια από το αρχαίο Πέργαμον, νοτιοανατολικά από τις πέντε καμπυλωτές γέφυρες της βυζαντινής περιόδου, που προανέφερα και συγκεκριμένα στο δυτικό άκρο του σημερινού Σιδηροχωρίου (Demirli, στην οθωμανική περίοδο), υπήρχε το περίφημο πανδοχείο – χάνι, που είχε το όνομα Kunagra han ή Kainarji han, (με τα ονόματα αυτά εμφανίζεται σε όλους τους χάρτες της οθωμανικής αυτοκρατορίας και με τα ίδια ονόματα το περιέγραψαν όλοι ανεξαίρετα οι περιηγητές, που διέσχισαν την Πιερία κοιλάδα στους περασμένους αιώνες. (Σήμερα, από το χάνι αυτό δεν υπάρχει ούτε ίχνος ερειπίων, διότι αυτά έχουν απομακρυνθεί πρόσφατα και στην θέση του χανιού υπάρχει αμπέλι. Μόνο η κεραμική δείχνει ότι υπήρχε εκεί άλλοτε το φημισμένο χάνι):

Μια πρώτη αναφορά, στο περίφημο αυτό χάνι της Μουσθένης, αλλά και στην ίδια τη Μουσθένη, γίνεται στο σύγγραμμα του λοχαγού του Ναπολέοντα J. J. Tromelin, με τίτλο «Memoires et documents – Itineraire d’ un voyage fait dans la Turquie d’ Europe.............. dans l’ autumne de 1807 – Deuxieme et dwerniere partie» (Αναμνήσεις και έγγραφα – Οδοιπορικό ενός ταξιδιού, που έγινε στην Ευρωπαϊκή Τουρκία το 1807 – Δεύτερο και τελευταίο μέρος), που περιλήφθηκε στον 12ο τόμο (Αύγουστος – Δεκέμβριος του 1917), του περιοδικού «revue des etudes Napoleoniennes – les origins de l’ Europe modern - ΧΙΙΙ». και στο κεφάλαιο με τίτλο «τμήμα Μακεδονίας και άνω Αλβανίας». Στο κεφάλαιο αυτό, λοιπόν, αναφέρονται τα εξής, εξόχως ενδιαφέροντα, που επισημαίνω ότι ανάγονται χρονικά στο έτος 1807: «Οδός από το Ορφανό στην Πράουστα (Πράβι), 5 ώρες. - Βγαίνοντας από το Ορφανό, ανεβαίνει κανείς μερικούς λόφους προς τα βορειοανατολικά, για να εισέλθει στ’ ανατολικά στην κοιλάδα που οδηγεί στην Πράουστα. Τα όρη που την ορίζουν καλούνται στην περιοχή αυτή Μπουνάρ νταγί (όρη με πηγές). Αυτά τα όρη κατευθύνονται, όπως και η κοιλάδα, από τα ανατολικά προς τα δυτικά, μέχρι τα περίχωρα της Πράουστα, όπου αυτά στρέφονται προς τ’ αριστερά και προς τα δεξιά και κλείνουν την πεδιάδα των Φιλίππων από τα δυτικά. Στο μέσον της οδού και σε απόσταση δυόμιση ωρών από το Ορφανό συναντά κανείς, στο μέσον της πεδιάδας, το χάνι της Μουσθένης, που περιτριγυρίζεται από αμπέλια και σχετίζεται (συνδέεται, έχει σχέση) μ’ ένα μεγάλο, ομώνυμο, τουρκικό χωριό, του οποίου διακρίνονται οι μιναρέδες ανάμεσα στα βουνά, προς τα βορειοανατολικά. Όλοι αυτοί λόφοι κατοικούνται από πλούσιους Τούρκους και μερικούς Έλληνες, οι οποίοι ασχολούνται κυρίως με την καλλιέργεια του βαμβακιού και του καπνού».

