ΜΙΑ «ΑΙΡΕΤΙΚΗ» ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ REMPE, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΦΥΛΕΤΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΙΟΜΗΔΗ, ΓΙΟΥ ΤΟΥ ΤΥΔΕΑ ΚΑΙ ΦΟΝΕΑ ΤΟΥ ΡΗΣΟΥ, ΒΑΣΙΛΙΑ ΤΩΝ ΗΔΩΝΩΝ ΓΡΑΚΩΝ ΤΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ
Ο «ΑΛΛΟΣ» ΔΙΟΜΗΔΗΣ, ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ, ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΟΦΑΓΑ ΑΛΟΓΑ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΣΚΟΤΩΣΕ Ο ΗΡΑΚΛΗΣ
Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΔΥΟ, ΠΟΥ ΠΡΟΑΝΈΦΕΡΑ
Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΒΔΗΡΩΝ – Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΒΔΗΡΟΥ, ΕΠΩΝΥΜΟΥ ΗΡΩΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
(Το κείμενο που αναρτώ στηρίζεται στην υποβληθείσα το έτος 1927, από τον διακεκριμένο, Γερμανό φιλόλογο και Ελληνιστή JOHANNES REMPE (1903-1977), στο Wilhelmine - Westphalian Univerrsity (Πανεπιστήμιο) του Münster της Γερμανίας, διδακτορική διατριβή, που είχε τίτλο «DE RHESO THRACUM HEROE», δηλ. «περί του Ρήσου, ως Ήρωα λατρευομένου από τους Θράκες».
Στο Γ’ κεφάλαιο της διδακτορικής του διατριβής, ο λαμπρός Ελληνιστής Rempe απαντά ως εξής στο ερώτημα, πώς προέκυψε ότι ο Ρήσος λέγεται ότι σκοτώθηκε από τον Διομήδη, μια ιστορία που αναφέρεται για πρώτη φορά στην Δολώνεια (10η) Ραψωδία της Ιλιάδας:
Δεν μπορεί ν’ αμφισβητήσει κανείς ότι σε τέτοιους μύθους, (που στα γερμανικά ονομάζονται Sagen), με τον έναν ή τον άλλο τρόπο υπάρχουν ψήγματα της πραγματικής ιστορίας, όσο κι αν είναι δύσκολο ν’ ανακτηθεί κάτι με βεβαιότητα από αυτούς. Έτσι, και στις ιστορίες που μιλούν για τον Ρήσο, που σκοτώθηκε (στην Τροία) από τον Διομήδη και για την αρπαγή, ως λάφυρων, των φημισμένων αλόγων του, ο Bethe (Neue Jahrbücher 7 1901, 660,664- PW V 818) «είδε» τους πολέμους των Ελλήνων αποίκων με τους Θράκες κατοίκους των βόρειων ακτών του Αιγαίου, στην περιοχή των Αβδήρων. Για τον άλλο μυθολογικό Διομήδη, τον Διομήδη της Θράκης, του οποίου τα ανθρωποφάγα άλογα νικήθηκαν, μαζί με τον κύριό τους, από τον Ηρακλή, κοντά στα Άβδηρα, ο Bethe πιστεύει ότι ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Διομήδη, τον γιο του Τυδέα, ο οποίος αναφέρεται από τον συγγραφέα της 10ης Ραψωδίας της Ιλιάδας να πολεμά εναντίον των Θρακών. Διότι (πιστεύει ο Bethe ότι) η μάχη δεν έγινε στην Τρωάδα, αλλά κάπου στις ακτές της Θράκης, αφού ο Ρήσος αποκαλείται από τον Ιππώνακτα «Aeneiôn palmus» («βασιλιάς των Αινείων») και ο Διομήδης των Αβδήρων και ο Οδυσσέας, που ήταν φίλος του Μάρωνα, βασιλιά του Ισμάρου, στη Θράκη, ήταν γείτονές του.
Σίγουρα, λοιπόν, ο Bethe είχε δίκιο, να θεωρεί ότι ο μύθος που συζητάμε υποδηλώνει μάχες μεταξύ των Θρακών και κάποιας γειτονικής φυλής ανθρώπων, εχθρικών προς αυτούς, στις βόρειες περιοχές του Αιγαίου, αλλά εγώ διαφωνώ με την ιδέα του για τον Θράκα Διομήδη. Διότι ο Θράκας Διομήδης είναι εχθρός του Ηρακλή, ο οποίος είναι Έλληνας ήρωας. (Ευριπίδης Άλκηστις 483 κ.ε., Ηρακλής 380 κ.ε., Διόδωρος 4.15.3 και άλλοι), ενώ ο Διομήδης που σκότωσε τον Ρήσο, σύμφωνα με τον ποιητή της Δολώνειας (10ης) Ραψωδίας της Ιλιάδας, (Ιλ. 10.494), σκοτώνει έναν Θράκα, διότι υποτίθεται ότι ο ίδιος είναι Έλληνας. Πώς μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο ίδιος αυτός Διομήδης, αφενός μεν στον Όμηρο πολεμά εναντίον ενός Θράκα, αφετέρου, όμως, πολεμά και εναντίον ενός Έλληνα ήρωα, του Ηρακλή, αν ο ίδιος είναι Έλληνας; Άλλωστε, αν και οι μελετητές είχαν υποστηρίξει ότι το περίγραμμα αυτού άθλου του Ηρακλή θα έπρεπε να τοποθετηθεί» σε κάποιον άλλο τόπο προέλευσης και ότι μόνο αργότερα μεταφέρθηκε στη Θράκη και συνδέθηκε με την ίδρυση της πόλης των Αβδήρων, (η οποία βρισκόταν, επίσης, στη Θράκη), σήμερα είναι γενικά αποδεκτό ότι η προέλευση ολόκληρης της ιστορίας αυτής ανήκει ακριβώς στην εποχή κατά την οποία ιδρύθηκαν τα Άβδηρα, (σύμφωνα με τον μύθο, το 654 π.Χ., ως αποικία των Κλαζομενών) και οφείλει τη μορφή της στις αποικιστικές εκστρατείες και τις μάχες των Ελλήνων ιδρυτών της. Διότι, εφόσον ο Ηρακλής δεν αναφέρεται πουθενά ότι υπέταξε τον Διομήδη και τα άλογά του σε κάποιον άλλο τόπο και (εφόσον) πολλές άλλες περιπέτειές του διαδραματίζονται στη Θράκη (Friedländer cit. 3ff), δεν μπορούμε κι εμείς να τοποθετήσουμε την ήττα του Διομήδη κλπ. από τον Ηρακλή κάπου αλλού.