Ακολουθεί ο Josiah Conder, στο έργο του με τίτλο «THE MODERN TRAVELLER – A DESCRIPTION, GEOGRAPHICAL, HISTORICAL, AND TOPO-GRAPHICAL, OF THE VARIOUS COUNTRIES OF THE GLOBE - IN THIRTY VOLUMES, που εξέδωσε στο Λονδίνο, το έτος 1830, στο οποίο γράφει τα εξής: «Ένας αρχαίος πλακόστρωτος δρόμος, περίπου τέσσερα πόδια πλάτος, οδηγεί από την Pravista, σε μια συστάδα από έξι ή επτά βρύσες, που σκιάζονται από σεβάσμια πλατάνια, κοντά στην είσοδο της εύφορης πεδιάδας της Μεστάνια, (εδώ ο συγγραφέας αναφέρεται στις σημερινές «Δυο βρύσες», δίπλα από το χωριό Ακροβούνι). Πέρα από αυτές βρίσκεται ένα χάνι, που ονομάζεται Kunarga, κοντά στο οποίο υπάρχουν θραύσματα αρχαίων κιόνων. Ο Dr Clarke παρατήρησε αρκετούς κίονες, σε ορισμένα τουρκικά νεκροταφεία κοντά στο δρόμο, που προδίδουν την ύπαρξη κάποιου αρχαιολογικού χώρου. Η πεδιάδα οριοθετείται βόρεια και νότια, από δύο βουνοσειρές. «Είδαμε», λέει ο έμπειρος ταξιδιώτης, (εννοώντας τον Clarke), μερικές περιποιημένες φυτείες καπνού και καλαμποκιού. Το σιτάρι φαινόταν ασυνήθιστα καλό. Στην βόρεια πλευρά της διαδρομής μας βρίσκονταν πολλά τουρκικά χωριά, χτισμένα στους πρόποδες των βουνών, τα οποία διακρίνονταν ότι ήταν τουρκικά, από τα τζαμιά τους και τους μιναρέδες τους, που υψώνονταν ανάμεσα σε δάση κυπαρισσιού και λεύκας. Σε τέσσερις ώρες από το χάνι, διασχίζοντας την πεδιάδα με κατεύθυνση δυτική – νοτιοδυτική, βρίσκεται το Ορφανό».

Ο Theofilus Luc. Fridericus Tafel, στο σύγγραμμά του, με τίτλο «De via military Romanorum Egnatia, qua Illyricum, Macedonia et Thracia iungebantur», που εξέδωσε το έτος 1842, ανέφερε τα εξής: «Η πορεία μας από το Ορφανό (στις τρεις Ιανουαρίου) ήταν ανατολική – βορειοανατολική, μέσω της εύφορης πεδιάδας της Μεστάνιζα (Μουσθένης), που απλώνεται ανάμεσα σε δύο οροσειρές, στα δεξιά και στ’ αριστερά μας. Αυτή καλλιεργείται εντατικά. Είδαμε περιποιημένες φυτείες καπνού και καλαμποκιού. Το σιτάρι φαινόταν ασυνήθιστα καλό. Στ’ αριστερά μας ή στην βόρεια πλευρά της πορείας μας, υπήρχαν πολλά Τουρκικά χωριά, πάνω στα βουνά, που πάντοτε ξεχωρίζουν ότι είναι Τουρκικά, από τα τζαμιά τους και τους υψηλούς μιναρέδες τους, που υψώνονται πάνω από κήπους με κυπαρίσσια και λεύκες. Άλλη μια απόδειξη ύπαρξης τουρκικού πληθυσμού αποτελούσε η συχνή εμφάνιση δημοσίων κρηνών, κοντά στον δρόμο. Η εξήγηση που μας δόθηκε, στο ερώτημά μας, γιατί τόσα πολλά χωριά βρίσκονται σε απόσταση από τον δημόσιο δρόμο (λεωφόρο), ήταν η εξής: Ότι οι Τούρκοι στρατιώτες πάντοτε λεηλατούν και μερικές φορές καταστρέφουν μια πόλη ή ένα χωριό, όταν περνούν απ’ αυτό και γι’ αυτό επιλέγεται μια τοποθεσία, (ενν. ίδρυσης μιας πόλης ή ενός χωριού), η οποία να μην είναι επιρρεπής στις καταστροφές που αυτοί προκαλούν. Αφού ιππεύσαμε επί τέσσερις ώρες (ενν. από το Ορφανό), φθάσαμε σ’ ένα χάνι, με το όνομα Κουνάργα και κοντά σ’ αυτό είδαμε θραύσματα από αρχαίους κίονες. Ολόκληρο το ταξίδι μας, μέσα από την πεδιάδα αυτή, ήταν πολύ ευχάριστο. Τα βουνά στ’ αριστερά μας ήταν πολύ ψηλά και ογκώδη, αλλά δεν ήταν καλυμμένα με χιόνι. Υπήρχαν πολλά Τουρκικά νεκροταφεία κοντά στον δρόμο και μέσα σ’ αυτά είδαμε αρχαίους κίονες…… «