Ο Ηρόδοτος (Ιστορίαι 1.168) λέει ότι τα Άβδηρα ιδρύθηκαν, για πρώτη φορά, από τον Τιμήσιο από τις Κλαζομενές, τον οποίο αργότερα οι Τήιοι τιμούσαν ως τον ήρωα - ιδρυτή της πόλης και στη συνέχεια επανιδρύθηκαν από τους Τήιους, οι οποίοι (έτσι) απέφυγαν την υποταγή τους στους Πέρσες.
Σήμερα γίνεται αποδεκτό ότι περίπου το 654 π.Χ., οι Κλαζομενείς αποίκισαν τα Άβδηρα και ότι οι Τήιοι πήγαν εκεί ως δεύτερο κύμα αποίκων, περίπου το 543 π.Χ. (Hirschfeld, PW I 22- Strack, Nordgriechische Münzen I 1, Βερολίνο 1912, 4). Ο νεαρός Άβδηρος, που λέγεται ότι ήταν αγαπημένος του Ηρακλή, (Ελλάνικος, fr. 135 (= Στεφ. Βυζ. βλ. λ. Ἄβδερα), Απολλόδωρος 2.5, 7- Υγίνος fab. 30 - Στράβων 7.331.44 - Robert ΙΙ. 460, 1) και στη μνήμη του οποίου, αφού τον είχαν καταβροχθίσει τα άλογα του Διομήδη, ο Ηρακλής λέγεται ότι ίδρυσε τα Άβδηρα, εμφανίζεται, σ’ ένα απόσπασμα του Πίνδαρου, ως ήρωας με χάλκινη πανοπλία, ο οποίος προβάλλεται ως προστάτης της πόλης. (Πίνδαρος, Παιάνας 2, για τους Αβδηρίτες, P. Oxy. 841, τ. 5, 1908, σ. 27ff, στίχοι 1ff και 104ff- πρβλ. von Arnim Wiener Eranos, Βιέννη 1909, 8-19- Jurenka, Philologus 71, 1912, 173-210- Sitzler, Wochenschrift für Kl. Phil. 1911, 586-590. Από αυτό συνάγεται, ορθά, το συμπέρασμα ότι ο Άβδηρος ήταν ο (πρώτος) ήρωας - ιδρυτής των Αβδήρων (Jurenka 175- Wilamowitz Σαπφώ u. Σιμωνίδης 254). Αυτό ταιριάζει απόλυτα με την άποψη του Solinus 10.10: «Τα Άβδηρα, στην 31η Ολυμπιάδα, είχαν μετατραπεί, με τα χρόνια, σ’ ερείπια, αλλά οι Κλαζομενείς της Ασίας τα αποκατέστησαν, με καλύτερη εμφάνιση, γκρεμίζοντας ότι είχε προηγηθεί και διεκδικώντας τα ως δικά τους». (Ο Solinus λέει, επίσης, ότι τα Άβδηρα ιδρύθηκαν για πρώτη φορά και πήραν το όνομά τους από την αδελφή του Διομήδη).
Η ιστορία ότι ο Άβδηρος καταβροχθίστηκε από τα άλογα του Διομήδη, υποστηρίζει ο Jurenka, σημαίνει ότι ο Άβδηρος, αφού ίδρυσε τα Άβδηρα, πέθανε πολεμώντας, η ιστορία δε, ότι ο Διομήδης ηττήθηκε (και φονεύθηκε) από τον Ηρακλή, (από εκδίκηση), σημαίνει ότι οι Έλληνες κέρδισαν αργότερα τον έλεγχο της πόλης.
Εγώ θα προσπεράσω τη θεωρία του Jurenka ότι ο Ηρακλής ήταν στην πραγματικότητα ο (φοινικικός θεός) Melkart και ότι υπήρχε μια φοινικική πόλη - λιμάνι κοντά στα Άβδηρα, καθώς κάτι τέτοιο δεν υποστηρίζεται, απ’ όσα γνωρίζουμε για τη φοινικική ιστορία (βλ. Strack 1. 2, 2.4, Friedländer 12), όμως, για τη συζήτησή μας, το απόσπασμα του παιάνα του Πινδάρου για τους Αβδηρίτες, που αφορά την ίδρυση των Αβδήρων, έχει μεγάλη σημασία, παρόλο δε που το κείμενό του είναι πολύ κατεστραμμένο, οι μορφωμένοι διορθωτές του μας έκαναν προσιτή την ουσία όσων λέει ο Πίνδαρος, (αποσπάσματα από τον 2ο Παιάνα, τον αφιερωμένο στους Αβδηρίτες – ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟΝ ΠΑΙΑΝΑ ΤΟΝ ΒΡΗΚΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΑΡΤΩ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ):
«...Ω Άβδηρε, θωρακισμένε με την χάλκινη πανοπλία σου, παιδί της Ναϊάδας Θρονίας και του Ποσειδώνα,
Θα καταπιαστώ μ’ αυτόν τον παιάνα για έναν ιωνικό λαό,
για χάρη του Απόλλωνα Δηρήνου και της Αφροδίτης... (1-4)
...γιατί εγώ, (τα Άβδηρα), κατοικώ, σ' αυτή τη θρακική γη, την αμπελοφυτεμένη και καρποφόρα -
ας μη μου κάνει, όμως, ζημιά ο μακρύς και αδυσώπητος χρόνος:
Είμαι μια νέα πόλη: η μητέρα της μητέρας μου ήταν θαμμένη...