Στο σύγγραμμα «GUIDE EN ORIENT – ITINERAIRE Scientifique, Artistique et Pittroresque....», που εκδόθηκε στο Παρίσι, το έτος 1851, από τους Richard & Quetin, υπάρχει η εξής παράγραφος: «Χάνι της Κουνάργα. Στ’ αριστερά μας υψώνεται μια σειρά από ψηλά βουνά, που δεν είναι καλυμμένα με χιόνι. Ο ταξιδιώτης θα βρει κοντά στην Κουνάργα θραύσματα από αρχαίους κίονες….». Στο ίδιο σύγγραμμα υπάρχει πίνακας, με τίτλο «Οδός 10η, από Θεσσαλονίκη στην Κωνσταντινούπολη», στον οποίο αναφέρεται ότι το χάνι της Κυνάγρας (ή Καϊνάρτζας). στη Μουσθένη, απέχει 2,5 ώρες από το Πράβι.

Στο έργο «Lloyd’s illustrirte reisenbibliothek der Orient. II. Turkei», που εκδόθηκε στην Τεργέστη, το έτος 1870, αναφέρεται ότι: «Τέσσερις ώρες αφότου αναχωρήσει κάποιος από τους Φιλίππους, φθάνει στο χάνι της Κουνάγρα, που βρίσκεται στους πρόποδες υψηλών βουνών. Δίπλα στον δρόμο, υπάρχουν τουρκικά νεκροταφεία, στα οποία, θραύσματα αρχαίων κιόνων χρησιμοποιούνται για τη διακόσμηση των τάφων. Αφού διασχίσει άλλη μια πεδιάδα, που είναι καλά καλλιεργημένη και γεμάτη με πολλά χωριά και κρήνες, φτάνει σε μια κορυφή βουνού, στην οποία βρίσκεται το χωριό Ορφανό».

Στο «HANDBOOK FOR TRAVELLERS IN GREECE.... fifth edition in two parts – part II», που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1884, αναφέρεται το εξής: «Χάνι της Κουνάργα. 4 ώρες. Τα βουνά εδώ είναι ψηλά και ογκώδη. Κοντά στην Κουνάργα υπάρχουν θραύσματα από αρχαίους κίονες, τα οποία τα βλέπει κανείς και (μέσα) στα τουρκικά νεκροταφεία, κοντά στον δρόμο».

Το έτος 1887 εκδόθηκαν από τον Β. Δ. Ζώτο Μολοσσό οι «Ηπειρωτικαί Μακεδονικαί Μελέται - τόμος Δ’», με τίτλο «Δρομολόγιον της ελληνικής χερσονήσου αρχαιολογικόν, ιστορικόν, γεωγραφικόν, στρατιωτικόν, στατιστικόν και εμπορικόν», στο Γ’ τεύχος των οποίων και υπό τον τίτλο «Μακεδονία και Σερβία», ο συγγραφέας, αναφερόμενος στην Πιερία κοιλάδα, την περιγράφει ως «στενόν πλήρες χωρίων, χανίων, πηγών, δασών, ρυακίων..»