Καμένη ολόκληρη από τη φωτιά των εχθρών-
αν όμως ένας άνθρωπος βοηθάει τους φίλους
κι αντιστέκεται με δύναμη στους εχθρούς,
ο κόπος του φέρνει ειρήνη, όταν (ο κόπος) γίνεται την κατάλληλη ώρα...
...Ένας άνθρωπος πρέπει ν’ αποδίδει στους γονείς του μεγάλο μερίδιο δόξας - αυτοί, που με πόλεμο απέκτησαν μια καρποφόρα γη, εδραίωσαν την ευημερία, αφού έδιωξαν, πέρα από τον Άθωνα, τη θεϊκή τους τροφό, τις λογχοφόρες φυλές των Παιόνων -
τότε τους βρήκε μια φοβερή μοίρα, ωστόσο, εκείνοι επέμειναν και, κατόπιν τούτου, οι θεοί ενώθηκαν για να εκπληρώσουν (την επιθυμία τους):
(γιατί ο άνθρωπος, που επιτελεί ένα ένδοξο έργο, επαινείται: ήρθε πάνω τους
μεγάλο φως, εναντίον των εχθρών τους, πριν τον Μελάμφυλλο...)
(Πίνδαρος, Παιάνας 2 για τους Αβδηρίτες, 57-70)
Ο Von Arnim κατάφερε να συμπληρώσει ως εξής το κενό με το όνομα του (όρους) Ά[θως], με τη βοήθεια ενός σχολίου που υπήρχε στο περιθώριο του εδαφίου 65: «αφού εκδιώχθηκαν πέρα από τον Άθωνα, οι κάτοικοι επέστρεψαν, αμυνόμενοι εναντίον εκείνων που τους είχαν εκδιώξει και νίκησαν». Ο ίδιος παραπέμπει επίσης στο χωρίο του Ηροδότου (1. 168), στο οποίο αναφέρεται ότι ο Τιμήσιος από τις Κλαζομενές, ο ιδρυτής των Αβδήρων, τον οποίο εκδίωξαν οι βάρβαροι, λατρευόταν από τους Τηίους, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στα Άβδηρα για έναν αιώνα, ως ο ήρωας - ιδρυτής τους.
Εμένα μου αρέσει πολύ αυτή η ερμηνεία του χωρίου. Διότι, αν διαβάσουμε, με τον τρόπο αυτόν, τόσο το κείμενο του παιάνα, όσο και το σχόλιο στον στίχο 65, αυτά αποκτούν νόημα: Οι Αβδηρίτες, που λέγεται στους στ. 64 κ.ε. ότι είναι καλότυχοι και νικούν τους εχθρούς τους με τη βοήθεια των θεών, είναι οι ίδιοι μ’ εκείνους που, λίγο πριν, αναφέρεται ότι εκδιώχθηκαν.
Εδώ, βέβαια, ο Jurenka (180, 11), για ν’ αντικρούσει την ανάγνωση του von Arnim, προβάλλει το επιχείρημα ότι οι «τοκείς», (σημείωση δική μου: Που αναφέρονται στον παιάνα σε δοτική πτώση «τοκεύσι), είναι πάντοτε γονείς και πουθενά δεν χρησιμοποιείται η λέξη αυτή για να δηλώσει τους «προγόνους», ακόμη, όμως, κι αν αυτό επιχείρημα είναι βάσιμο, κι αν ακόμη, δηλαδή, οι «τοκείς» δεν είναι πουθενά αλλού «πρόγονοι», εξακολουθεί να είναι εύλογο ότι, σε αυτό το ένα (και μοναδικό) σημείο, ο Πίνδαρος, με ποιητική άδεια, αποκάλεσε τους Κλαζομενίους Αβδηρίτες αποίκους «γονείς» των Τηίων Αβδηριτών αποίκων. Διότι, αν και ο Wilamowitz (249f), ορθά, λέει ότι οι Κλαζομενείς δεν ήταν, σε καμία περίπτωση, «πρόγονοι» (ή έστω συγγενείς) των Τηίων, εντούτοις είχαν καταλάβει τον τόπο πριν από την άφιξη των Τηίων και αμφότεροι ανήκαν στη φυλή των Ιώνων.
Ο Jurenka, ωστόσο (180, 203) και ο Wilamowitz (249) χρησιμοποιούν τις λέξεις «αυτοί που μέσω του πολέμου», (63 κ.ε.), για ν’ αναφερθούν στους Τηίους και να περιγράψουν κάποια καταστροφή που τους συνέβη, για την οποία (όμως) δεν βρίσκουμε καμία αναφορά, σε καμία άλλη πηγή.
Όπως και αν είναι, αυτό είναι το πιο σημαντικό σημείο: Ο Πίνδαρος μας πληροφορεί ότι οι πρόγονοι ή οι πατέρες ή οι γονείς των Τηίων είχαν διώξει τους Παίονες πέρα από τον Άθωνα.