Για το ίδιο, πάντοτε, χάνι, η Δημητρία Μαλαμίδου γράφει ότι «οι περιηγητές μιλούν για ένα χάνι που ονομαζόταν Καϊναρτζίχαν ή Μουστένια, όπως και το παρακείμενο χωριό. Η θέση αυτού του χανιού ταυτίζεται με τη σημερινή τοποθεσία «Καϊνάκι» στον κάμπο. Στα γύρω χωράφια, λένε οι ταξιδιώτες που περιγράφουν το τοπίο, υπήρχαν αμπέλια. Γενικά η Πιερία κοιλάδα αναφέρεται από τους ταξιδιώτες που πέρασαν από εδώ ως μια από τις πιο κατοικημένες και καλύτερα καλλιεργημένες περιοχές της Τουρκίας με πλούσια παραγωγή, εκτός από τον καπνό και το βαμβάκι, σε σιτάρι, καλαμπόκι, λινάρι και οπωροφόρα δέντρα».

Σ’ αυτή την σημείωση της αγαπητής φίλης, εγώ παραθέτω την εξής απορία μου: Άραγε, το «χάνι στην θέση «Καϊνάκι», στον κάμπο της Μουσθένης», είναι διαφορετικό ή ταυτίζεται με το φημισμένο χάνι, το οποίο στους οθωμανικούς χάρτες φέρει το αρχαίο, ελληνικό όνομα «Κουνάγρα» ή «Κυνάγρα», το περιέβαλλε υψηλότατος και ισχυρότατος περίβολος και βρισκόταν στο δυτικό άκρο του χωριού Σιδηροχώρι, δεξιά από την ασφαλτοστρωμένη οδό, που αρχίζει ν’ ανεβαίνει στο Σύμβολο όρος, κατευθυνόμενη προς την Φωλεά; (Τα ερείπια αυτού του χανιού τα βλέπετε σε φωτογραφίες που παραθέτω, στο τέλος της ανάρτησής μου. Ευτυχώς, πρόλαβα έγκαιρα και τα φωτογράφισα, προτού μετατραπούν σε αμπέλι, μαζί με τον αγαπητό φίλο αρχαιολόγο, Νίκο Ζήκο).

Ο οικισμός της Μουσθένης

Έρχομαι, όμως, και στον ίδιο τον ιστορικό οικισμό της Μουσθένης:

Το έτος 1877, ο Νικόλαος Φιλιππίδης, στο έργο του «Περιήγησις των εν Μακεδονία επαρχιών Δράμας, Ζίχνης και Ελευθερουπόλεως», που δημοσιεύθηκε στο φιλολογικό περιοδικό των Αθηνών «Παρνασσός» του έτους 1877, (Ι, σελ. 123-134 και 286-302), περιγράφει ως εξής την Μουσθένη: Μουστένια (η). Η ωραία αύτη κώμη, παρά τας υπωρείας του όρους Παγγαίου και πλησίον ενός φάραγγος κειμένη, κατοικείται υπό 300 περίπου Χριστιανικών οικογενειών και τινων Οθωμανικών, διατηρεί δε δαπάνη της κοινότητος αλληλοδιδακτικόν σχολείον, εις το οποίον φοιτώσιν αρκετοί μαθηταί. Εκ των κατοίκων της κώμης ταύτης πλείστοι μεν εισίν υφάνται, ως και οι της Μεσωρόπης, ολίγιστοι δε ζευγίται, καλλιεργούντες τα κτήματά των».

Το έτος 1886, την Πιερία κοιλάδα περιγράφει ο ταγματάρχης του Μηχανικού Νικόλαος Σχινάς, στο έργο του «Οδοιπορικαί σημειώσεις Μακεδονίας, Ηπείρου, νέας οροθετικής γραμμής και Θεσσαλίας», που δημοσιεύθηκε στην Αθήνα. Στο έργο του αυτό ο ανωτέρω αναφέρει ότι η «Μεσορώπη είχε τότε (1886) 2.155 Χριστιανούς κατοίκους και κανέναν αλλόδοξο, η Μουσθένη, (που την αναφέρει ως Μπιστάντα, χωρίς όμως να προκύπτει αμφιβολία για την ταυτότητά της, γιατί περιγράφει όλα τα χωριά με τη σειρά, από το Πράβι μέχρι το Ορφάνι) έχει 730 Χριστιανούς και 1.450 μουσουλμάνους κατοίκους, το Ποδοχώρι δε, (Βοδογόριαν), 800 Χριστιανούς και 700 μουσουλμάνους κατοίκους.