Ο Von Arnim (16) επισημαίνει, επίσης, ότι δεν είναι περίεργο που ο Πίνδαρος αποκαλεί τους Θράκες, τους οποίους εκδίωξαν οι Αβδηρίτες, «Παίονες», διότι αυτοί οι άνθρωποι ζουν πιο πάνω, στα βόρεια και ανατολικά - και θα μπορούσε, εύκολα, κάποιο τμήμα της φυλής των Παιόνων να ζούσε στην ύπαιθρο, γύρω από τα Άβδηρα - ή ότι ο Πίνδαρος δεν τους αποκάλεσε με το σωστό τους όνομα.
Ο Wilamowitz (249f) υιοθετεί αυτή την εναλλακτική λύση, θεωρώντας ότι με το όνομα «Παίονες» ο Πίνδαρος εννοούσε τους Βίστωνες, διότι δεν γνώριζε αρκετά καλά την περιοχή μεταξύ Νέστου και Αξιού, ούτε την ιστορία της αποικιακής εκστρατείας των Κλαζομενίων. Εγώ, όμως, εκτός από τη δυσκολία που έχω, να δεχθώ την άποψη ότι ο Πίνδαρος έφτιαξε έναν Παιάνα προς τιμήν των Αβδηριτών, χωρίς να γνωρίζει καθόλου την ιστορία τους, γνωρίζω και ότι οι Παίονες ήταν Ιλλυριοί, τους οποίους οι Στρυμόνιοι (σημ. δική μου: οι παρά τον ποταμό Στρυμόνα Θράκες) είχαν εκδιώξει παλαιότερα από τη γη τους. Είναι ως εκ τούτου, πιο εύλογο να δεχθώ ότι αυτοί είχαν εκδιωχθεί ακόμη πιο πέρα, προς τ’ ανατολικά, απ' όπου είχαν έλθει. Ο Ηρόδοτος (2.46) αναφέρει ότι οι Πέρσες, με στρατηγό τον Μεγαβάζο, υπέταξαν τους Περίνθιους, (σημ. δική μου: Πέρινθος ήταν αρχαία, θρακική πόλη, που βρισκόταν στην θέση της βυζαντινής Ηράκλειας, στην θρακική ακτή της Προπoντίδας. Σήμερα ονομάζεται Eregli), που παρέμεναν ακόμη στην ευρωπαϊκή Θράκη, οι οποίοι παλιότερα είχαν πολλά προβλήματα με τους Παίονες - και ότι ο Βίστων, ο ήρωας – ιδρυτής των Βιστώνων, γιος του Άρη και της Καλλιρρόης, ήταν αδελφός του Οδόμαντα και του Ηδωνού (των ηρώων - ιδρυτών των φυλών των Οδομάντων και των Ηδωνών). Πληροφορούμαστε, όμως, από τον Στέφανο Βυζάντιο, στο λήμμα «Βιστωνία», ότι ο Βίστων, λέγεται από κάποιους ότι ήταν γιος του Παίονα, γιου του Άρη και ο Tomaschek (I 41) υποστηρίζει, εύλογα, ότι αυτό σημαίνει ότι οι Παίονες μετακινήθηκαν ανατολικότερα, με την πάροδο του χρόνου. Δεδομένου τώρα ότι, από τον παιάνα του Πίνδαρου και από το σχόλιό του στον 65ο στίχο, μπορούμε να γνωρίζουμε ότι τόσο οι Κλαζομενείς όσο και οι Τήιοι, εγκαθιστώντας τις αποικίες τους γύρω από τα Άβδηρα, θεώρησαν απαραίτητο να πολεμήσουν τους Παίονες, είναι πολύ πιθανό ότι, τον 7ο αιώνα π.Χ., οι Παίονες εκδίωξαν τους Κλαζομενείς από τα Άβδηρα. Επίσης, πιθανότατα οι Δωριείς άποικοι, (τους οποίους, μπορούμε να φανταστούμε ότι υπονοεί ο μύθος του όγδοου άθλου του Ηρακλή, ότι προσπαθούσαν ν’ ανακαταλάβουν την περιοχή αυτή ακόμη νωρίτερα), είχαν πολεμήσει με τους Παίονες ακόμη πιο παλιά.
Ο Wilamowitz (254) και ο Robert (II 461) υπέθεσαν και οι δυο ότι αυτή η δωρική εκστρατεία έλαβε χώρα στο διάστημα ανάμεσα στην προσπάθεια των Κλαζομενίων (περίπου 650) και αυτήν των Τηίων (περίπου 540) – διότι, εφόσον δεν υπάρχει τίποτε στην ιστορία, σχετικά με αυτό το γεγονός, παρόλα, όμως, αυτά, ο Ηρακλής συνδέεται με τα Άβδηρα, θα μπορούσαμε, δικαιολογημένα, να υποθέσουμε ότι η εκστρατεία των Δωριέων έλαβε χώρα πλησιέστερα προς την εποχή του ήρωα Άβδηρου, παρά προς την εκστρατεία των Τηίων.
Σε αυτό το πλαίσιο, (εν προκειμένω), είναι σημαντικό ότι ο Friedländer (3ff., 21, 30. 12, 17, 136f) προσπάθησε να δείξει ότι οι άθλοι του Ηρακλή μπορεί κάλλιστα να είχαν διαδραματιστεί στη Θράκη και ότι εκεί μπορεί να ήταν το κέντρο του έπους των δώδεκα άθλων. Πιστεύει, ως εκ τούτου, ότι η ιστορία του Ηρακλή και του Θράκα Διομήδη θα πρέπει να συσχετιστεί με τους άλλους μύθους του Ηρακλή, που διαδραματίζονται στη Θράκη ή γύρω από αυτήν και ότι όλες αυτές οι ιστορίες σχετίζονται με τις αποικιστικές εκστρατείες των Δωριέων. Υποστηρίζει επίσης ότι όλες αυτές οι δωρικές ιστορίες δημιουργήθηκαν στα μέρη της Μικράς Ασίας, από τα οποία είχαν έρθει στη Θράκη οι πρώτοι Έλληνες άποικοι. Όσον αφορά, τέλος, τη χρονολόγηση αυτών των δωρικών εκστρατειών, πιστεύει (21) ότι όλες έλαβαν χώρα πριν το 700 π.Χ.