Το έτος 1894, δημοσιεύεται, στην Λειψία της Γερμανίας, το σημαντικό σύγγραμμα του Αστερίου Δ. Γουσίου, διευθυντού της τότε Αστικής Σχολής Λακκοβικίων, με τίτλο «Η κατά το Πάγγαιον χώρα των Λακκοβικίων – Τοπογραφία, ήθη, έθιμα και γλώσσα». Σ’ αυτό, ο συγγραφέας, χρησιμοποιώντας γλαφυρή γλώσσα, μιλά ως εξής για την Μουσθένη: «Μουσθένη. Το ωραίον τούτο χωρίον κείται ΝΔ της προηγουμένης κώμης (εννοεί το Σαμάκοβον – σημερινά Δωμάτια) επί λαμπράς τοποθεσίας. Έχει 450 περίπου κατοίκους Έλληνας και περί τους 1000 Οθωμανούς. Οι μεν Έλληνες έχουσι μίαν εκκλησίαν εις τιμήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, δημοτικήν σχολήν, ής το κτίριον, μεγαλοπρεπές και λίαν ευρύχωρον και Νηπιαγωγείον, οι δε Μωαμεθανοί δύο τεμένη και τρία γραμματοδιδασκαλεία, ών το έν ανώτερον των δύο άλλων. Οι κάτοικοι του χωρίου τούτου διακρίνονται επί φιλομουσία και φιλοξενία. Το χωρίον τούτο διαιρείται υπό λάκκου εις δύο άνισα μέρη, άτινα συγκοινωνούσι δια 4 γεφυρών. Την αρχαιότητα του χωρίου δεικνύουσι τά τε ερείπια του ανατολικώς κειμένου τείχους, όπερ ίσως είνε Βυζαντινής εποχής, και οι εσχάτως ανακαλυφθέντες περί τους 20 αρχαίοι τάφοι, εντός των οποίων ευρέθησαν, πλην πηλίνων τινών αγγείων, και πολλά νομίσματα και ενώτια. Επί των τάφων δε τούτων υπήρχον και πλάκες με επιγραφάς κατεστραμμένας. Μία δε μάλλον αβλαβής των άλλων έχει ως εξής:

ΕΝΘΑΠΟΛΥΤΛΑΜΩΝΚΕΙΜΑΙΝΕΚΥΣ

ΑΛΑΠΡΙΝΗΛΙΚΙΗΣΕΝΑΕΙΔΑΟΔΟΜΟΙΣ

ΕΝΝΕΑΚΑΙΔΕΚΑΕΤΩΝΑΠΟΠΑΤΡΟΣ…

ΣΕΠΑ……ΩΝ

ΕΝΘΑΠΟΛΥΚΛΑΥΣΤΟΣΚΕΙΜΑΙΔΕΟΥΑ…

ΛΙΠΟΜ…..ΚΑΣΙΓΝΗΤΟΝΔΕΤΕΑ….

Το έτος 1902 δημοσιεύθηκε στην Κωνσταντινούπολη ο «Πίναξ Γενικός των εν τη Ευρωπαϊκή Τουρκία Ελληνικών σχολείων», στον οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι η Μουσθένη είχε ένα σχολείο δημοτικό ή αστικό, μ’ ένα διδάσκαλο και 45 μαθητές κι ένα παρθεναγωγείο, με μία διδασκάλισσα και 35 μαθήτριες.