Αν, τώρα, βασιστούμε σ’ αυτές τις διαπιστώσεις του Friedländer, μπορούμε να δημιουργήσουμε το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα αυτών των γεγονότων:
Στα τέλη του 8ου ή στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ., τα Άβδηρα ιδρύθηκαν από τον «Άβδηρο», ή μάλλον, από άνδρες που τον θεωρούσαν προστάτη και ήρωα - ιδρυτή της πόλης τους. Στη συνέχεια, οι Δωριείς (ο Φρίντλαντερ πιστεύει ότι ήταν Ρόδιοι), λίγο αργότερα, πολέμησαν κατά των Θρακών, συμμάχων των Παιόνων, (οι οποίοι είχαν εκδιώξει τον «Άβδηρο» και τους συντρόφους του ή τους είχαν σκοτώσει), τους νίκησαν κι επανίδρυσαν την πόλη, (ή, αν η πρώτη προσπάθεια ίδρυσης είχε αποτύχει στο σύνολό της την «ίδρυσαν»), αλλά, μετά από λίγο, η πόλη καταστράφηκε και πάλι, από τον ίδιο συνασπισμό λαών. Την πόλη αυτή, που γι’ άλλη μια φορά σωριάστηκε σ’ ερείπια, οι Κλαζομενείς την κατέλαβαν εκ νέου και προσπάθησαν να την ανοικοδομήσουν, αλλά, γι’ άλλη μια φορά, εκδιώχθηκαν από τους Παίονες. Τελικά, τον 6ο αιώνα, οι Τήιοι είχαν την τύχη να νικήσουν τους Παίονες και τους Θράκες τόσο ολοκληρωτικά, ώστε να μπορέσουν να ξαναϊδρύσουν τα Άβδηρα και να τα κρατήσουν, από τότε, (για τον εαυτό τους).
Έτσι, λοιπόν, ο ένας μύθος, στον οποίο ο Άβδηρος σκοτώθηκε από τα άλογα του Διομήδη (του Θράκα), μιλούσε για τον θάνατο του πρώτου ιδρυτή ή εκείνων που προσπάθησαν, πρώτοι, να ιδρύσουν τα Άβδηρα. Ο επόμενος, ο μύθος της ήττας του Διομήδη, από τα χέρια του Ηρακλή, (στα πλαίσια της εκδίκησής του για τον Άβδηρο), καθώς και της εξημέρωσης των ανθρωποφάγων αλόγων του, φαίνεται να υποδηλώνει τη νίκη των Δωριέων (επί των Θρακών), όπως τον διηγούνταν οι κάτοικοι των περιοχών. Το ότι υπήρχε κάποιος περιφερειακός (τοπικός) ήρωας, που είχε ιερά ή θεϊκά άλογα, τα οποία λάτρευαν οι βάρβαροι, μπορούμε εύλογα, να υποθέσουμε, ένας ήρωας, στον οποίο οι Έλληνες άποικοι έδωσαν το όνομα Διομήδης, είτε επειδή κάποια γεγονότα, που διηγούνταν γι' αυτόν, τον Ιλλυρικό ήρωα, θύμιζαν στους Έλληνες τον Διομήδη, τον γιο του Τυδέα, είτε επειδή τα πραγματικά ονόματα ήταν παρόμοια. Ο Farnell, μάλιστα, υποστήριξε πρόσφατα ότι στην κατασκευή του μυθικού χαρακτήρα του Διομήδη, του κυρίου των αλόγων, μπορεί να έπαιξαν ρόλο οι μύθοι των Ιλλυριών. Πιστεύει δηλαδή ότι οι Ιλλυριοί ήταν οι πρώτοι που ταύτισαν τον Διομήδη, τον γηγενή ήρωα των Αχαιών της Θεσσαλίας, με τα θρυλικά άλογα και ότι, μέσω αυτών, ο μύθος έφτασε στις Ιλλυρικές φυλές των Βενετών και των Δαρδάνων.
Κι εγώ σκεφτόμουν, εδώ και καιρό, κάτι τέτοιο: Ότι ο Διομήδης, που, όπως μας λέει ο Στράβων (5.215), λατρευόταν ως ήρωας από τους Βενετούς, έναν Ιλλυρικό λαό, ήταν ο ίδιος με τον «θρακικό» Διομήδη του μύθου του Ηρακλή. Διότι και οι δύο είναι ήρωες που απολαμβάνουν τα άλογα και τους οποίους οι Έλληνες αποκαλούσαν «Διομήδη». Το γεγονός ότι ο Farnell, μια μεγάλη αυθεντία στην ελληνική λατρεία, πιστεύει ότι τα άλογα του Διομήδη προέρχονται από τους Ιλλυριούς, μου φαίνεται πολύτιμο υποστηρικτικό επιχείρημα, το οποίο κάνει πιο βέβαιη την υπόθεσή μου, ότι η ιδέα μου, ότι ο Διομήδης ήταν Ιλλυρικός ήρωας, δεν είναι, στην πραγματικότητα, ολότελα αβάσιμη. Γι’ αυτόν τον λόγο τόλμησα να συνεσφέρω τη δική μου άποψη για τον Διομήδη, ότι ήταν Ιλλυρικός ήρωας, όσο τολμηρή και αν είναι. Ως εκ τούτου, θα έλεγα ότι τόσο η ιστορία του Διομήδη, του φονέα του Ρήσου, όσο και του Διομήδη, που νικήθηκε από τον Ηρακλή, αναφέρονται, στην πραγματικότητα, σ’ έναν και τον αυτό ήρωα, πλην όμως, σ’ έναν ήρωα, που κατάγεται από την Ιλλυρία και όχι από τη Θράκη.
Μ’ αυτό τον τρόπο, με τις μεταναστεύσεις των Ιλλυριών, έφτασε ο Διομήδης στην κοιλάδα του Στρυμόνα και όταν οι Παίονες, Ιλλυριοί από φυλετική άποψη, εκδίωξαν τους Στρυμονίτες Θράκες, προέκυψε η ιστορία ότι ο Ρήσος ο Θράκας εξουδετερώθηκε (φονεύθηκε) από τον ήρωα των Ιλλυριών. Αφού όμως νίκησαν τους Στρυμονίτες, οι Παίονες κινήθηκαν ανατολικότερα και (γι’ αυτό) έλαβαν μέρος σ’ εκείνες τις συγκρούσεις με τους Έλληνες αποίκους, από τις οποίες προέκυψε ο μύθος του «Θράκα» Διομήδη, των άγριων αλόγων του και του θανάτου του από τα χέρια του Ηρακλή. Έτσι, για να τα συνοψίσουμε όλα: ο ήρωας των Ιλλυριών, ο φονιάς του Ρήσου και ο αντίπαλος του Ηρακλή (στον όγδοο άθλο), είναι όλοι ένα και το αυτό πρόσωπο, το οποίο, αργότερα, οι Έλληνες ονόμασαν «Διομήδη».
Το γεγονός, τώρα, ότι ο ήρωας αυτός ονομάζεται βασιλιάς των Βιστώνων, μιας φυλής Θρακών, δεν προκαλεί έκπληξη, διότι οι Βίστωνες, που ζούσαν γύρω από τα Άβδηρα, μπορεί, κάλλιστα, να είχαν υιοθετήσει την λατρεία του Διομήδη από τους Παίονες, δεδομένου ότι φαίνεται πιθανό ότι οι Βίστωνες είχαν κατακτηθεί απ’ αυτούς. Ή αν αυτό φαίνεται λιγότερο πιθανό, θα μπορούσε, βέβαια, να έχει συμβεί το εξής: Κάποιοι από τους Παίονες, οι οποίοι λάτρευαν τον Διομήδη, είχαν εγκατασταθεί στην επικράτεια των Βιστώνων και οι Έλληνες, δεδομένου ότι μόνο ένα μικρό μέρος της επικράτειας των Βιστώνων κατοικούνταν από Παίονες, ονόμασαν αυτούς, τους λατρευτές του Διομήδη, επίσης, Βίστωνες.
Τέλος, η άποψη του Tomaschek (Ι 41) για τον Θράκα Διομήδη «σηκώνει συζήτηση». Ο Tomaschek πιστεύει ότι αυτό που μας λένε οι μύθοι, για τον Διομήδη και τα άγρια άλογά του, πρέπει ν’ αναφέρεται σε κάποιον ηγεμόνα κάποιας φυλής Θρακών, όπως ήταν οι Σάιοι ή οι Σίντιοι, ο οποίος είχε ζήσει στα εδάφη των Θρακο- φρυγών Βιστώνων. Είναι δύσκολο να βρει κανείς, κάποια, πραγματικά, εντυπωσιακά επιχειρήματα, για ν’ αντικρούσει αυτή την άποψη, αλλά αισθάνομαι ότι η δική μου λύση, για την ταυτότητα του Διομήδη ως ήρωα των Ιλλυριών, είναι πιο κοντά στην αλήθεια. Δεν πρέπει να ήταν Θράκας ο ήρωας που σκότωσε τον Θράκα ήρωα Ρήσο. Κάτι τέτοιο είναι λιγότερο πιθανό, διότι, σε μια τέτοια περίπτωση θα έπρεπε να δεχθούμε ότι η διαφορά μεταξύ Θρακών και Φρυγοθρακών ήταν ολοκάθαρα διακριτή από όλους και αυτό, πράγματι, προσπάθησε να υποστηρίξει ο Tomaschek. Η απόδειξή του δεν πείθει απόλυτα τον Kretschmer, 173, 212f. Εμένα, μου φαίνεται ότι μια μετακίνηση των Στρυμονιτών προς τα ανατολικά, για ν’ αντιμετωπιστεί μια μετανάστευση των Ιλλυριών προς τα δυτικά, είναι πιο κοντά στο θέμα.
Μένει πια ν’ αναρωτηθούμε, αν οι Έλληνες, πρώτοι, περιέλαβαν στην ποίησή τους την ιστορία του θανάτου του Ρήσου από τα χέρια του Διομήδη ή οι Θράκες. Πολύ λίγα μπορούν να ειπωθούν με βεβαιότητα γι' αυτό, διότι δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτε για τη θρακική ποίηση. Επειδή, όμως, δεν υπάρχει κανένας λόγος ν’ αρνηθούμε ότι υπήρχαν θρύλοι, που κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους βαρβάρους, όπως και ανάμεσα στους Έλληνες, θρύλοι που διατηρούσαν πολύ αρχαίες παραδόσεις, με κάποια ζωντάνια, είναι δυνατόν να υποθέσουμε ότι η ιστορία του θανάτου του Ρήσου στα χέρια του Διομήδη, (στην 10η Ραψωδία της Ιλιάδας), ήταν ήδη γνωστή στους βαρβάρους. Αν δέχεται κανείς ότι οι Έλληνες είχαν ήδη επινοήσει πολλές, παρόμοιες ιστορίες, τότε γιατί να μην είχαν κάνει το ίδιο και στις ιστορίες που είχαν μάθει από τους βαρβάρους, ειδικά, από τη στιγμή που γνωρίζουμε ότι, ήδη τον 8ο αιώνα π.Χ., ένας αριθμός Ελλήνων είχε φτάσει στις βόρειες ακτές του Αιγαίου; Έτσι, οι ιστορίες αυτές αναφέρονταν από τους Έλληνες στον Διομήδη, τον γιο του Τυδέα, ενώ, συνάμα, κάποιος Ομηρικός ραψωδός πήρε την ιστορία της δολοφονίας του Ρήσου από τον Διομήδη και την ενέταξε στην Ιλιάδα. Τα υπόλοιπα στοιχεία, που βρίσκουμε να περιγράφονται στη Δολώνεια (10η) Ραψωδία της Ιλιάδας, προστέθηκαν από τον ίδιο τον ποιητή της Ραψωδίας αυτής, ο οποίος, όταν την έγραφε, φαίνεται αρκετά πιθανό ότι είχε έντονα στο μυαλό του πραγματικές μάχες μεταξύ των Ελλήνων αποίκων και των βαρβάρων που κατοικούσαν στη Θράκη.