Το έτος 1905-1906, ο Γεώργιος Χατζηκυριακού περιοδεύει την Μακεδονία και όσα βλέπει τα εκδίδει αργότερα σ’ ένα έργο υπό τον τίτλο «Σκέψεις και εντυπώσεις εκ περιοδείας ανά την Μακεδονίαν (1905-1906)». Σ’ αυτή την περιοδεία του περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και τα εξής: «Εκ Μπόμπλιανης αναχωρώ, ίνα διερχόμενος χαριεστάτην μεταξύ των δύο ορέων, Πιερικού και Παγγαίου, κοιλάδα, επί της αντιθέτου προς εκείνην κλιτύος, ην περιέγραψα, αναχωρών εξ Αμφιπόλεως ανέλθω πάλιν επί του Παγγαίου. Κατευθύνομαι προς την κώμην Ποδογόριανην… Εντεύθεν εκ Ποδογόριανης εξελαύνω επί των κλιτύων του όρους και μετά ώρας οδόν ανακαλύπτω όπισθεν κυρτώματος αυτού και εις την αρχήν ρήγματος, κειμένην ανωφερώς, την Ελληνορθόδοξον κώμην Μεσορόπην….. Καταλείπω την Μεσορόπην μετά διήμερον εν αυτή διαμονήν, και περιπατών επί λοφοσειράς επί έλαττον της ώρας και υπερβαίνων ετέραν πτυχήν του όρους εμβαίνω εις ετέραν κώμην, μεγαλυτέραν μεν της Μεσορόπης, αλλ’ υπό Ελλήνων και Οθωμανών κατά πλεονασμόν οικουμένην, την Μουσθένην. Η Μουσθένη αποτελεί πολίχνην μάλλον ή κώμην, εν η ο οθωμανικός πληθυσμός επιδεικνύει την επικράτησίν του εις αριθμόν οικογενειών και κατοχήν γαιών, καπνοφόρων το πλείστον. Η δ’ Ελληνική κοινότης Μουσθένης εξ 100 ως έγγιστα οικογενειών, τελεί εν τω σταδίω των Ελληνικών γραμμάτων τον καλόν της προόδου δρόμον. Ηγόρασε ευρύχωρον οικίαν πλουσίου οθωμανού, ην ως αρρεναγωγείον χρησιμοποιεί. Πονεί δε και αύτη δια την έλλειψιν καταλλήλου σχολικού των θηλέων κτιρίου και συγκεντρούσα περί τούτο τας προσπαθείας της πιστεύει εις προσεχή πλήρωσιν αυτής.

Λίγο πριν το έτος 1909 πέρασε από την Μουσθένη και ο ιατρός Ανδρέας Αρβανίτης, Γενικός Γραμματέας του Παμμακεδονικού Συλλόγου και τις εντυπώσεις του εξέδωσε στην Αθήνα, σ’ ένα έργο του υπό τον τίτλο «Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ». Στο έργο του αυτό ο ανωτέρω αναφέρει, μεταξύ άλλων και τα εξής: Μουσθένη χωρίον, επί των μεσημβρινών κλιτύων του Παγγαίου όρους κείμενον και 3 ώρας της Πραβίστης απέχον, μετά 500 Ελληνομακεδόνων».

Στον Β’ τόμο του έργου του Μιχαήλ Χουλιαράκη, με τον τίτλο «Γεωγραφική, διοικητική και πληθυσμιακή εξέλιξις της Ελλάδος 1821-1971», το οποίο εκδόθηκε από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, στην Αθήνα, το 1975, αναφέρεται ότι κατά το έτος 1913 η Μουσθένη είχε 1.733 κατοίκους.

Η αείμνηστη Αιμιλία Στεφανίδου, στην μνημειώδη, διδακτορική διατριβή της, με τίτλο «Η ΠΟΛΗ-ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ - ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ (1391-1912)», περιέλαβε τον υπό τον αύξοντα αριθμό 32 πίνακα, που έχει υπέρτιτλο «επιχορηγήσεις των ελληνικών σχολείων της προξενικής περιφέρειας της Καβάλας, από την Επιτροπή προς ενίσχυσιν της ελληνικής εκκλησίας και παιδείας στην Μακεδονία», στον οποίο αναφέρεται ότι το σχολείο της Μουσθένης ενισχύθηκε οικονομικά, από την προαναφερθείσα Επιτροπή, κατά τα σχολικά έτη 1889-1890, 1891-1892, 1896-1897, 1909-1910 και 1910-1911.