Ο Ρήσος, λοιπόν, θεωρούνταν ότι ήταν βασιλιάς των Θρακών, γιος του Στρυμόνα. Οι Θράκες πίστευαν ότι, μετά το θάνατό του, έγινε ήρωας και κατοικούσε σε μια σπηλιά στην Αμφίπολη και ότι στο όρος Ροδόπη, κοντά στους τόπους διαμονής των Ηδωνών, όπου, ίσως, ακόμη κι όταν ήταν ζωντανός, να του άρεσε να κυνηγάει, λατρευόταν ως ήρωας και κυνηγός. Η παράδοσή του διαδόθηκε, μέσω της μετανάστευσης θρακικών φύλων, που συνδέονταν στενά με τους Ηδωνούς, ίσως πρώτα στην Αίνεια ή την Αίνο και στη συνέχεια στη Μικρά Ασία. Οι μεταναστεύσεις αυτές φαίνεται ότι προκλήθηκαν, τουλάχιστον εν μέρει, από μια επίθεση των Ιλλυριών Παιόνων, ενάντια στα φύλα που κατοικούσαν κοντά στον Στρυμόνα. Τώρα, όταν οι Παίονες είχαν εκδιώξει τους περισσότερους από τους αρχικούς κατοίκους της κοιλάδας του Στρυμόνα, (αλλά όχι όλους, διότι ακόμη και πολύ καιρό μετά την επίθεση αυτή των Παίονων, η μνήμη του Ρήσου διατηρούνταν στην κοιλάδα του Στρυμόνα), οι Θράκες επινόησαν ένα νέο μύθο, σύμφωνα με τον οποίο, ο Ρήσος, ο ήρωάς τους ή βασιλιάς τους, είχε σκοτωθεί από τους Ιλλυριούς Παίονες. Επίσης, έλεγαν ότι ο Ηρακλής είχε διαπληκτιστεί μ’ έναν λατρευόμενο ήρωα ή βασιλιά των Παιόνων, ο οποίος ίσως είχε θέσει υπό την εξουσία του τους Βίστωνες κι έτσι απολάμβανε την λατρεία ήρωα, ακόμη και μεταξύ των ίδιων των Βιστώνων. Με την ιστορία αυτή, διατηρήθηκαν μνήμες από μάχες μεταξύ των Ελλήνων αποίκων των Αβδήρων και των Ιλλυριών και Θρακών γηγενών κατοίκων των περιοχών αυτών. Αυτός ο ήρωας των Παιόνων, επειδή ο χαρακτήρας του έμοιαζε μ’ εκείνον του Έλληνα ήρωα Διομήδη, ονομάστηκε από τους Έλληνες, «Θράξ Διομήδης» και με τον τρόπο αυτόν, ο μύθος του Θράκα ήρωα Ρήσου, που σκοτώθηκε από τον «Θράκα» Διομήδη, (μύθος ο οποίος ήταν ήδη γνωστός στους βαρβάρους), άσκησε την επιρροή του στις ιστορίες του Διομήδη, του γιου του Τυδέα, με τον ίδιο τρόπο που ο μύθος του Διομήδη, του αντιπάλου του Ηρακλή, έγινε δεκτός ως μέρος της παράδοσης της Ιλιάδας. Αυτή η παράδοση, για τον Έλληνα Διομήδη, τον γιο του Τυδέα, επηρέασε τον συγγραφέα της 10ης Ραψωδίας της Ιλιάδας, της καλούμενης «Δολώνειας», ο οποίος ίσως είχε άμεσα στο μυαλό του τις μάχες της δικής του εποχής, μεταξύ των Ελλήνων αποίκων και των γηγενών Θρακών. Από την εποχή του ποιητή της Δολώνειας Ραψωδίας και μετά, η ιστορία του Ρήσου, ως συμμάχου των Τρώων, που σκοτώθηκε από τον Διομήδη, έγινε γνωστή στους Έλληνες και διαδόθηκε τόσο πολύ, ώστε οι θρακικές απαρχές της ιστορίας αποκρύφθηκαν σχεδόν εντελώς. Πράγματι, δεν θα μπορούσαμε ν’ αποκαλύψουμε αυτές τις καταβολές, αν ο συγγραφέας της τραγωδίας «Ρήσος» δεν τις γνώριζε και δεν είχε προσθέσει από την αρχική θρακική ιστορία, ορισμένα, σημαντικά στοιχεία, όπως έδειξε πρόσφατα ο Wilamowitz (Hom. Untersuchungen 413). Και ακόμη και σε συγγραφείς μεταγενέστερων χρόνων, οι οποίοι είχαν αξιόπιστες παραδόσεις και πηγές για όσα έλεγαν, μπορούμε να εντοπίσουμε στοιχεία, για την πραγματική καταγωγή και τη γέννηση του Ρήσου.