Τέλος, το έτος 1913 ο Τρύφων Ευαγγελίδης, καθηγητής του Γυμνασίου Βόλου, στο έργο που εξέδωσε στην Αθήνα, με τίτλο «ΝΕΑ ΕΛΛΑΣ, ήτοι ιστορική, γεωγραφική, τοπογραφική και αρχαιολογική περιγραφή των νέων Ελληνικών χωρών: Ηπείρου, Θεσσαλίας, Μακεδονίας, νήσων και οδηγός σαφής και ακριβής των ταξιδιωτών και περιηγητών», αναφέρει ότι η Μουσθένη είχε 500 Έλληνες κατοίκους και 900 Τούρκους.

Στη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης του 1821, η περιοχή της Μουσθένης πλήρωσε βαρύτατο τίμημα, όπως βλέπουμε, λ.χ., στην ανακοίνωση του Αρχιμανδρίτη Γαβριήλ, με τίτλο «καθορισμός του τόπου μαχών του Νικοτσάρα, εις την Ανατολικήν Μακεδονίαν, κατά το 1806», που έγινε στα πλαίσια του «Α’ Τοπικού Συμποσίου: Η Καβάλα και η περιοχή της. 1980», στην οποία αναφέρεται ότι οι Τούρκοι, μένεα πνέοντες για τις ήττες και τις ταπεινώσεις που είχαν υποστεί από το Νικοτσάρα, μετά την αποχώρησή του από το Παγγαίο επέδραμαν στο μετόχι της Ιεράς Μονής Διονυσίου του Αγίου Όρους, που υπήρχε κοντά στο Οφάνι, κρέμασαν τον ηγούμενο αυτού Δανιήλ, από τον μεγάλο πλάτανο του Ορφανίου, άρπαξαν όλη την κινητή περιουσία του μετοχίου, (σιτηρά, εργαλεία, ζώα κλπ.) και τα κτήματά της τα παρέδωσαν στις οικογένειες δύο Τούρκων Μπέηδων της Μουσθένης, που είχαν φονευθεί στις μάχες κατά του Νικοτσάρα.

Η απελευθέρωση του Παγγαίου από τον Οθωμανικό ζυγό, υπό τον οποίο η Μουσθένη στέναξε επί 529 χρόνια, (δηλαδή από το 1391, που την κατέλαβαν οι Οθωμανοί), έγινε στις 17 Οκτωβρίου του 1912 (με το τότε ισχύον παλιό ημερολόγιο) από τον καπετάν Ζέρβα Δούκα, οπλαρχηγό από τις Σέρρες.

Πλην όμως, αμέσως μετά την απομάκρυνση τω Τούρκων και συγκεκριμένα από τις 31-10-1912 ήλθαν στην περιοχή οι τότε «σύμμαχοί μας», Βούλγαροι οι οποίοι, ευθύς αμέσως, προέβησαν σε πολυάριθμες και πολύνεκρες στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά του Ελληνικού Στρατού, κατέλαβαν κι έχασαν επανειλημμένα από τον Ελληνικό Στρατό την Πιερία κοιλάδα (όπως και το υπόλοιπο Παγγαίο) και η ουσιαστική απελευθέρωση των τριών οικισμών αλλά και ολόκληρης της περιοχής κι από τους «συμμάχους μας» εκείνους δεν έλαβε χώρα παρά το καλοκαίρι του 1913, μετά από τις περιφανείς νίκες του Ελληνικού Στρατού κατά των Βουλγάρων στο Κιλκίς – Λαχανά και σ’ όλα τα βόρεια σύνορά μας, στα πλαίσια του νικηφόρου Δευτέρου Βαλκανικού Πολέμου.



Κλείνω αυτή την περιήγησή μου, στην πανάρχαια ιστορία της Μουσθένης καικ της γύρω απ’ αυτήν περιοχής, με το ακόλουθο απόσπασμα από τα «ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία για τη Μουσθένη», της αγαπητής Δημητρίας Μαλαμίδου:

«Για τα νεότερα χρόνια, κυρίως τους τελευταίους αιώνες της τουρκοκρατίας έχουμε αρκετές αναφορές στη Μουσθένη μέσα στα κείμενα των περιηγητών που πέρασαν από την περιοχή (από τον 18ο μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα) και τα «υπομνήματα αναγνώρισης εδάφους» τα οποία συνέταξαν αξιωματικοί του Ναπολέοντα που στάλθηκαν μυστικά, το 1807, στις ευρωπαϊκές επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι πηγές αυτές μιλούν για την Μουστένια που ήταν τούρκικο κεφαλοχώρι με πλούσιους Τούρκους και μερικούς Έλληνες. Μιλούν επίσης για ένα χάνι που ονομαζόταν Καϊναρτζίχαν ή Μουστένια, όπως και το παρακείμενο χωριό. Η θέση αυτού του χανιού ταυτίζεται με τη σημερινή τοποθεσία «Καϊνάκι» στον κάμπο. Στα γύρω χωράφια, λένε οι ταξιδιώτες που περιγράφουν το τοπίο, υπήρχαν αμπέλια. Γενικά η Πιερία κοιλάδα αναφέρεται από τους ταξιδιώτες που πέρασαν από εδώ ως μια από τις πιο κατοικημένες και καλύτερα καλλιεργημένες περιοχές της Τουρκίας με πλούσια παραγωγή, εκτός από τον καπνό και το βαμβάκι, σε σιτάρι, καλαμπόκι, λινάρι και οπωροφόρα δέντρα.

Ο βασικός οικιστικός πυρήνας της Μουστένιας δεν είναι δύσκολο να αποκατασταθεί στα μάτια ενός υποψιασμένου επισκέπτη που θα επισκεφθεί το σημερινό χωριό και θα περιηγηθεί στα στενά δρομάκια της Μουσθένης. Οι άνθρωποι έχουν αλλάξει μετά από τις ανταλλαγές των πληθυσμών το 1922, το όνομα πήρε μια πιο αρχαιοπρεπή μορφή, αλλά ο όμορφος τόπος με τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά του εξακολουθεί να προσφέρει ποιότητα στην ανθρώπινη δράση».

ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΡΤΩ, ΟΙ ΚΑΤΑ ΣΕΙΡΑΝ 12Η ΕΩΣ ΚΑΙ 27Η ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗΤΗ ΦΙΛΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΕΧΤΑΝΙΔΟΥ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΘΕΡΜΑ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥΣ. ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΕΣ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ.

ΣΤΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΥΤΕΣ, ΒΛΕΠΕΤΕ:

Στην 1η και την 2η, ερείπια του χανιού της Κουνάγρα.

Στην 3η και την 4η, το κάστρο στην θέση «Τσάλι» της Μουσθένης

Στις 5η, 6η, 7η και 8η, το λατρευτικό σπήλαιο «της Παναγιάς οι τρύπες»

Στις 9η έως και 14η, μακρινές, συνολικές απόψεις της όμορφης Μουσθένης

Στις 15η έως και 26η, κοντινές εικόνες και ομορφιές του ιστορικού αυτού χωριού

Στην 27η, μια μουσουλμανική, επιτύμβια στήλη, από το μουσουλμανικό νεκροταφείο της Μουσθένης. Η επιγραφή που είναι γραμμένη πάνω της, όπως μου την μετέφρασε, από την παλιά, οθωμανική (ή, μάλλον, περσική) γραφή στη νέα, τουρκική, ο διαδικτυακός φίλος Yusuf Daciraki, είναι η εξής:

Gelip kabrim ziyaret eden ihvan

Edeler rûhuma bir Fâtiha ihsan

Merhum Hüseyin bin Ali Ağa'ya

Rızâen lillâh el-Fâtiha Sene 1312

Και η (σχετικά ελεύθερη) μετάφρασή της στην ελληνική γλώσσα: Όποιος ήρθε κι επισκέφθηκε τον τάφο μου, προσφέρει δώρο στην ψυχή μου, στον μακαρίτη τον Χουσεΐν μπιν Αλί αγά, τα καλύτερα της ημέρας.
Έτος 1312 (από Εγίρας, ήτοι,1895).

Τέλος, στην 28η φωτογραφία βλέπετε ένα απόσπασμα οθωμανικού χάρτη, στον οποίο αναφέρεται, φυσικά, η Μουσθένη.