ΑΒΔΗΡΙΤΑΙΣ
Α
Ναΐδ]ος Θρονίας ''Αβδηρε χαλκοθώραξ
Πος]ειδάνός τε παί,
σέθ]εν 'Ιάονι τόνδε λαώ
παι]άνα [δι]ώξω
Δη]ρηνόν 'Απόλλωνα πάρ τ' 'Αφρο[δίταν
(desunt str. 5 — 7 cum antistropho=vv. 7 — 22=col. 2)
[13 ll.].κ?α?[..]
..]α? τι?να [τάνδε] ναίω
Θ[ρ]αϊκίαν γ[αί]αν αμπελό[ες]σάν τε καί
εύκαρπον: μή μοι μέγας έρπων
κάμοι εξοπίσω χρόνος έμπεδος.
νεόπολίς ειμι: ματρός
δέ ματέρ' εμάς έτεκον έμπαν
πολεμίω πυρί πλαγεί-
σαν. ει δέ τις αρκ<έω>ν φίλοις
εχθροίσι τραχύς υπαντιάζει,
μόχθος ησυχίαν φέρει
καιρώ καταβαίνων.
ιή ιέ Παιάν, ιή ιέ: Παιάν
#8δέ μήποτε λείπ]οι.
Β
] αλκαί δέ τείχος ανδρών
ύψιστον ίστατ]αι
]ρ?α: μάρναμαι μάν
δάο]ις:
Πος]ειδάν?ιο?[ν γ]ένος [
τών γάρ αν?τ?ομένων
] φέρεσθαι
]ω?ς ε?κ?άς
πο]τικύρση
κα]ί μανίει
#6]
λ]αόν αστών
]
]ο?ι: τό δ' ευβου-
λία τε καί α[ιδ]οί
ε?γ?κείμενο[ν] αιεί θάλλει μαλακαίς ε[υ]δίαι[ς:]
κ?αί τό μέν διδότω
θ?ε?ό?ς: [ο δ]' εχθ?ρ?ά? νοήσαις
ήδη φθόνο?ς οίχεται
τών πάλαι προθανόντων:
χρή δ' άνδρα τοκεύσι<ν> φέρειν
#6βαθ?ύδοξον αίσαν.
τοί σύν πολέμω κτησάμ[ενοι
χθόνα πολύδωρον, όλ[βον
εγκατέθηκαν πέραν 'Α[θόω] Παιόνων
αιχματάν [λαούς ελάσαντε]ς?
ζαθέας τροφού: αλλά [βαρεία μέν
επέπεσε μοίρα: τλάντ[ω]ν
δ' έπειτα θεοί συνετέλεσσα[ν.
ο δέ καλόν τι πονή[ς]αις
ευαγορίαισι φ¦λέγει:
κείνοις δ' υπέρτατον ήλθε φέγγος
άντα δ[υ]σμενέων Μελαμ-
φύλλου προπάροιθεν.
ιή ιέ Παιάν, ιή ιέ: Παιάν
#8δέ μήποτε λείποι.
Γ
‘α]λλά μιν ποταμώ σχεδόν μολόντα φύρσει
βαιοίς σύν έντεσιν
ποτί πολύν στρατόν’: εν δέ μηνός
πρώτον τύχεν άμαρ:
άγγελλε δέ φοινικόπεζα λόγον παρθένος
ευμενής `Εκάτα
τόν εθέλοντα γενέσθαι.
ν]ύν δ' αύ γ[λ]υκυμάχανο?ν?
#6(desunt str. vv. 7 — 9, cum antistropho=vv. 81 — 94=col. 7)
[]
.<..><>.]ε καλέοντι μολπαί
Δάλο]ν αν' εύοδμον αμφί τε Παρ[νας]ς?ίαις
πέτ?¦ρ?αις υψηλαίς θαμά Δ[ελφ]ών
λιπαρ]άμπυ?[κε]ς? ιστάμε?ν?αι χορόν
ταχύ]ποδα π?[αρ]θ?ένοι χα?λ?-
κέα] κ?ελαδ[<έον>]τι γλυκύν αυδά
τρόπ]ον: εμο?[ί δ' επ]έ?[ω]ν? εσ?[.]
...ε]υκλέα [......]ν? χά[ρ]ιν,
''Αβδ]ηρε, καί στ[ρατόν] ι?ππ?οχάρμαν
σά] β?ί?α πολέ[μ]ω τελευ-
ταί]ω προβι[β]άζοις.
ιή ιέ Παιάν, ι]ή ιέ: Παιάν
δέ μήποτε λεί]ποι.
[ 10 ll. ]ο?ν αγλαο-
[ 11 ll. ]ναι Χάριτε[ς ]
.[
ιει?σ?[..]οξ?[
αγλαϊάν τ?[
μα?τ?έρ?[
ναόν ο?[
καί θυόε?[ντα
βωμόν [
οκτώ κ[
υψόθεν [
αοιδαίς εν ευπλε[κέσσι μελι-
γάρυϊ, τ?[ί]ν δέ, χρυσο[
ώριον ποτί χρόνον [
θεάς θ' ελικάμπυκ[ος
ελαύν[ε]ις αν' αμβροτ[
φαεννός αιθήρ
(desunt. vv. 18 — 92=col. 10 — 14)
[ ]ν σθένος ιεράν
[χαλκ]έ?οπ' αυλών ομφάν
[ ]λ?ος
[ ]θυόντων
[ ]
[ ].
[ ]ο?λατ[...]
[ ]τ?ύπ?τηι?[.]
[ ]δα?[.]ε? χορόν
[ ] [
ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: Η 1η προέρχεται από την ιστοσελίδα του TRIP ADVISOR και η 2η από την ιστοσελίδα του Δήμου Αβδήρων


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου